Δρεπτά άνθη: Μόνο η εξωστρέφεια μπορεί να φέρει την ανάπτυξη για τον κλάδο

Δρεπτά άνθη: Μόνο η εξωστρέφεια μπορεί να φέρει την ανάπτυξη για τον κλάδο

Ένας κλάδος της φυτικής παραγωγής με εξαγωγικό προσανατολισμό και δυνατότητες για μεγαλύτερη ανάπτυξη, που, όμως, «κατατρύχεται» από το υψηλό καλλιεργητικό κόστος και –εσχάτως– από τα νέα δυσβάσταχτα φορολογικά και ασφαλιστικά βάρη που αντιμετωπίζουν οι καλλιεργητές, είναι αυτός της δρεπτής ανθοκομίας.

Η εικόνα

Ο μέσος όρος των καλλιεργήσιμων εκτάσεων δρεπτών λουλουδιών ανέρχεται σε 5-6 στρέμματα. Πρόκειται, κυρίως, για εκμεταλλεύσεις μεσαίου μεγέθους και οικογενειακού χαρακτήρα, κλειστού (θερμοκήπια) και ανοιχτού (υπαίθρια) κήπου. Όπως μας ενημερώνει ο Θ. Κελμάγερ, πρόεδρος του Αγροτικού Ανθοκομικού Συνεταιρισμού Αθηνών, με 82 μόνιμα μέλη και 65 φιλοξενούμενα, που εκπροσωπούν περίπου το 80% της συνολικής εγχώριας πρωτογενούς παραγωγής του κλάδου, οι παραγωγοί δραστηριοποιούνται, ως επί το πλείστον, στις περιοχές του Μαραθώνα και του Γαλατά Τροιζηνίας. Μια τρίτη περιοχή, η οποία εξειδικεύεται στα άνθη, είναι η Ιεράπετρα στην Κρήτη και, ακόμη, η Σάμος με επίκεντρο την ορχιδέα, ο Πύργος Ηλείας, ενώ μια μονάδα με σημαντική εξαγωγική δυναμική στο λίλιουμ και το οριεντάλ εδρεύει στην Κω. Παραγωγοί λουλουδιών δραστηριοποιούνται και στο Μενίδι, ενώ στην Αττική, τα τελευταία χρόνια, είναι λιγότεροι απ’ ό,τι τα προηγούμενα, λόγω της έντονης αστικοποίησης της περιοχής. Απ’ όλες τις παραπάνω εκμεταλλεύσεις, τα 1.350 στρέμματα αφορούν υπαίθριες καλλιέργειες και τα 680 στρέμματα αφορούν θερμοκήπια.

Ιδιαιτερότητες

Τα προβλήματα, που εστιάζονται, κυρίως, στο υψηλό κόστος της καλλιέργειας ανθέων, σε συνδυασμό με το γενικότερο οικονομικό κλίμα που διαμορφώνεται τα τελευταία χρόνια, το οποίο δεν θα μπορούσε να αφήσει στο απυρόβλητο και τον συγκεκριμένο κλάδο, διαμορφώνουν μια φθίνουσα πορεία στην καλλιέργεια, όπως αυτή αποτυπώνεται στους αριθμούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με τον Θ. Κελμάγερ, το 2009, ο συνεταιρισμός αριθμούσε 180 ενεργά μέλη, μέχρι και το 2016 είχαν μειωθεί στα 123. Με την αλλαγή του χρόνου, από το 2016 προς το 2017, με τα νέα φορολογικά και ασφαλιστικά μέτρα τα μέλη έφτασαν τα 85, κυρίως λόγω απόσυρσης από τον κλάδο της ανθοκομίας, καθώς στρέφονται προς τα κηπευτικά, αναζητώντας χαμηλότερο κόστος παραγωγής ή εγκαταλείπουν συνολικά την καλλιέργεια.

Αξιοσημείωτο είναι ότι ο κλάδος της ανθοκομίας βρίσκεται αντιμέτωπος με τα ακραία καιρικά φαινόμενα χειμώνα-καλοκαίρι και, μάλιστα, όλο και πιο έντονα τα τελευταία χρόνια, με την αύξηση της θερμοκρασίας που καθιστά τα φυτά πολύ πιο ευαίσθητα. Ως αποτέλεσμα, παρατηρούνται νέες ασθένειες, που δεν ήταν συνήθεις τα προηγούμενα χρόνια. Οι πολύ υψηλές εξωτερικές θερμοκρασίες των 43-44 βαθμών Κελσίου μέσα στο καλοκαίρι, που στο θερμοκήπιο φτάνουν τους 47-48 βαθμούς Κελσίου και το βράδυ πέφτουν στους 20 βαθμούς Κελσίου, δημιουργούν συνθήκες στρες στα φυτά, με αποτέλεσμα να επηρεάζονται αρνητικά τόσο η παραγωγή όσο και η ποιότητα των φυτών. Επίσης, το κόστος αντιμετώπισης με τα πάνελ δροσισμού και την υδρονέφωση έρχεται να ανεβάσει το συνολικό κόστος παραγωγής. Μάλιστα, όπως σημειώνουν εκπρόσωποι των καλλιεργητών, αυτό είναι ένα δεδομένο που δεν έχουν να αντιμετωπίσουν οι παραγωγοί στην Ολλανδία και στη Γερμανία, όπου τα ακραία καιρικά φαινόμενα περιορίζονται στον πάγο και στο χιόνι.

Εξαγωγικός προσανατολισμός

Οι εξαγωγές του ελληνικής καλλιέργειας άνθους κατευθύνονται, κατά κύριο λόγο, σε χώρες της βαλκανικής και στην Κύπρο. Αξιοσημείωτες είναι οι εξαγωγές, σε εβδομαδιαία βάση, προς την Αλβανία, με αξιόλογες ποσότητες σε ζέρμπερα, γυψόφυλλο και λίλιουμ. Οι άλλες βαλκανικές χώρες κάνουν περιστασιακού χαρακτήρα εισαγωγές από την Ελλάδα, σε επετειακές γιορτές, οπότε και καταγράφεται πολύ αυξημένη ζήτηση σε χρυσάνθεμα, γυψόφυλλα και ζέρμπερες.

Η ελληνική ανθοκομία όχι μόνο μόνο έχει δυνατότητες να αυξήσει σημαντικά τα μερίδια προς τις υφιστάμενες αγορές και «γιατί όχι, να ανοιχτεί και προς τη Μ. Ανατολή», μας λέει ο Θ. Κελμάγερ. Όπως επισημαίνεται από κύκλους των ανθοκόμων, η εξαγωγική δραστηριότητα είναι ο μόνος δρόμος. Για να επιτευχθεί αυτό, επισημαίνουν, βασική προϋπόθεση είναι να αντιμετωπιστεί το υψηλό καλλιεργητικό, αλλά και το μεταφορικό κόστος.

Ανισότητα στον ΦΠΑ

Ως «αδικία» σε βάρος του δρεπτού λουλουδιού αντιμετωπίζουν οι καλλιεργητές τον ΦΠΑ 24%, με τον οποίο επιβαρύνεται η τιμή του στον τελικό καταναλωτή, όταν το γλαστρικό έχει ΦΠΑ 13%, παρόλο που, όπως επισημαίνουν, και τα δύο διακινούνται από το ίδιο σημείο πώλησης, το ανθοπωλείο. Αυτό, όπως υποστηρίζουν, υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα του πρώτου, αν και έχει πολύ μικρότερη διάρκεια ζωής.

Τα είδη

Στροφή προς την εξιδίκευση

Στην Ελλάδα, καλλιεργούνται 90 διαφορετικά είδη με τις επιμέρους ποικιλίες τους και 40 είδη σε φυλλώματα και πρασινάδες, με χαρακτηριστική τάση προς τη μονοκαλλιέργεια, η οποία διευκολύνει την καλύτερη διαχείριση της καλλιέργειας και τον περιορισμό του κόστους. Στην προτίμηση των καταναλωτών τα σκήπτρα εξακολουθεί να κρατάει ο «βασιλιάς» των λουλουδιών, που δεν είναι άλλος από το τριαντάφυλλο. Ωστόσο, το γενικότερο οικονομικό κλίμα του έχει στερήσει έδαφος, καθώς είναι ένα ακριβό άνθος και οι καταναλωτές δείχνουν μια στροφή προς εποχικά εξωτερικού χώρου, όπως είναι οι φρέζιες, οι νεραγκούλες, οι ανεμώνες, αλλά και νέα είδη, όπως ο λυσίανθος.