«Δεν είναι μόνο η οικονομία, ηλίθιε»

γράφει η Ειρήνη Σωτηροπούλου, δημοσιογράφος Euractiv Ελλάδος

H απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου θυμίζει τον εμπορικό πόλεμο που διεξήχθη τη δεκαετία του 1930 σύμφωνα με ειδικούς.

Σε περίπτωση που οι δασμοί οδηγήσουν σε υψηλότερες τιμές για τους Αμερικανούς καταναλωτές, το αποτέλεσμα θα είναι υψηλότερος πληθωρισμός και εντονότερη αύξηση των επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα.

Οι ισχυρισμοί περί εμπορικού πολέμου -πόσω μάλλον για επιστροφή στις σκοτεινές μέρες της δεκαετίας του ’30- αποτελούν υπερβολή. Εν πρώτοις, ο χάλυβας και το αλουμίνιο αντιπροσωπεύουν μόνο το 2% του παγκόσμιου εμπορίου, οπότε ο αντίκτυπος των προγραμματισμένων δασμών του Αμερικανού ηγέτη θα είναι μέτριος. Εν δευτέροις, η κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας είναι άκρως διαφορετική σε σύγκριση με τη δεκαετία του 1930, δεδομένου ότι αναπτύσσεται με ταχύτερους ρυθμούς.

Η στασιμότητα των πραγματικών εισοδημάτων και η πτώση της παραγωγικότητας καταδεικνύουν ότι υπάρχει κόστος για την εξωτερική ανάθεση της παραγωγής σε χώρες που προσδίδουν ελάχιστη προσοχή στα εργασιακά δικαιώματα και χρησιμοποιούν το κράτος, προκειμένου να επιδοτούν φθηνές εξαγωγές.

Ο πρόεδρος Τραμπ αξιοποίησε την έννοια ότι το εμπόριο αποτελεί μέρος ενός οικονομικού συστήματος που φαίνεται ότι διαμορφώνεται, για να ευνοήσει τους πλούσιους και ισχυρούς. Σε έναν ιδανικό κόσμο, το εμπόριο θα διέπεται από τα δόγματα του Adam Smith και του David Ricardo. Η διεθνής εξειδίκευση θα επέφερε αποτελεσματικότερη παραγωγή, ισχυρότερη ανάπτυξη και υψηλότερο βιοτικό επίπεδο, ενώ οι χώρες θα καταργούσαν μονομερώς τους εκάστοτε φραγμούς.

Έτσι, αν πράγματι βιώνουμε έναν εμπορικό πόλεμο, δεν θα πρέπει να θεωρήσουμε αποκλειστικά τον κ. Τραμπ ως ηθικό αυτουργό. Εκείνοι που διακήρυξαν τα οφέλη της παγκοσμιοποίησης τόνιζαν ότι τα οφέλη αυτά θα είναι δίκαια προς όλους. Ανέφεραν ότι θα υπάρξει βοήθεια για εκείνους που απώλεσαν τις καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Τίποτα από τα δύο δεν συνέβη.