Ερυθρές: Πάει πίσω η σπορά ξερικού πεπονιού

Μειωμένες θα είναι και οι εκτάσεις

xeriko-peponi-kalliergeia

Στις Ερυθρές Αττικής και της ευρύτερης περιοχής της Θήβας, η παραγωγή του ξερικού πεπονιού αποτελεί την πρώτη ή δεύτερη επιλογή για πολλούς αγρότες. Για πολλές δεκαετίες αυτή την εποχή οι παραγωγοί ξεκινούσαν τη σπορά. Τα χιόνια του χειμώνα και οι πρώτες βροχές της άνοιξης προετοίμαζαν τα χωράφια ώστε να υποδεχθούν το σπόρο και να ξεκινήσει η παραγωγή. Η κλιματική αλλαγή όμως με τα έντονα ξερικά φαινόμενα μετακινεί τη σπορά στο επόμενο χρονικό διάστημα. Υπάρχει βέβαια και ο κίνδυνος οι παραγωγοί να μην καταφέρουν να σπείρουν. Σύμφωνα με τον Τάσο Τζαβάρα, γεωπόνο από τις Ερυθρές με πολύχρονη εμπειρία στην καλλιέργεια του ξερικού πεπονιού, οι καιρικές συνθήκες είναι ακατάλληλες για την καλλιέργεια του ξερικού πεπονιού:

«Η έντονη ξηρασία του τελευταίου διαστήματος συμπίπτει χρονικά με την έναρξη της σποράς των ξερικών πεπονιών στην περιοχή μας. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να ματαιωθεί το καλλιεργητικό πλάνο των αγροτών μας. Αρκετοί παραγωγοί έχουν ήδη αποφασίσει να μειώσουν τις καλλιεργούμενες εκτάσεις».

Δυνατότητες για βιολογική παραγωγή

Η διαδικασία της καλλιέργειας του ξερικού πεπονιού, όπως μας την περιγράφει ο κ.Τζαβάρας, βρίσκεται πολύ κοντά στις αρχές της βιολογικής πρακτικής:

«Ξεκινάμε με ένα ελαφρύ όργωμα, όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν. Στη συνέχεια γίνεται η κατεργασία του εδάφους, ώστε να δημιουργηθεί το κατάλληλο υπόστρωμα για να δεχθεί τους σπόρους. Η σπορά του πεπονιού γίνεται με σπαρτικές μηχανές και, για μικρές εκτάσεις, με το χέρι. Οι αποστάσεις φύτευσης είναι 0,80 έως 1 μέτρο και από γραμμή σε γραμμή 2,5 μέτρα. Η ξερική καλλιέργεια δεν έχει μεγάλες απαιτήσεις σε θέματα φυτοπροστασίας, αρκεί να εφαρμόζονται οι αρχές της ορθής γεωργικής πρακτικής. Για τον λόγο αυτόν, η πεπονιά μπορεί να ενταχθεί και στη βιολογική γεωργία, διότι και στα προγράμματα φυτοπροστασίας χρησιμοποιούνται βιολογικά σκευάσματα, όπως και στη συμβατική».

Ποιοτική η διαφορά με το ποτιστικό

Επισημαίνοντας τη διαφορά στον τρόπο καλλιέργειας του ποτιστικού με το ξερικό πεπόνι, ο κ. Τζαβάρας εξήγησε τα πλεονεκτήματα του ξερικού, αλλά και τη μεγάλη αδυναμία προώθησής του. «Όπως είναι γνωστό, το πεπόνι δεν έχει μεγάλες απαιτήσεις σε νερό για να αναπτυχθεί. Σίγουρα όμως στο αρχικό στάδιο η παρουσία νερού ακόμη και σε μικρό ποσοστό βοηθά στην ομαλή ανάπτυξη του φυτού.

Η καλλιέργεια σε ποτιστικά χωράφια έχει πολύ μεγαλύτερες αποδόσεις, οι οποίες μπορούν να φτάσουν και τους 4-5 τόνους το στρέμμα. Το ξερικό πεπόνι κυμαίνεται από 800 έως 1.200 κιλά το στρέμμα, με μηδενικές σχεδόν εισροές. Μία καλή διαχείριση με αμειψισπορά και χρήση ψυχανθών σίγουρα θα δώσει ένα καλύτερο αποτέλεσμα. Το ξερικό πεπόνι των Ερυθρών υπερέχει σε γεύση και μπορεί να συντηρηθεί ευκολότερα από το ποτιστικό. Δυστυχώς, όμως, αν και καλλιεργούμε στην περιοχή μας πολλά χρόνια ξερικά πεπόνια, δεν κατορθώσαμε να του δώσουμε μία τοπική ταυτότητα. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να πωλείται ως ένα κοινό πεπόνι και την προστιθέμενη αξία της ποιότητας δεν την καρπώνεται ο παραγωγός. Χρόνο με τον χρόνο, λοιπόν, οδηγούμαστε στη μείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων. Από τα 3.500 στρέμματα, για φέτος προβλέπεται μια μείωση της τάξης του 30%-40%».

 

Συλλογική επιχειρηματικότητα

Κλείνοντας, ο κ. Τζαβάρας αναφέρθηκε στη δημιουργία Ομάδας Παραγωγών ξερικού πεπονιού. «Η αναγκαιότητα των καιρών μάς επιβάλλει τη δημιουργία Ομάδας Παραγωγών για την καλύτερη προώθηση των αγροτικών μας προϊόντων. Το κλίμα από την πλευρά των παραγωγών, και κυρίως των νεοτέρων, είναι η στροφή προς τη συλλογική επιχειρηματικότητα. Πιστεύω το επόμενο διάστημα να έχουμε θετικά αποτελέσματα».