Ελάτη, όνομα και πράγμα, το χωριό που είναι πνιγμένο στα έλατα. Το χωριό που βρίσκεται στους πρόποδες του Μαινάλου. Το χωριό όπου τα νερά είναι άφθονα και ξεπηδούν από παντού. Ένα χωριό κόσμημα, που μπορείς να βαδίσεις και να φτάσεις μέχρι το Χρυσοβίτσι! Σε αυτό τον, κατά πολλούς επίγειο παράδεισο, ένας άνθρωπος που σπούδασε οικονομικά, αποφάσισε να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα.

Ο Χρήστος Σιμόπουλος γεννήθηκε στο Βουτσαρά Μεγαλόπολης, αλλά έφυγε από το χωριό του όταν ήταν δέκα χρονών. Από τότε όμως φαίνεται ότι λαχταρούσε την ομορφιά του βουνού. Σπούδασε οικονομικά και είχε σαν όνειρο να ασχοληθεί με τους αγροτικούς συνεταιρισμούς. Ευτυχώς όμως το όνειρο αυτό δεν ευδοκίμησε για να δώσει τη θέση του σε αυτό που ακολούθησε. Στα 28 του χρόνια αποφάσισε να τα παρατήσει όλα, να μηδενίσει το κοντέρ, όπως και ο ίδιος αναφέρει και να σπουδάσει ξυλογλυπτική στην φημισμένη τοπική σχολή του Βαλτεσίνικου Γορτυνίας.

Ο οικονομολόγος που τα βρόντηξε όλα κάτω και χάθηκε στη φύση

Ο σκοπός της τέχνης

«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στον Βουτσαρά Αρκαδίας, από γονείς κτηνοτρόφους. Όταν αναγκαστικά μετακομίσαμε στην Αθήνα, κάθε καλοκαίρι δεν έχανα την ευκαιρία να πηγαίνω στο χωριό. Δεν έβλεπα την ώρα να τσαλαβουτήξω στα ποτάμια, στα χώματα και στα δάση. Εκεί συνέδεα τις διακοπές με το παιχνίδι στα σπιτάκια απάνω στα δέντρα. Δεν έχασα ποτέ την επαφή μου με την φύση. Στους φίλους μου, που ερχόταν από την Αθήνα το έπαιζα ξεναγός. Ήμουν ο έμπειρος με τη φύση και καμάρωνα για αυτό. Παίζαμε με τα γαϊδούρια του πατέρα μου και των γειτόνων. Οργανώναμε εκδρομές. Ξεκίνησα να φτιάχνω δεντρόσπιτα, κάθε χρόνο και μεγαλύτερα, μέχρι που το ένα έφτασε τα πέντε τετραγωνικά. Ανακάλυψα την ομορφιά του ξύλου, την ομορφιά στο να του δίνεις σχήμα και αυτό αργότερα με ώθησε στο να κάνω την τέχνη αυτή σπουδή και να φοιτήσω ξυλογλυπτική», μας λέει.

Ο οικονομολόγος που τα βρόντηξε όλα κάτω και χάθηκε στη φύση

Τα κλαδιά από το βουνό του Μαινάλου, έγιναν οι πρώτες ύλες του και το εργαστήριο του παραχωρήθηκε σε μορφή ενοικίου. Ένα παλιό εργοστάσιο ελάτων που άνηκε στον συνεταιρισμό του χωριού, έγινε ο χώρος για να στεγάσει το όνειρο του. Όταν το είδε μαγεύτηκε. Ήταν ένα βιομηχανικό κτίριο εγκαταλελειμμένο εδώ και 20 χρόνια. Βρίσκεται στην αρχή του χωριού, κάτω ακριβώς από την πλαγιά με το ελατοδάσος. ‘Έτσι μπήκε σε ένα πρόγραμμα leader, έβαλε και όλες τις οικονομίες του και έκανε το όνειρο του πραγματικότητα. Με πρώτη ύλη του το ξύλο δημιουργεί κάθε λογής μικροαντικέιμενα, όπως κηροπήγια καθρέφτες, περίτεχνα μπαστούνια, αλλά και πιο μεγάλα, όπως τραπέζια, κρεββάτια και φωτιστικά. Συνήθως δουλεύει με παραγγελίες. Οι τελευταίες του παραγγελίες μάλιστα είναι από πελάτες από την Κύπρο και τις Βρυξέλλες φτάνουν της αξίας των 1000 ευρώ.

Ο οικονομολόγος που τα βρόντηξε όλα κάτω και χάθηκε στη φύση

Ο οικονομολόγος που τα βρόντηξε όλα κάτω και χάθηκε στη φύσηΟι δουλειές του έρχονται τυχαία, όχι εκβιαστικά και χωρίς ιδιαίτερο ψάξιμο. Η φήμη της τέχνης του πάει από στόμα σε στόμα και η ανταπόκριση είναι μεγάλη.

Το 2011 το εργοστάσιο του πήρε φωτιά και κάηκε ολοσχερώς. Έμειναν μόνο οι τέσσερις τείχη. Τότε έγινε κάτι πολύ συγκινητικό. Φίλοι και γνωστοί από το χωρίο της Ελάτης έτρεξαν όλοι να τον βοηθήσουν.

Με προσωπική δουλειά και οικονομική βοήθεια, η καταστροφή μετατράπηκε σε ευλογία. Το γεγονός αυτό, τον έκανε να αγαπήσει ακόμα περισσότερο αυτόν τον τόπο και τους κατοίκους του. Τον έκανε να επιθυμεί να αναδείξει ακόμα περισσότερο τον τόπο με την τέχνη του, ώστε να γίνει επισκέψιμος σε ακόμα περισσότερο κόσμο. 

Ο οικονομολόγος που τα βρόντηξε όλα κάτω και χάθηκε στη φύσηΚαι η φάρμα με τα άλογα

Με αφορμή λοιπόν αυτό, του γεννήθηκε ακόμα μια ιδέα. Να φτιάξει μια μικρή φάρμα με άλογα. Από μικρό παιδί άλλωστε ήθελε να έχει άλογα. Στην αρχή του άρεσε περισσότερο να τα βλέπει να τρέχουν στα λιβάδια. Απογειώνεται η εικόνα της φύσης όταν τα βλέπεις να τρέχουν ξέγνοιαστα. Και επειδή αυτές οι εικόνες τον ενέπνεαν για να ζει, προσπάθησε να δημιουργήσει μια ζωή που να είναι πλήρης από δημιουργία για αυτόν και τους φίλους του. Στην αρχή ξεκίνησε δίνοντας τα άλογα στους φίλους για να κάνουν βόλτες στο πανέμορφο ελατοδάσος. Το ένα έφερε το άλλο και τα ζώα άρχισαν να πληθαίνουν σε αριθμό, όπως άρχισαν να πληθαίνουν και οι ανάγκες τους σε τροφή. Τότε ήταν που ξεκίνησε και να χρεώνει τις βόλτες σε τουρίστες της περιοχής. Στις βόλτες συμμετέχει, ο ίδιος και οι φίλοι του. Αυτοί είναι και οι διαφημιστές της δουλειάς του.

Ο οικονομολόγος που τα βρόντηξε όλα κάτω και χάθηκε στη φύση «Δεν κάνω μαθήματα ξυλογλυπτικής γιατί δεν προλαβαίνω, αλλά δεν ματιάζω τη δουλειά μου. Πάω στη φύση και ψάχνω για περίεργα σχήματα κλαδιών. Βγάζω κάποιες άδειες από το Δασαρχείο, βάζω τα γαϊδούρια μου πάνω στο αυτοκίνητο και πηγαίνω στο δάσος. Περπατάω παρέα με αυτά και ανακαλύπτω σχήματα πάνω στους θάμνους των κέδρων. Τα συλλέγω, τα φέρνω εδώ στο εργαστήριο, τα επεξεργάζομαι , τα αποθηκεύω, τα κάνω αντικείμενο. Αυτό έχει μεγάλο βαθμό δυσκολίας. Είναι δύσκολο να έχεις την υπομονή να περπατήσεις στο δάσος για να βρεις τις μορφές του ξύλου μέσα στα πεσμένα κλαδιά. Πολλές φορές είναι σα να είμαι χρυσοθήρας και να ψάχνω για χρυσάφι. Αλλά εάν δεν κουραστείς δεν απολαμβάνεις. Προχθές βρήκα ένα ξύλο πενήντα χρονών κάτω και από αυτό έβγαλα 300 ευρώ! Αυτά βέβαια είναι δώρα που μου τυχαίνουν μια φορά στα τρία χρόνια, αλλά δεν βαριέσαι, αυτό είναι το πιο γοητευτικό κομμάτι της δουλειάς μου, να είμαι στο βουνό και να ψάχνω για μορφές μέσα στα ξερόκλαδα!», σημειώνει.

Ο οικονομολόγος που τα βρόντηξε όλα κάτω και χάθηκε στη φύση

Η κρίση τον έχει επηρεάσει φυσικά, αλλά εκείνος απαντάει σε αυτό με καινούργιες δραστηριότητες και ανεβάζοντας την ποιότητα ακόμα πιο πολύ. Το σημαντικό είναι ότι βρίσκεται κοντά στη φύση και αυτό του δίνει τη δύναμη να πραγματοποιήσει ακόμα και το πιο απίθανο σενάριο!