Εκτός από τον θεό… και η αγορά αγαπάει το χαβιάρι

Η αξιοπρόσεκτη πορεία του ιχθυοτροφείου Γεροντίδη

ixthyotrofeio-gerontidi-lakonia4

Λίγο έξω από τη Σπάρτη, στο Καστόρι Λακωνίας, βρίσκεται μία από τις πρώτες μονάδες παραγωγής πέστροφας και σολομού στην Ελλάδα. Η επιχείρηση ιδρύθηκε το 1969, από την οικογένεια Γεροντίδη, εκτρέφοντας αρχικά μόνο πέστροφες. Από τότε και μέχρι σήμερα, το ιχθυοτροφείο «G-fish» έχει φτάσει να είναι μια σύγχρονη μονάδα παραγωγής, επεξεργασίας, συσκευασίας και διάθεσης γκουρμέ ελληνικών προϊόντων υψηλής διατροφικής αξίας. Άλλωστε, προϊόντα όπως η καπνιστή πέστροφα, ο καπνιστός σολομός, ο καπνιστός οξύρρυγχος και το χαβιάρι σολομού, την καθιστούν μοναδική στο είδος της.

Επιβεβαιώνοντας ότι «ο τολμών νικά»

Ο Γιάννης Γεροντίδης, μαζί με τις δύο αδελφές του, Αρετή και Κατερίνα, κρατά εδώ και χρόνια τα ηνία της οικογενειακής επιχείρησης που διαπρέπει στον χώρο της ιχθυοκαλλιέργειας, έχοντας μετουσιώσει τις καινοτόμες ιδέες του σε πράξη. «Στο ιχθυοτροφείο εκτρέφουμε πέστροφα, σολομό και τα τελευταία 8-10 χρόνια οξύρρυγχο.

Η εκτροφή και κυκλοφορία σολομού –από το 2002– ήταν μια πρωτοποριακή κίνηση για τα ελληνικά δεδομένα, και μαζί με την πέστροφα αποτελούν σήμερα τα δύο είδη που έχουν τη μεγαλύτερη ζήτηση. Ο οξύρρυγχος έρχεται λίγο πιο πίσω, λόγω και της ακριβής τιμής του, που στη λιανική κυμαίνεται από τα 80 έως τα 100 ευρώ το κιλό για το φιλέτο».

Αγνά, υγιεινά προϊόντα, με σεβασμό στον καταναλωτή

Ένας από τους στόχους που υπήρχαν και εκπληρώθηκαν για τη μονάδα «G-fish» ήταν η παραγωγή αυστηρώς υγιεινών προϊόντων. Το υπόβαθρο υπήρχε, αφού οι συνθήκες διαβίωσης για τα ψάρια είναι ιδανικές στα πηγαία νερά του «Άγ. Μάμμα», όπου βρίσκεται το ιχθυοτροφείο. Εκτός, όμως, από το να αξιοποιεί στο έπακρο τις τεράστιες προοπτικές των υδάτινων πόρων στο Καστόρι Λακωνίας, η επιχείρηση κάνει πολλά παραπάνω. «Η τοποθεσία μας, στους πρόποδες του Ταϋγέτου, σημαίνει ότι έχουμε το φυσικό περιβάλλον να μας βοηθάει, ώστε να παράγουμε καλό προϊόν. Μέσα από τη μονάδα μας αναβλύζουν τα νερά κάποιων εκ των πηγών της οροσειράς, πράγμα που μας εξασφαλίζει ένα άριστο περιβάλλον διαβίωσης, απαλλαγμένο από βαρέα μέταλλα. Δεν χρησιμοποιούμε οποιουδήποτε είδους αντιβιοτικά, διότι κάτι τέτοιο δεν χρειάζεται σε ένα περιβάλλον όπως αυτό. Οι τροφές μας είναι βιολογικές και δεν χρησιμοποιούμε αυξητικές ορμόνες, ούτε συντηρητικά. Το κάπνισμα που επιλέξαμε να κάνουμε είναι η αρχαιότερη μορφή συντήρησης των προϊόντων. Προσπαθούμε να φτιάξουμε τα προϊόντα μας ακριβώς όπως στα παλαιότερα χρόνια, δίχως να εντάσσουμε την τεχνολογία στη διαδικασία, παρότι η τελευταία βοηθάει σε κάποια πράγματα. Παράγουμε παραδοσιακά, αγνά, φυσικά. Παράγουμε υγεία».

Η αξιοπρόσεκτη πορεία του ιχθυοτροφείου ΓεροντίδηΟ κ. Γεροντίδης είναι ικανοποιημένος από την έως τώρα ανταπόκριση της οποίας τυγχάνει το εγχείρημά του, δεδομένου ότι ο κόσμος έχει πλέον μάθει το ιχθυοτροφείο και αναζητά τα προϊόντα του. «Σταδιακά, ακόμα και η τοπική κοινωνία αρχίζει να διαπιστώνει ότι δεν βρισκόμαστε εδώ για να ανταγωνιστούμε τις άλλες επιχειρήσεις, αλλά πρωτίστως για να αναδείξουμε τον τόπο, φέρνοντας φήμη στη γύρω περιοχή, μέσα από τα αφιερώματα που μας κάνουν τα ΜΜΕ, μέχρι και από την ταινία “Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι” (σ.σ. ο ίδιος συμμετείχε ως ηθοποιός και παρείχε συμβουλευτικές υπηρεσίες, ενώ η επιχείρηση αποτέλεσε χορηγό της ταινίας). Κόσμος έρχεται από διάφορα μέρη της Ελλάδας, προκειμένου να μας γνωρίσει και να δοκιμάσει τα προϊόντα μας. Το γεγονός ότι έχουμε γίνει ένας πόλος έλξης για ανθρώπους που έρχονται από πολύ μακριά, σε συνδυασμό με τα συγχαρητήρια που αποσπούμε για την ποιότητα και τις γεύσεις μας, μας δίνουν δύναμη και κουράγιο για να συνεχίσουμε». Έχοντας γεννηθεί σε αυτόν τον τόπο και μεγαλώσει μέσα στη δραστηριότητα της επιχείρησης, όταν ακόμη τη διεύθυνση είχε ο πατέρας του, ο κ. Γεροντίδης πιστεύει ότι η αγάπη και το μεράκι που τρέφει ο ίδιος για την ενασχόλησή του, επικοινωνείται στον κόσμο. «Όταν αγαπάς κάτι, το κάνεις πραγματικά να ανθίζει», τονίζει με νόημα.

«Μου άρεσε πάντα να παίζω με τις προκλήσεις»

Η απόφαση της οικογένειας Γεροντίδη να μην ακολουθεί συμβατικά μονοπάτια για την επιχείρησή της, μπορεί να λειτουργήσει ως φωτεινό παράδειγμα για πολλούς. «Δεν καθίσαμε με σταυρωμένα χέρια. Θα μπορούσαμε πολύ εύκολα να φτιάξουμε μία ταβέρνα, όπως γίνεται σε όλα τα μέρη της Ελλάδας, και να σερβίρουμε έτσι τα προϊόντα μας. Όχι όμως. Προτιμήσαμε τον δύσκολο τρόπο, της παραγωγής, επεξεργασίας, συσκευασίας και διάθεσής τους σε όλη τη χώρα», υπογραμμίζει ο κ. Γεροντίδης.

Η αξιοπρόσεκτη πορεία του ιχθυοτροφείου ΓεροντίδηΔεν είναι τυχαίο, άλλωστε, το γεγονός ότι η επιχείρηση έχει αποσπάσει πέντε βραβεία για τα προϊόντα της. «Είμαστε η μοναδική εταιρεία ιχθυοκαλλιέργειας που έχει βραβευθεί στον ελληνικό χώρο.

Έχουμε τιμηθεί δύο φορές με βραβείο Gourmet από το Βήμα Gourmet για τον οξύρρυγχο και την πέστροφα, ενώ το άλειμμα του καπνιστού σολομού και της καπνιστής πέστροφας εντάχθηκαν στα προϊόντα της χρονιάς για το 2013 από το περιοδικό Τρόφιμα & Ποτά.

Η μεγαλύτερη διάκριση που λάβαμε ως επιχείρηση ήταν από το περιοδικό Γαστρονόμος, το οποίο μας απένειμε το βραβείο ποιότητας καλύτερης Ιχθυοκαλλιέργειας για το έτος 2014». Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι ο κ. Γεροντίδης βρέθηκε το 2012 στη λίστα του Έθνους με τους «100 Έλληνες που κάνουν την διαφορά».

Άραγε, υπάρχει κάποια συνταγή για την επιτυχία και την αναγνώριση της προσπάθειας; Ο ίδιος είναι αφοπλιστικός: «Μου άρεσε πάντα να παίζω με τις προκλήσεις. Ακόμα και τη συσκευασία μου άμα δείτε, παρότι την έχω βγάλει πριν περισσότερο από μία δεκαετία, ήταν για τα τότε δεδομένα πολύ πρωτοποριακή. Ενδεικτικά, επίσης, σας αναφέρω ότι έχουμε βγάλει μέχρι και φρέσκο ζυμαρικό γεμιστό με τα ψάρια μας. Επειδή μου αρέσει να μαγειρεύω και ανακατεύομαι πάρα πολύ με τις γεύσεις, πειραματίζομαι αρκετά».

Ματιά στο μέλλον και συγκρατημένη αισιοδοξία

Στο μέλλον, εκτός από χαβιάρι σολομού, δεν αποκλείεται να υπάρξει και παραγωγή μαύρου χαβιάρι από οξύρρυγχο, αν και ο κ. Γεροντίδης διατηρεί τις επιφυλάξεις του. «Αυτήν τη στιγμή εστιάζουμε αποκλειστικά στο κρέας του ίδιου του ψαριού, το οποίο είναι εξαιρετικά εύγεστο. Έχουμε κρατήσει κάποια ψάρια, με το σκεπτικό ότι ο οξύρυγχος αρχίζει να ωριμάζει γενετικά μετά τα 8 του χρόνια προκειμένου να παράξει χαβιάρι, όμως θα χρειαστεί μια πολύ μεγάλη επένδυση –και μονάδα– για να καταστεί κάτι τέτοιο εφικτό».

Κάνοντας έναν σύντομο απολογισμό της πορείας της επιχείρησης, η οποία βελτιώνεται και εξελίσσεται διαρκώς, ο κ. Γεροντίδης δηλώνει «φύσει αισιόδοξος». Παρ’ όλα αυτά, εξετάζοντας το ζήτημα από τη σκοπιά του επιχειρείν, τα παράπονά του είναι αρκετά. «Στην Ελλάδα τα πράγματα είναι δύσκολα, καθώς υπάρχει πολύ μεγάλη φορολογία. Επίσης, απουσιάζουν τα χρηματοδοτικά εργαλεία που θα βοηθήσουν τον επιχειρηματία να πάει ένα βήμα μπροστά, αφήνοντας τα πάντα να εξαρτώνται από τις δικές του “πλάτες”».

Με βάση τη δική του εμπειρία, θα πρότεινε σε κάποιον να πάρει παρόμοια ρίσκα; «Πάντα οι καινοτόμες πρωτοβουλίες βοηθούν στο να εξελιχθείς και να αναδειχθείς. Αφού, όμως, δεν υπάρχει βοήθεια από αλλού, θα πρέπει να διαθέτεις τα ίδια κεφάλαια και να επενδύσεις πολλά. Και πέρα, βέβαια, από τα χρήματα, επενδύεις πολύ κόπο και χρόνο, ευελπιστώντας να πετύχει το εγχείρημά σου. Το αν αυτό τελικά θα συμβεί, είναι ένα άλλο κεφάλαιο».