Ελληνοποιήσεις και παιχνίδια τιμών στη Φλώρινα

Να δώσει την ευκαιρία στους καταναλωτές να επιλέξουν τα προϊόντα που αγοράζουν, και στους κτηνοτρόφους το δικαίωμα να επιβιώσουν, καλεί την πολιτεία και το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης ο αντιπρόεδρος του Κτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Αιγοπροβατοτροφίας περιοχής Αμυνταίου, Χαράλαμπος Ματενίδης, με αφορμή τις αθρόες εισαγωγές αιγοπρόβειου γάλακτος στη χώρα μας και τις ελληνοποιήσεις στο γάλα και στα προϊόντα που παράγονται από αυτό -και κυρίως της φέτας.

Αν και, όπως τονίζει ο κ. Ματενίδης, δεν είναι αρμοδιότητα του συνεταιρισμού να ερευνά αν γίνονται παράνομες ελληνοποιήσεις από γαλακτοβιομηχανίες και επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα αυτόν, αλλά ευθύνη του κράτους, ωστόσο γνωρίζει πως γίνονται αθρόες εισαγωγές, που έχουν ως αποτέλεσμα να πλήττεται ο κλάδος από τον αθέμιτο ανταγωνισμό και οι τιμές των παραγωγών να συμπιέζονται καθημερινά προς τα κάτω. Ο κτηνοτροφικός κλάδος, όπως σημειώνει, είναι η μεγαλύτερη μεταποιητική βιομηχανία που υπάρχει και λειτουργεί σήμερα στην Ελλάδα. «Εμείς παίρνουμε πρώτες ύλες, αγροτικά προϊόντα, παράγουμε γάλα κι από το γάλα παράγεται ένα από τα 3 – 4 πιο εξαγώγιμα προϊόντα της χώρας μας», επισημαίνει και κάνει έκκληση να μη φτάσει η αιγοπροβατοτροφία στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα η αγελαδοτροφία και το αγελαδινό γάλα.

Οι ελληνοποιήσεις, σύμφωνα με τον κ. Ματενίδη, είναι αποτέλεσμα της διαχρονικής αδιαφορίας της ελληνικής πολιτείας για τον πρωτογενή τομέα αλλά και της έλλειψης σχεδιασμού και στρατηγικής. «Πριν από λίγες ημέρες, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης αναφέρθηκε στο θέμα των ελέγχων κι έβαλε χρονικό περιθώριο τον ερχόμενο Οκτώβριο. Για εμάς σημαίνει ότι χάνουμε δύο σεζόν, γιατί από το γάλα που παίρνουν τώρα, τα προϊόντα που παράγονται θα βρίσκονται στην κατανάλωση έως το 2018», τονίζει.

ΠΟΠ… εισαγωγής(;)

Ο αντιπρόεδρος του Συλλόγου καλεί ταυτόχρονα το υπουργείο να τηρεί τις δεσμεύσεις του και να διασφαλίζει το αυτονόητο, ότι τα προϊόντα παράγονται και πωλούνται για τους ορθούς λόγους. «Εμάς, ως συνεταιρισμός και ως αιγοπροβατοτρόφοι, μας καίει ιδιαίτερα το θέμα. Την περσινή σεζόν έλεγαν οι εταιρείες ότι γίνονται πολλές εισαγωγές αιγοπρόβειου γάλακτος σε μια τιμή, π.χ. από 75-85 λεπτά», λέει ο κ. Ματενίδης και προσθέτει: «Έναν χρόνο μετά, μας λένε ότι με εκείνο το γάλα παράχθηκαν τυριά αιγοπρόβεια. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, σε πολλές περιπτώσεις να αναμίχθηκε το γάλα και να έγινε ακόμη και ΠΟΠ».

Οι εταιρείες αυτές, όπως καταγγέλλει ο κ. Ματενίδης, πωλούν το τυρί σε πολύ χαμηλές τιμές, με αποτέλεσμα να συμπιέζονται οι τιμές του παραγωγού και κυρίως αυτών που παράγουν ετησίως μικρότερες ποσότητες γάλακτος, έως 30 τόνους. «Αυτό είναι ένα τραγικό γεγονός για εμάς. Σε μια Ελλάδα όπου τα πάντα αυξάνονται, φτάνουμε στο σημείο να μειώνονται μόνο οι τιμές του παραγωγού, που στην περιοχή της Φλώρινας κυμαίνονται από 3-5 λεπτά», αναφέρει χαρακτηριστικά. Σημειώνει επίσης ότι ο ΕΛΟΓΑΚ, ο υπεύθυνος οργανισμός για τη διακίνηση του γάλακτος μέσα στην ελληνική επικράτεια, θα έπρεπε να προστατεύει τα συμφέροντα των κτηνοτρόφων. «Από τη στιγμή που ως παραγωγοί είμαστε υποχρεωμένοι στα τιμολόγια παράδοσης του γάλακτος να πληρώνουμε εισφορές υπέρ του ΕΛΟΓΑΚ, θα έπρεπε και ο Οργανισμός να μεριμνά για την προστασία μας».

Ναι στις εισαγωγές με διαφάνεια

Ο αντιπρόεδρος του Συλλόγου δεν αντιτίθεται στις εισαγωγές πρόβειου γάλακτος αλλά, όπως λέει, πρέπει να γνωρίζουμε τι παράγεται από αυτή την εισαγόμενη πρώτη ύλη, από την οποία παράγονται βασικά διατροφικά προϊόντα και ταυτόχρονα κάνει λόγο για άμεση εξαπάτηση του καταναλωτή από την στιγμή που δε γνωρίζει από ποιο μέρος προέρχεται η πρώτη ύλη. «Εμείς, όταν αγοράζουμε ζωοτροφές, οι εταιρείες αναφέρουν ότι είναι π.χ. καλαμπόκι ελληνικό, βουλγαρικό ή ρουμανικό και έχει αυτές τις τιμές.

Εμείς επιλέγουμε την πρώτη ύλη. Γιατί οι εταιρείες να μη δίνουν τη δυνατότητα να επιλέξουν το προϊόν οι καταναλωτές;», αναρωτιέται και ζητά ταυτόχρονα να υπάρξει διαφάνεια στις εισαγωγές του γάλακτος, με αναρτήσεις στο διαδίκτυο όπου θα αναφέρονται οι εισαγόμενοι τόνοι του γάλακτος και οι τόνοι προϊόντων που έχουν παραχθεί από αυτό. Ο κ. Ματενίδης κρούει, τέλος, τον κώδωνα του κινδύνου για τη βιωσιμότητα των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων εξαιτίας των εισαγωγών και τονίζει πως όσο διαρκεί αυτή η κατάσταση, οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να επιβιώσουν.

Αν και ως συνεταιρισμός με 100 μέλη-παραγωγούς με μικρές και μεγάλες μονάδες δεν έχουν προς το παρόν απώλειες και δεν έχει κλείσει κάποια κτηνοτροφική επιχείρηση, ωστόσο τονίζει ότι δεν γνωρίζει πόσο θα αντέξει ο συνεταιρισμός, αφού στην ουσία είναι αυτοχρηματοδοτούμενος. «Σε όλη τη Δυτική Μακεδονία υπάρχει μια ιδιαιτερότητα που έχει να κάνει με τη γεωγραφία της περιοχής», επισημαίνει, «καθώς ο μέσος όρος των μονάδων αιγοπροβατοτροφίας κυμαίνεται στα 150 – 200 ζώα. Το γεγονός ότι είναι μια απομακρυσμένη περιοχή και τα χωριά απλωμένα, χρησιμοποιείται και ως δικαιολογία από τις εταιρείες για να ρίξουν τις τιμές, με το σκεπτικό ότι έχουν αυξημένα λειτουργικά κόστη για να συλλέξουν το γάλα. Αυτός είναι ένας ακόμη λόγος για να συμπιέζονται οι τιμές», καταλήγει.