Η χρηματοδοτική ρευστότητα στην αγροδιατροφή

γράφει ο Νίκος Λάππας

Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ένας ευρωπαϊκός θεσμός, στην «Αξιολόγηση της χρήσης των χρηματοδοτικών εργαλείων στον αγροδιατροφικό τομέα της Ελλάδας για την περίοδο προγραμματισμού 2014-2020», παρουσιάζει την πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα ως ιδιαίτερα προβληματική, καθώς η μεγάλη πλειοψηφία των αγροτών και των μικρότερων επιχειρήσεων ουσιαστικά αποκλείονται.

Μάλιστα, υπολογίζει ότι το έτος 2020, ο μέγιστος όγκος τραπεζικής χρηματοδότησης των αγροτών, που θα μπορούσε να συνδυαστεί με χρηματοδοτικά εργαλεία θα μπορούσε να φτάσει έως τα 278 εκατομμύρια ευρώ, και των επιχειρήσεων τροφίμων και ποτών έως τα 363 εκατομμύρια ευρώ.

Στοχεύοντας σε ένα νέο κοινό όραμα για το μέλλον του αγροδιατροφικού τομέα στην ΕΕΕάν οι εν λόγω υπολογισμοί ευσταθούν, η χρηματοδότηση της ανάπτυξης από τις τράπεζες είναι εξαιρετικά περιορισμένη.

Εναλλακτικές πηγές ρευστότητας αποτελούν η Αναπτυξιακή Τράπεζα και το Ταμείο Μικροπιστώσεων, όπως αυτές οριοθετούνται από τη συνέντευξη του υπουργού Οικονομίας, που παρουσιάζει σήμερα η «Ύπαιθρος Χώρα».

Όμως, και σε αυτές τις περιπτώσεις, παραμένει άγνωστο το μέγεθος των κεφαλαίων προς τον αγροτικό τομέα και την αγροδιατροφή, καθώς και η ημερομηνία πλήρους ενεργοποίησης αυτών των δομών.

Έτσι, μάλλον, όλα δείχνουν ότι η σταθερή πηγή ρευστότητας στον πρωτογενή τομέα και στην περιφερειακή ανάπτυξη ευρύτερα, παραμένει η καταβολή των άμεσων ενισχύσεων, ειδικά όταν βρισκόμαστε εν μέσω των μεγάλων πληρωμών, όπως την περίοδο που διανύουμε.

Αξίζει, μάλιστα, να τονιστεί ότι, όπως προκύπτει από την ετήσια αξιολόγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δημοσιεύθηκε τις ημέρες αυτές για τη λειτουργία των εθνικών οργανισμών πληρωμών, στην Ελλάδα, σε αντίθεση με άλλες χώρες-μέλη, ο Οργανισμός λειτουργεί ικανοποιητικά.

Και καλό θα ήταν, η «σταθερή αυτή», να διαφυλαχτεί.