Καλό καλοκαίρι αναμένουν στη φακή

Η μικρή προσφορά σε σχέση με την υψηλή ζήτηση εκτιμάται πως θα στηρίξει την τιμή

Καλό καλοκαίρι αναμένουν στη φακή

Με οδηγό τις βελτιωμένες τιμές τις περσινής χρονιάς και την προσδοκία ότι το μομέντουμ της ισχυρής ζήτησης για εγχώρια όσπρια θα ενισχυθεί, κινήθηκαν τη φετινή σεζόν οι αγρότες, όσον αφορά την καλλιέργεια της φακής. Ρόλο-κλειδί έπαιξαν το κίνητρο της συνδεδεμένης και η απαξίωση παραδοσιακών εκτακτικών καλλιεργειών, όπως το βαμβάκι (κατά κύριο λόγο) και το καλαμπόκι.

Οι πρώτες εκτιμήσεις μιλούν για μια αύξηση της τάξης του 10%-15% στις εκτάσεις που σπάρθηκαν το περασμένο φθινόπωρο σε όλη τη χώρα, με το μεγαλύτερο ποσοστό της ανόδου να προέρχεται από τον θεσσαλικό κάμπο. Στους εδώ και χρόνια «πιστούς» της φακής φαίνεται ότι προστέθηκαν –και φέτος– πολλοί παραγωγοί, που την επέλεξαν ως συμπληρωματική καλλιέργεια, προκειμένου να ξεκουράσουν τα χωράφια τους στο πλαίσιο της αμειψισποράς. Παράγοντες της αγοράς και καλλιεργητές, προεξοφλούν στην «ΥΧ» ότι το σκηνικό το φετινό καλοκαίρι θα είναι αρκετά διαφορετικό από το περσινό, όταν οι μειωμένες –σε σχέση με το 2014– ποσότητες αλλά και οι δυσκολίες στις εισαγωγές λόγω των capital controls είχαν ως αποτέλεσμα οι τιμές να ανέβουν στα επίπεδα των 80-85 λεπτών, κατά μέσο όρο, από 60-65 λεπτά το κιλό που ήταν έναν χρόνο πριν. Υπογραμμίζουν το μεγάλο κενό μεταξύ εγχώριας προσφοράς και ζήτησης αφού από τους περίπου 12.000 τόνους φακής που καταναλώνονται ετησίως στη χώρα μας περίπου το 60% προέρχεται από το εξωτερικό, γεγονός που εκτιμάται πως θα στηρίξει επιπλέον την τιμή.

Αβγατίζουν τα στρέμματα

«Στον θεσσαλικό κάμπο έχουμε σπείρει από τον Οκτώβριο και αυτή τη στιγμή το φυτό έχει φυτρώσει», λέει στην «ΥΧ» ο Νίκος Νούλας, επικεφαλής της νεότευκτης ομάδας παραγωγών για τα όσπρια, που έχει συγκροτήσει ο Συνεταιρισμός Λαρισαίων Αγροτών. Οι συνολικές εκτάσεις που καλλιέργησε φέτος η ομάδα με τις ποικιλίες «Σάμος», «Δήμητρα» και «Θεσσαλία», κινούνται μεταξύ 1.000 και 1.200 στρεμμάτων. Σύμφωνα με τον κ. Νούλα, το συνολικό κόστος της καλλιέργειας φτάνει τα 100 ευρώ ανά στρέμμα, συνυπολογίζοντας και το ενοίκιο, ενώ μια μέση απόδοση (η οποία διαφοροποιείται ανάλογα με τον καιρό και την περιοχή) φτάνει τα 180 κιλά στο στρέμμα.

Σε κάποιες περιοχές του κάμπου, ο ζεστός χειμώνας είχε ως αποτέλεσμα να εμφανιστούν ορισμένοι μύκητες (π.χ. περονόσπορος), γεγονός που, όπως εξηγεί στην «ΥΧ» ο καλλιεργητής Αντώνης Κοντογιάννης, από την περιοχή των Φαρσάλων, θα αυξήσει τον αριθμό των ψεκασμών και, μαζί με αυτούς, το κόστος για τον παραγωγό. Ο ίδιος καλλιεργεί περί τα 200-250 στρέμματα, συσκευάζει το προϊόν του και το διαθέτει μέσω των Κινημάτων Χωρίς Μεσάζοντες αλλά και σε μίνι-μάρκετ στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.

Τονίζει, ωστόσο, το διαχρονικό πρόβλημα του κλάδου των οσπρίων, που έχει να κάνει με τις ελληνοποιήσεις: «Εάν με κάποιον τρόπο γινόταν υποχρεωτική η επισήμανση της χώρας προέλευσης, τότε θα έφτιαχνε σχεδόν αυτόματα η τιμή. Εμείς οι παραγωγοί δε ζητούμε τίποτε άλλο. Διαφορετικά, με τιμές της τάξης των 60 λεπτών το κιλό, όπως έγινε πέρυσι, η φακή δε συμφέρει. Απλά ξεκουράζουμε τα χωράφια μας για να έχουμε ποσότητα και ποιότητα στο σκληρό», εξηγεί.

Οι βροχές «τρέναραν» τη σπορά στην Εγκλουβή

Καλό καλοκαίρι αναμένουν στη φακήΜετ’ εμποδίων εξελίσσεται η σπορά στην Εγκλουβή της Λευκάδας, ένα μικρό ορεινό χωριό που εδώ και δεκαετίες είναι ταυτισμένο με μια ιδιαίτερη ποικιλία ψιλής φακής, που ξεχωρίζει για την ποικιλοχρωμία της καθώς σχεδόν κανένας από τους σπόρους με τις χαρακτηριστικές κουκίδες δε μοιάζει με τον άλλο. «Κάθε χρόνο ξεκινάμε μετά τις γιορτές και ολοκληρώνουμε τις σπορές το αργότερο μέχρι τα μέσα Απριλίου. Φέτος, όμως, λόγω των βροχών είναι αρκετά τα χωράφια που δεν έχουν σπαρθεί ακόμα», λέει στην «ΥΧ» ο παραγωγός Κώστας Κούρτης. «Αυτό μας δημιουργεί πρόβλημα, καθώς όσο πιο νωρίς σπέρνεται η φακή, τόσο περισσότερο αναπτύσσεται το ριζικό σύστημα», προσθέτει.

Οι περίπου 40 παραγωγοί της περιοχής χρησιμοποιούν τον παλιό, κληρονομημένο σπόρο, ενώ η καλλιέργεια –αν εξαιρέσει κανείς τη σπορά και τον αλωνισμό, όπου πλέον χρησιμοποιούνται μηχανές– γίνεται χειρωνακτικά και δίχως χρήση φυτοπροστατευτικών. Αυτό έχει αντίκτυπο στις αποδόσεις, για τις οποίες το «ταβάνι» δεν ξεπερνά τα 100 κιλά ανά στρέμμα, αλλά και στο κόστος παραγωγής, που εξαρτάται από τα μεροκάματα, σύμφωνα με τον κ. Κούρτη και είναι της τάξης των 300 ευρώ ανά στρέμμα. Λόγω πάντως των εξαιρετικών γευστικών της χαρακτηριστικών και των μικρών διαθέσιμων ποσοτήτων (σ.σ. ουσιαστικά η διάθεση γίνεται με προπαραγγελίες), οι τιμές της φακής Εγκλουβής είναι πολύ υψηλότερες από εκείνες των συμβατικών «αδελφών» της. Πέρυσι, οι αγρότες πούλησαν το προϊόν τους από 8 ευρώ το κιλό στα καταστήματα έως 10 ευρώ απευθείας στους πελάτες.

Ασπίδα στη νοθεία η τυποποίηση

Ο κ. Κούρτης συγκαταλέγεται στους –αρκετούς πια– παραγωγούς του χωριού που έχουν προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα και διαθέτουν πλέον το προϊόν τους στην αγορά, συσκευασμένο σε σακουλάκια του μισού και του ενός κιλού. Παράλληλα, εκτιμά ότι μετά την υποβολή του αιτήματος χαρακτηρισμού ως ΠΟΠ, έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για τη συγκρότηση Ομάδας Παραγωγών που θα παίξει ρόλο-κλειδί στη διάθεση της φακής Εγκλουβής και θα προχωρήσει στη δημιουργία ενός μεγάλου συσκευαστηρίου. «Γίνονται εδώ κι αρκετό καιρό οι σχετικές συζητήσεις. Το ζητούμενο είναι να απαρτίσουμε μια κρίσιμη μάζα 15-20 παραγωγών. Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι μέχρι σήμερα το γεγονός ότι δεν αντιμετωπίζουμε προβλήματα στη διάθεση δεν μας πιέζει ιδιαίτερα», παραδέχεται ο ίδιος.

Η τυποποιήση σαφώς και δίνει προστιθέμενη αξία, ωστόσο, κατά τον κ. Κούρτη, το πιο σημαντικό είναι ότι προστατεύει το προϊόν από τη νοθεία. «Υπάρχουν στο νησί ορισμένοι επιτήδειοι οι οποίοι αγοράζουν από το εμπόριο φακή, τη σπέρνουν και στη συνέχεια την πουλάνε σαν φακή Εγκλουβής, είτε σκέτη είτε αναμιγνύοντάς την. Μπορεί να είναι σπαρμένη στο χωριό, αλλά δεν έχει ούτε τον γονότυπο ούτε τα χαρακτηριστικά της αυθεντικής», τονίζει.

Περισσότερες εκτάσεις στο Βόιο Κοζάνης

Καλό καλοκαίρι αναμένουν στη φακήΧωρίς προβλήματα εξελίσσεται μέχρι στιγμής η σεζόν στο Βόιο Κοζάνης, όπως μας λέει ο γεωπόνος και ιδρυτικό μέλος της «Προϊόντα Γης Βοΐου», Γιάννης Παπαϊορδανίδης. «Η καλλιέργεια έχει πάει καλά και η συγκομιδή θα ξεκινήσει μετά τις 15 Ιουνίου», σημειώνει. «Παραμένουμε σταθεροί στα 5.000 στρέμματα, ωστόσο μπορώ να σας πω ότι από την επόμενη χρονιά θα αυξήσουμε αρκετά τις εκτάσεις μας και τον αριθμό των συνεργαζόμενων παραγωγών, που σήμερα ανέρχεται σε 100. Υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για τη φακή αλλά και τα άλλα όσπρια από πολλούς καλλιεργητές», αναφέρει.

Γιάννης Τσατσάκης