ΘΕΜΑ: Η διάρκεια ζωής του γάλακτος διευρύνθηκε, το εισόδημα του παραγωγού συρρικνώθηκε

ageladino-gala-paragogoi2
«Δεν υπήρξε βελτίωση στην τιμή του γάλακτος ούτε από την πλευρά του καταναλωτή, πόσω μάλλον όταν στον ίδιο τον παραγωγό η τιμή πώλησης μειώθηκε, άρα το πρόβλημα έγινε διπλό», δήλωνε τον Ιανουάριο του 2015 ο υπ. Αγροτικής Ανάπτυξης, Βαγγέλης Αποστόλου.

Τρία χρόνια μετρά η διεύρυνση της διάρκειας ζωής του «φρέσκου» γάλακτος από τις πέντε στις επτά ημέρες, που ψήφισε η τότε κυβέρνηση της ΝΔ –υπαναχωρώντας, μετά τη θύελλα αντιδράσεων, από την πρόθεσή της να υιοθετήσει τη σύσταση του ΟΟΣΑ για 11 ημέρες– και δύο χρόνια μετρά η υιοθέτηση από τη σημερινή κυβέρνηση της συγκεκριμένης σύστασης, με το τρίτο μνημόνιο.

Η «ΥΧ» επιχειρεί σήμερα να καταγράψει το αποτύπωμα που άφησε στην εγχώρια παραγωγή αγελαδινού γάλακτος και τις επιπτώσεις που είχε η συγκεκριμένη διάταξη στο εισόδημα και στη θέση του Έλληνα παραγωγού. Το ρεπορτάζ γίνεται ακόμα πιο επίκαιρο, δεδομένου ότι μέσα στον Ιούλιο η κυβέρνηση καλείται να ενημερώσει, με δική της μελέτη, τους δανειστές για τα αποτελέσματα της εφαρμογής των συστάσεων της πρώτης εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ που ενσωματώθηκαν στην εθνική νομοθεσία, μεταξύ αυτών και εκείνες που αφορούν το γάλα.

Τι δείχνουν τα στοιχεία

Εκπρόσωποι των γαλακτοπαραγωγών υποστηρίζουν με σθένος πως το όποιο όφελος το καρπώθηκαν οι γαλακτοβιομηχανίες, κυρίως οι μεγάλοι «παίκτες», που καρπώνονται ούτως ή άλλως το μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα της αγοράς, ενώ αντίθετα οι παραγωγοί είδαν σταδιακά την τιμή του προϊόντος τους να παίρνει την κατιούσα. Τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον δείκτη τιμών καταναλωτή (ΔΤΚ) και του ΕΛΓΟ για τις τιμές παραγωγού είναι ενδεικτικά, τουλάχιστον της αναντιστοιχίας ανάμεσα στους ρυθμούς εξέλιξης των δύο δεικτών.

Ένα το κρατούμενο είναι ότι από τον Μάρτη του 2014, όταν ψηφίστηκε η διεύρυνση της διάρκειας ζωής του γάλακτος στις επτά ημέρες, μέχρι τον προηγούμενο Απρίλη, οπότε υπάρχουν δημοσιευμένα στοιχεία από τον ΕΛΓΟ, η μέση τιμή παραγωγού στο αγελαδινό γάλα μειώθηκε κατά 15,95% (από 45,09 λεπτά το κιλό σε 38,43 λεπτά). Από τον Ιούνιο του 2014, όταν πρακτικά οι γαλακτοβιομηχανίες άρχισαν να βάζουν στις συσκευασίες τις επτά ημέρες, η μέση τιμή παραγωγού κατέγραψε μείωση 12,25% . Ενδεικτικά, η μέση τιμή παραγωγού τον Δεκέμβρη του 2015, συγκρινόμενη με του αντίστοιχου μήνα του 2014, είναι μειωμένη κατά 2,65%, όταν για τους ίδιους μήνες ο ΔΤΚ στο νωπό πλήρες γάλα καταγράφει αύξηση κατά 1,8% .

Εξέλιξη τιμής παραγωγού*

 

2014

2015

2016

2017

Ιανουάριος

45,09

42,91

41,75

38,95

Φεβρουάριος

45,03

42,77

40,84

38,85

Μάρτιος

44,56

42,43

39,17

38,8

Απρίλιος

43,31

42,16

38,28

38,43

Μάιος

43,33

41,98

37,65

 

Ιούνιος

43,14

41,74

37,67

 

Ιούλιος

42,77

41,77

37,87

 

Αύγουστος

42,65

41,67

38,24

 

Σεπτέμβριος

42,79

41,89

38,58

 

Οκτώβριος

42,98

41,88

38,81

 

Νοέμβριος

43,19

41,5

38,94

 

Δεκέμβριος

43,04

41,9

39,04

 

Μέση τιμή έτους

43,52

42,06

38,89

38,75**

*Πηγή: ΕΛΟΓΑΚ & ΕΛΓΟ ** Μ.Τ. Τετραμήνου

Τον Δεκέμβρη του 2016, σε σύγκριση με τον Δεκέμβρη του 2015, η τιμή παραγωγού έχει πέσει κατά 6,83%, με τον αντίστοιχο ΔΤΚ στην υποκατηγορία των γαλακτοκομικών να υπολείπεται κατά πολύ αυτού του ποσοστού, μόλις στο 2,5% . Αξίζει, δε, να σημειωθεί ότι όλο αυτό το διάστημα δίνουν και παίρνουν οι μειώσεις τιμών, εν είδει περιστασιακών προσφορών, σε συγκεκριμένους κωδικούς «φρέσκου» γάλακτος που επιλέγουν οι γαλακτοβιομηχανίες, προκειμένου να διατηρήσουν τα ποσοστά τους σε μια αγορά που δείχνει σημάδια κάμψης της κατανάλωσης στο «φρέσκο» γάλα, με αυξητική τάση στο μακράς διάρκειας.

Όπως μας είπε ο πρόεδρος της Ένωσης Φυλής Χολστάιν Ελλάδας, Θανάσης Βασιλέκας, «οι τιμές στο ράφι δεν μειώθηκαν αντίστοιχα με τις τιμές παραγωγού. Οι δε μειώσεις στην τιμή καταναλωτή είναι κυρίως προσφορές κάποιων δεκαημέρων. Η τιμή παραγωγού διαρκώς συμπιέζεται με δύο τρόπους: Είτε δεν την αυξάνουν όταν πρέπει, είτε τη μειώνουν. Η τιμή παραγωγού όλα τα τελευταία χρόνια, παρόλο που έχουν αυξηθεί όλα τα κόστη, δεν έχει πάρει αύξηση». Αξιοσημείωτη είναι, ακόμη, η παρατήρησή του ότι «έχει στηθεί μια ολόκληρη βιομηχανία με ανακριβή στοιχεία για να εμφανιστεί ως ακριβό το ελληνικό γάλα, όταν στην Ευρώπη το φρέσκο γάλα πωλείται στο 1,2-1,5 ευρώ στα μεγάλα σημεία πώλησης και στο 1,5 ευρώ το μισό λίτρο στα μικρά. Και έρχονται εδώ να μας πουν ότι ο Έλληνας πίνει ακριβά το γάλα και πως αυτό οφείλεται στον παραγωγό!».

Εισαγωγές και ελληνοποιήσεις

Και ενώ, ασφαλώς, κανείς δεν μπορεί να μην πάρει υπόψιν ότι η διαμόρφωση της τιμής παραγωγού εξαρτάται από μια σειρά παραγόντων, μεταξύ άλλων και των διεθνών τιμών και συνδέεται και με τη διεύρυνση της διάρκειας ζωής στο γάλα, όπως επισημαίνει ο πρόεδρος του ΣΕΚ, Τάκης Πεβερέτος.

Aπό τον Μάρτιο του 2014, μέχρι τον προηγούμενο Απρίλη, οπότε υπάρχουν δημοσιευμένα στοιχεία από τον ΕΛΓΟ, η μέση τιμή παραγωγού στο αγελαδινό γάλα μειώθηκε κατά 15,95%.
Aπό τον Μάρτιο του 2014, μέχρι τον προηγούμενο Απρίλη, οπότε υπάρχουν δημοσιευμένα στοιχεία από τον ΕΛΓΟ, η μέση τιμή παραγωγού στο αγελαδινό γάλα μειώθηκε κατά 15,95%.

Μάλιστα, κύκλοι των παραγωγών εκτιμούν ότι η διεύρυνση αυτή έδωσε τη δυνατότητα σε γαλακτοβιομηχανίες να πραγματοποιούν εισαγωγές που οι πέντε ημέρες τις έκαναν απαγορευτικές και ασύμφορες.

Κρούουν, μάλιστα, τον κώδωνα του κινδύνου για μεγέθυνση του φαινομένου των ελληνοποιήσεων από επίδοξους κερδοσκόπους, τόσο στο γάλα όσο και σε άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα, από τη στιγμή που καταργήθηκε η υποχρεωτική αναγραφή της χώρας προέλευσης μετά τη διεύρυνση της διάρκειας ζωής στο γάλα και ενώ δεν είναι υποχρεωτική η καταγραφή των εισαγωγών από χώρες της ΕΕ. «Εμείς φωνάζουμε για τις ελληνοποιήσεις. Παραμένει το ερώτημα: Γίνεται έλεγχος του εισαγόμενου γάλακτος; Καταγράφονται οι εισαγωγές; Η κατάσταση είναι ανεξέλεγκτη, και δεν είναι τυχαίο ότι επανέρχεται στην επικαιρότητα η υποχρεωτική αναγραφή της προέλευσης, ούτε ανεξάρτητο από τις εξελίξεις που έφερε η απελευθέρωση της διάρκειας ζωής στο γάλα», σημειώνει ο κ. Πεβερέτος.

Τον προβληματισμό ενισχύουν τα στοιχεία που αποτυπώνουν την εξέλιξη της εγχώριας παραγωγής σε σχέση με το ζωικό κεφάλαιο τα τελευταία τρία χρόνια, τα οποία μπορούν να χαρακτηριστούν… επιεικώς ανακόλουθα: Tο 2014, το ζωικό κεφάλαιο στη χώρα ανερχόταν σε 120.000 αγελάδες και η παραγωγή γάλακτος σε 650.000 τόνους. Σήμερα, υπολογίζεται ότι το ζωικό κεφάλαιο έχει μειωθεί στις 80.000 αγελάδες, με δεκάδες κτηνοτροφικές μονάδες να έχουν βγει εκτός παραγωγής και κτηνοτρόφους να έχουν εγκαταλείψει το επάγγελμα, και η παραγωγή σε 600.000-610.000 τόνους, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία.

Το παράδοξο του να έχει μειωθεί το κεφάλαιο κατά 33,34% και η «παραγωγή» μόνο κατά το 1/5 περίπου αυτής της μείωσης, ήτοι κατά 6,16%-7,7%, είναι κάτι που μάλλον θα πρέπει να εξηγήσουν τα επιτελεία των αρμόδιων φορέων, όπως σχολίασε στην «ΥΧ» ανώτερο στέλεχος του κτηνοτροφικού χώρου.

Την άποψη ότι, με τα υπάρχοντα δεδομένα, η μόνη προστασία και για τον παραγωγό και για τον καταναλωτή είναι να αναγράφεται η χώρα προέλευσης εξέφρασε, μιλώντας στην «ΥΧ», ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Συνδέσμου Αγελαδοτρόφων Γαλακτοπαραγωγής, Γιώργος Κεφαλάς. Οι εισαγωγές, όπως είπε, αυξήθηκαν μετά τη διεύρυνση της διάρκειας ζωής του φρέσκου γάλακτος, ωστόσο δεν υπάρχουν αποτυπωμένα τα ακριβή μεγέθη, γιατί δεν προβλέπεται η υποχρέωση γνωστοποίησης των ποσοτήτων από την πλευρά των εισαγωγέων.

Στις επτά μέρες «ισορρόπησε» η αγορά

 «Οι περισσότερες βιομηχανίες –και οπωσδήποτε οι συνεταιρισμοί– δεν αξιοποίησαν τις 11 ημέρες, γιατί ξέρουν ότι υπάρχει κίνδυνος για την υγεία», εκτιμά ο πρόεδρος του ΣΕΚ, Τάκης Πεβερέτος. Όπως εξηγεί, το γάλα, όταν παστεριώνεται στους 72 βαθμούς, δεν αντέχει πάνω από 6 μέρες με ασφάλεια, «και αυτό», υπογραμμίζει, «το τονίζαμε σε όλους τους τόνους». Ειδικά το καλοκαίρι, όταν μένουν έξω από τα σούπερ μάρκετ μέχρι να τα βάλουν μέσα, τα μικρόβια ανεβαίνουν ιλιγγιωδώς. Γι’ αυτό περνούσαν στο άλλο επίπεδο, που είναι το υψηλής θερμικής επεξεργασίας. «Δεν παίρνουν αυτό το ρίσκο. Πάνω από τους 72 βαθμούς πας στην κατηγορία της υψηλής παστερίωσης, δεν μπορούν να το πουν φρέσκο. Οι βιομηχανίες δεν έφτασαν στο σημείο να λένε γάλα φρέσκο 11 ημερών, γιατί δεν θα ήταν ασφαλές όταν έχει υποστεί επεξεργασία για 15 δευτερόλεπτα στους 72 βαθμούς, όπως προβλέπει ο κώδικας Τροφίμων και Ποτών για το φρέσκο παστεριωμένο γάλα», κατέληξε.

«Τα τυπικά μένουν για την αναγραφή προέλευσης»

«Η τιμή παραγωγού πήγε από τα 45 λεπτά στα 39 που είναι τώρα, μείωση η οποία δεν μπορεί κανείς να πει ότι είναι τέτοια –και μάλιστα σε συνθήκες κρίσης– που οφείλεται στη διεύρυνση της διάρκειας ζωής του γάλακτος. Ίσως κατά ένα μικρό ποσοστό», δήλωσε στην «ΥΧ» ο αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Γιάννης Τσιρώνης. Ερμηνεύοντας την –κατά 7%-8%, σύμφωνα με τις υπηρεσίες του υπουργείου– πτώση της κατανάλωσης, ο κ. Τσιρώνης εξέφρασε την άποψη ότι κατά ένα μικρό μέρος οφείλεται στην κρίση, αλλά και στο γεγονός ότι «οι συνεταιρισμοί που μπήκαν στην κατανάλωση και μπορεί να έχουν πάρει ένα ποσοστό της τάξης του 3%-4%, δεν καταγράφονται στις πωλήσεις, καθώς δεν διακινούν το γάλα μέσα από τα σούπερ μάρκετ». Μεταξύ άλλων, υποστήριξε ότι είναι τυπικό θέμα που άπτεται των κοινοβουλευτικών διαδικασιών η ψήφιση της διάταξης για την υποχρεωτική αναγραφή της χώρας προέλευσης.

Γιατί «ξίνισε» το γάλα ημέρας

Στον αντίποδα της διεύρυνσης της διάρκειας ζωής του παστεριωμένου γάλακτος, θεσμοθετήθηκε και το λεγόμενο «γάλα ημέρας». Το γάλα, δηλαδή, που συσκευάζεται μέσα σε 24 ώρες από την άμελξη και έχει διάρκεια ζωής 48 ωρών στο ψυγείο. Τη δυνατότητα αυτήν αξιοποίησαν για ένα διάστημα ορισμένες γαλακτοβιομηχανίες, οι οποίες, ωστόσο, στην πορεία την εγκατέλειψαν. Σύμφωνα με ανώτερο στέλεχος μεγάλης γαλακτοβιομηχανίας «η λογική του “γάλακτος ημέρας” ήταν να μπει στα μικρά σημεία πώλησης, όχι δηλαδή στα σούπερ μάρκετ, και να λειτουργήσει υπέρ των μικρότερων τοπικών γαλακτοβιομηχανιών». Ο ίδιος εκτιμά ότι «ωστόσο, δεν “περπάτησε”, γιατί πολεμήθηκε από τις αλυσίδες του λιανεμπορίου, ενώ και το κόστος για βιομηχανίες ήταν υψηλό, πόσω μάλλον για τις μικρότερες μονάδες».

ΣΥΝΟΛΟ ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ ΚΑΙ ΜΙΝΙ ΜΑΡΚΕΤ ΕΛΛΑΔΑΣ

 

ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΣΕ ΛΙΤΡΑ

 

2015

2016

ποσοστό μεταβολής

2016**

2017**

ποσοστό μεταβολής

ΣΥΝΟΛΟ ΛΕΥΚΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ

330.039.250

282.285.721

-14,5

136.601.326

122.643.516

-10,2

ΦΡΕΣΚΟ

132.512.587

113.283.847

-14,5

55.029.220

49.785.628

-9,5

ΥΨΗΛΗΣ ΠΑΣΤΕΡΙΩΣΗΣ

106.164.181

93.858.481

-11,6

45.441.338

41.168.767

-9,4

ΜΑΚΡΑΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ

4.045.345

4.208.208

4,0

1.918.994

2.165.438

12,8

 

ΑΞΙΑ ΠΩΛΗΣΕΩΝ

 

2015

2016

ποσοστό μεταβολής

2016**

2017**

ποσοστό μεταβολής

ΣΥΝΟΛΟ ΛΕΥΚΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ

397.390.881

338.740.677

-14,8

164.066.954

143.203.264

-12,7

ΦΡΕΣΚΟ

154.480.445

132.748.342

-14,1

64.612.450

56.240.848

-13,0

ΥΨΗΛΗΣ ΠΑΣΤΕΡΙΩΣΗΣ

145.556.077

128.482.075

-11,7

61.916.936

54.544.992

-11,9

ΜΑΚΡΑΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ

5.355.968

5.213.220

-2,7

2.430.987

2.520.987

3,7

 

* Τα στοιχεία αφορούν το σύνολο της  Ελλάδος για Καταστήματα Τροφίμων μεγαλύτερα των 100 τ.μ. σε Ηπειρωτική Ελλάδα και Κρήτη (εξαιρούνται τα Νησιά Ιονίου και Αιγαίου & η LIDL)
** Στοιχεία μέχρι και τις 17 Ιουνίου 2017
Πηγή: Nielsen για την “ΥΧ”

«Κουρασμένη» η εγχώρια αγορά

Τα πιο πρόσφατα στοιχεία που αποτυπώνουν τις πωλήσεις του γάλακτος (σύγκριση πρώτου εξαμήνου 2017 προς το αντίστοιχο του 2016), τα οποία δημοσιεύει σήμερα η «YX», δείχνουν σημαντική κάμψη των πωλήσεων του λευκού γάλακτος σε όλες τις κατηγορίες, πλην εκείνης του μακράς διάρκειας. Στελέχη της γαλακτοβιομηχανίας κάνουν λόγο για «κουρασμένη» αγορά, που αποδίδουν κατά κύριο λόγο στη συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών. Οι βιομηχανίες φαίνονται να αντιμετωπίζουν αυτή τη συρρίκνωση με τις αλλεπάλληλες προσφορές, προκειμένου να διασώσουν τα μερίδιά τους, επιδιδόμενες σε έναν «πόλεμο τιμών», κυρίως στην κατηγορία του «φρέσκου» γάλακτος, που εμφανίζει και τη μεγαλύτερη πτώση σε όγκο πωλήσεων. Αυτό, άλλωστε, μαρτυρούν και τα ποσοστά της πτώσης της αξίας των πωλήσεων στο γάλα, καθώς το ποσοστό της μείωσης του όγκου είναι μικρότερο από εκείνο της μείωσης της αξίας (το πρώτο εξάμηνο του 2017 ο όγκος πωλήσεων μειώθηκε κατά 9,5% σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2016, ενώ σε αξία «χάθηκε» ποσοστό 13%). Μέρος αυτού του κόστους, η γαλακτοβιομηχανία το μετακυλίει στους παραγωγούς, μειώνοντας την τιμή της πρώτης ύλης.