Σφίγγει ο κλοιός για τον ισπανικό κολοσσό του ελαιολάδου

Η Dcoop κατηγορείται για παραπλανητική σήμανση σε σειρά προϊόντων που διακινεί στις ΗΠΑ

Στη σέντρα για τις εμπορικές της πρακτικές η Dcoop
Ένα από τα πιο δύσκολα καλοκαίρια της μακράς και, ανά περιόδους, ταραχώδους διαδρομής της είναι αυτό που περνάει φέτος η Dcoop. Πριν προλάβει να κοπάσει ο θόρυβος από το «τσουχτερό» πρόστιμο που της επιβλήθηκε από τις ισπανικές φορολογικές αρχές για τη μη καταβολή δασμών για ελαιόλαδο που εισήγαγε από την Τυνησία, ο ισπανικός συνεταιριστικός κολοσσός βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο της –αρνητικής– δημοσιότητας. Αυτήν τη φορά, για τις τουλάχιστον αμφιλεγόμενες και, όπως καταγγέλλεται, παραπλανητικές πρακτικές, που ακολουθεί στη σήμανση ορισμένων από τα προϊόντα που εξάγει στις ΗΠΑ.

Η αρχή έγινε όταν αποκαλύφθηκε πως το τυνησιακό ελαιόλαδο για το οποίο δέχτηκε η Dcoop την «καμπάνα» των 2,81 εκατ. ευρώ (σ.σ. η εταιρεία έχει κάνει ένσταση) αναμιγνυόταν στη συνέχεια με ελαιόλαδο που είχε προμηθευτεί από δικούς της παραγωγούς και κατέληγε στην αμερικανική αγορά ως «έξτρα παρθένο ισπανικό ελαιόλαδο».

Ακολούθησε, στα τέλη του Ιουλίου, δημοσίευμα της ισπανικής ηλεκτρονικής εφημερίδας El Espanol, η οποία, επικαλούμενη πηγές με γνώση του θέματος, ανέφερε ότι ουκ ολίγοι κωδικοί που η Dcoop εξάγει στις ΗΠΑ με το εμπορικό σήμα «Pompeian» –και παρά τον περί του αντιθέτου εμπορικό ισχυρισμό της– δεν περιέχουν παρά ελάχιστο ελαιόλαδο. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του «OlivExtra Original» το οποίο, σύμφωνα τουλάχιστον με όσα αναγράφονται στην ετικέτα του, αποτελείται από έλαιο ελαιοκράμβης και έξτρα παρθένο ελαιόλαδο πρώτης ψυχρής έκθλιψης, με το δεύτερο συστατικό μάλιστα να προβάλλεται με σαφώς μεγαλύτερη και εντονότερη γραμματοσειρά.

Όπως μεταδίδουν οι Οlive Oil Times, η πληροφόρηση που δίνεται στους εμπορικούς αντιπροσώπους και διακινητές του εν λόγω σήματος στην αμερικανική αγορά είναι ότι το «OlivExtra Original» περιέχει σε ποσοστό 85% έλαιο ελαιοκράμβης ενώ το υπόλοιπο 15% είναι έξτρα παρθένο ελαιόλαδο. Ωστόσο, σύμφωνα πάντα με την El Espanol, στην πραγματικότητα το ποσοστό του έξτρα παρθένου ελαιολάδου στο μίγμα δεν ξεπερνά το 1%, ενώ το υπόλοιπο 99% αφορά καναδικής προέλευσης έλαιο ελαιοκράμβης. «Η εταιρεία πουλά με αυτή την επωνυμία αρκετά ακόμα παρόμοια προϊόντα στις ΗΠΑ, πάντα όμως δίνοντας έμφαση στην εικόνα του ελαιολάδου», έγραψε χαρακτηριστικά η El Espanol.

Εκτός από το σαφές εμπορικό πλεονέκτημα που δίνει στην εταιρεία αυτή η πρακτική, παράλληλα της επιτρέπει να είναι και άκρως ανταγωνιστική σε επίπεδο τιμών. Ενδεικτικά, τα ελαιόλαδα της σειράς «OlivExtra Original» πωλούνται έως και 40% φθηνότερα σε σύγκριση με άλλες ισπανικές ή ιταλικές μάρκες και έως και 100% φθηνότερα σε σχέση με το τοπικό καλιφορνέζικο ελαιόλαδο.

Παίρνουν τις αποστάσεις τους οι παραγωγοί

Ένας μεγάλος αριθμός παραγωγών, πολλοί εκ των οποίων είναι και μέλη της Dcoop, αισθάνονται ολοένα και πιο άβολα με τις εξαγωγικές πρακτικές του συνεταιρισμού. Φοβούνται ότι τέτοιες συμπεριφορές μπορούν να πλήξουν ανεπανόρθωτα το όνομα και τη φήμη του ισπανικού ελαιολάδου στην αμερικανική αγορά, δίνοντας γήπεδο στους ανταγωνιστές του τόσο εντός, όσο και εκτός Ευρώπης. Σημειωτέον εδώ ότι η Dcoop, Νο 1 παίκτης στην παγκόσμια αγορά ελαιολάδου, κατέχει μερίδιο 17% στις ΗΠΑ, με τις πωλήσεις του να ξεπερνούν τους 30.000 τόνους ετησίως.

Ο Rafael Sanchez de Puerta, αντιπρόεδρος της Dcoop, πάντως, κάνει λόγο για κακόβουλα δημοσιεύματα, τα οποία εκπορεύονται από τον ανταγωνισμό, ενώ στο ίδιο μήκος κύματος, ο πρόεδρος Antonio Luque τονίζει ότι η Dcoop είναι δεσμευμένη στο να «κάνει το καλύτερο δυνατό για τους αγρότες-μέλη της και για το ισπανικό ελαιόλαδο γενικότερα».

Ο Cristobal Cano, ωστόσο, γενικός γραμματέας της Ένωσης Μικρών Αγροτών και Κτηνοτρόφων (UPA) της Jaen, διαφωνεί: «Τέτοιες πρακτικές κάθε άλλο παρά βοηθούν όσους εργάζονται σκληρά στον ελαιουργικό κλάδο για να προωθήσουν ισπανικά προϊόντα στις ΗΠΑ», δήλωσε χαρακτηριστικά.