Δεν έχει χτυπηθεί από τον καιρό η ελαιοπαραγωγή σε Κρήτη, Λέσβο και Πελοπόννησο

Συγκρατημένη αισιοδοξία για αυξημένες ποσότητες

Συγκρατημένη αισιοδοξία επικρατεί στις μεγάλες ελαιοπαραγωγικές περιοχές της χώρας μας για τη φετινή ελαιοκομική περίοδο, καθώς, σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα δεδομένα, εκτιμάται η παραγωγή να είναι αυξημένη σε σχέση με πέρσι.

Στη Λέσβο, όπως αναφέρει στην «ΥΧ» η επόπτρια Δακοκτονίας στη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας, Εύη Πίτικα, η παραγωγή εκτιμάται –με κάθε επιφύλαξη– να φτάσει τους 12.500 τόνους. «Πέρσι τέτοια εποχή η εκτίμηση ήταν ακόμη καλύτερη, στους 15.000 τόνους. Δυστυχώς, όμως, εξαιτίας της ανομβρίας τους τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο χάσαμε τον καρπό και δεν ξεπεράσαμε τους 8.000 τόνους», εξηγεί. Ήδη, στο νησί έχει πραγματοποιηθεί μια γενική διαβροχή κατά του δάκου και έχει ξεκινήσει περίπου μισός ψεκασμός. «Κατά μέσο όρο υπάρχουν στο νησί δέκα δάκοι ανά παγίδα. Δεν καταγράφεται ακόμα δακοπροσβολή, αλλά έχουμε δει δεύτερη γενιά».

Στην Πελοπόννησο, σύμφωνα με προηγούμενο ρεπορτάζ της «ΥΧ», οι ελαιοκαλλιεργητές περιμένουν μία καλή χρονιά. Στην Καλαμάτα, στελέχη συνεταιρισμών εκτιμούν ότι η παραγωγή θα ξεπεράσει τους 50.000 τόνους, ενώ στους Μολάους Λακωνίας η χρονιά χαρακτηρίζεται «μέτρια προς καλή». Για 20% αύξηση της παραγωγής κάνει λόγο ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Γερακίων Λακωνίας, εάν όλα εξελιχθούν ομαλά.

Στην ελαιοπαραγωγό Κρήτη, η εικόνα είναι θετική σε σχέση με πέρσι. Σε επικοινωνία της «ΥΧ» με τη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής ΠΕ Ηρακλείου, αν και οι προσδοκίες ήταν μεγαλύτερες, καθώς η καλλιέργεια ξεκίνησε με τις καλύτερες προϋποθέσεις, τελικά εκτιμάται η παραγωγή να κυμανθεί στους 35.000 με 40.000 τόνους, όταν η περσινή ελαιοκομική περίοδος έκλεισε στους περίπου 30.000 τόνους. Όπως μας εξηγούν οι υπεύθυνοι της Διεύθυνσης, ο Νομός Ηρακλείου παρουσιάζει πολύ μεγάλη ανομοιομορφία ως προς το εδαφικό της ανάγλυφο, γεγονός που επιφέρει διαφοροποιήσεις κατά τόπους τόσο ως προς την καρποφορία όσο και ως προς τις περιβαλλοντικές συνθήκες.

Στον Νομό Χανίων, όπως εξηγεί στην «ΥΧ» η προϊσταμένη της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής, Μαρία Μυλωνάκη, «η παραγωγή μπορεί να μην είναι της καλύτερης χρονιάς, αλλά είναι αρκετά καλή σε σύγκριση με τα δύο προηγούμενα έτη». Εκτιμάται –πάντα με κάθε επιφύλαξη– ότι η παραγωγή θα κυμανθεί στους 20.000-22.000 τόνους, όταν πέρσι η χρονιά έκλεισε με περίπου 15.000 τόνους. «Η καρπόδεση βρίσκεται σε ικανοποιητικά επίπεδα, ενώ οι καιρικές συνθήκες που επικρατούν έχουν βοηθήσει πολύ, αναφορικά με τον δάκο». Όπως εξηγεί, έχει ολοκληρωθεί ο γενικός ψεκασμός σε όλο τον νομό και, προς το παρόν, παρατηρούνται μικροί πληθυσμοί.

Αξίζει να σημειωθεί ότι για τον επόμενο ψεκασμό, που προγραμματίζεται να πραγματοποιηθεί μετά τον Δεκαπενταύγουστο, δεν υπάρχει επάρκεια φαρμάκων και η Διεύθυνση κινεί τις προβλεπόμενες διαδικασίες προς το ΥΠΑΑΤ, προκειμένου να καλυφθεί όλος ο νομός.

Στην ΠΕ Λασιθίου, όπως μας ενημερώνει η αναπληρώτρια διευθύντρια της Διεύθυνσης, Μαρία Φουντή, η παραγωγή εκτιμάται περίπου στους 15.000 τόνους. Πέρυσι, η χρονιά έκλεισε με περίπου 11.000 τόνους. «Φέτος, η σεζόν πάει καλύτερα σε σχέση με πέρσι», σημειώνοντας, ωστόσο, ότι «στην περιοχή παρατηρούμε ότι η καρποφορία δεν εξελίσσεται ομοιόμορφα σε όλες τις περιοχές». Η λεπτομερής καταγραφή αναφορικά με το ενδεχόμενο δακοπροσβολής ξεκίνησε χθες, Πέμπτη, καθώς καθυστέρησε η πρόσληψη των τομεαρχών σε όλο το νησί.

Τέλος, στην ΠΕ Ρεθύμνης, όπως τονίζει η διευθύντρια στην αρμόδια Διεύθυνση, Ευθυμία Βυδάκη, «η χρονιά θα είναι αρκετά καλύτερη σε σχέση με πέρσι». Όπως εξηγεί, προβλέπεται μέτρια παραγωγή, που εκτιμάται στους 8.000-10.000 τόνους, όταν πέρσι δεν ξεπέρασε τους 5.000 τόνους. «Είναι όψιμη χρονιά, και δεν φαίνεται να υπάρχει προσβολή από τον δάκο. Οι συνθήκες είναι ευνοϊκές μέχρι στιγμής για την ελαιοκαλλιέργεια και μακάρι να εξελιχθεί έτσι μέχρι το τέλος», επισημαίνει.