Το αγροτικό εμπορικό μας ισοζύγιο

γράφει ο Νίκος Λάππας

Τρία δεδομένα το τελευταίο διάστημα γεννούν αισιοδοξία, αλλά και ερωτήματα για την εξωστρέφεια του αγροτικού τομέα.

1Πρώτον, η δημοσίευση των στοιχείων του διεθνούς εμπορίου για το πρώτο εξάμηνο του έτους από την ΕΛΣΤΑΤ, όπου οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων και τροφίμων σχεδόν ισοσκελίζουν την αξία των εισαγωγών.

2Δεύτερον, ότι η θετική αυτή εξέλιξη ενισχύει την εικόνα που καταγράφει πρόσφατη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας, όπου οι 13 από τους 18 πιο δυναμικούς κλάδους που ώθησαν τις εξαγωγές εν μέσω της κρίσης ανήκουν στον ευρύτερο αγροδιατροφικό τομέα. Πιο συγκεκριμένα, κατά σειρά σπουδαιότητας είναι το ελαιόλαδο, οι ιχθυοκαλλιέργειες, ο καπνός, η φέτα, οι ελιές, το βαμβάκι, οι γούνες, οι κομπόστες, το γιαούρτι, το καπνιστό ψάρι, τα παγωτά, το αιγοπρόβειο κρέας και τα φιστίκια σε κέλυφος.

3Τρίτον, όπως αναφέρει επιστημονική δημοσίευση του ΚΕΠΕ (Οικονομικές Εξελίξεις, τεύχος 36), την περίοδο της κρίσης μεταξύ 2008 έως και το 2016, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου αγροδιατροφικών προϊόντων μειώθηκε αθροιστικά κατά 84%. Ωστόσο, όπως τονίζεται, η αύξηση των εισαγωγών που αναμένεται, δεν είναι αρνητική εξέλιξη, αλλά μπορεί να θεωρηθεί ως ένας δείκτης πλούτου της κάθε χώρας. Σε κάθε περίπτωση, η οικονομική θεωρία και η διεθνής εμπειρία προβλέπουν ότι η οικονομική ανάκαμψη συνοδεύεται από αύξηση της ιδιωτικής και δημόσιας κατανάλωσης και, συνεπώς, των εισαγωγών.

Ωστόσο, το κρίσιμο στοίχημα της Ελλάδας βρίσκεται αλλού.

Συγκεκριμένα, στο εάν και με ποιες πολιτικές ο αγροδιατροφικός τομέας θα καταφέρει να στηρίξει μία αύξηση των εξαγωγών τέτοια που όχι μόνο θα μηδενίσει το έλλειμμα, αλλά θα καταστεί κινητήριος δύναμη της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας.