Ε. Ευθυμιάδης: Ευκαιρία για μεγαλύτερη εξαγωγική δραστηριότητα η σποροπαραγωγή

Ευκαιρία για μεγαλύτερη εξαγωγική δραστηριότητα η σποροπαραγωγή

Τις απόψεις του για τον τρόπο λειτουργίας των αγροτικών εισροών διατυπώνει στην «ΥΧ» ο πρόεδρος της Ένωσης Παραγωγών και Εμπόρων Σπόρων (ΕΕΠΕΣ). Ο κ. Ευθύμιος Ευθυμιάδης παρουσιάζει, επίσης, τις σκέψεις του για το πώς μπορούν η γεωργία και η ελληνική οικονομία να βγουν από την κρίση. Τέλος, αναφέρεται στις τάσεις εξωστρέφειας που χαρακτηρίζουν τις επιχειρήσεις του κλάδου, οι οποίες μπορούν να συμβάλουν ώστε η Ελλάδα να μετατραπεί σε ανταγωνιστική χώρα παραγωγής σπόρου.

Ο Έλληνας αγρότης έχει να αντιμετωπίσει ιδιαίτερα υψηλό κόστος παραγωγής, από τα υψηλότερα της ΕΕ. Προφανώς, η αγορά εισροών είναι προβληματική. Πού οφείλεται αυτό και πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί κατά τη γνώμη σας;

Ευκαιρία για μεγαλύτερη εξαγωγική δραστηριότητα η σποροπαραγωγήΚατά τη γνώμη μου, αν κάτι είναι «προβληματικό», αυτό είναι η δομή της ελληνικής γεωργίας και το πώς αναπτύχθηκε τις τελευταίες δεκαετίες. Με μέσο κλήρο ανά παραγωγό όλο κι όλο στα 45 στρέμματα για τις «εκτατικές» καλλιέργειες, όταν στη γειτονική Ρουμανία το αντίστοιχο νούμερο είναι κάποιες χιλιάδες στρέμματα (!), πώς να υπάρξουν οικονομίες  κλίμακας σε όλα τα επίπεδα;

Το πλαίσιο λειτουργίας των εταιρειών αγροτικών εισροών στη χώρα μας αναγκαστικά διαφέρει πολύ από των υπολοίπων χωρών, ακόμη και του Ευρωπαϊκού Νότου. Στην αξία των εισροών, εκτός από το πολύ κοστοβόρο μοντέλο διανομής που πρέπει να υποστηριχθεί για να φτάσουν τα προϊόντα και στον τελευταίο αγρότη του μικρότερου νησιού στη χώρα μας,  αναγκαστικά ενσωματώνεται, επιπλέον, και μια αξία υπηρεσίας για την καθοδήγηση-υποστήριξη των αγροτών στις καλλιέργειές τους, μια και η τεχνική τους επάρκεια, δυστυχώς, δεν φτάνει για να το πράξουν από μόνοι τους.

Τέλος, πέρα από τα παραπάνω, υπάρχει και μια σειρά από άλλους αρνητικούς παράγοντες στην Ελλάδα που επιβαρύνουν το κόστος των εισροών σε σχέση με άλλες χώρες, οι οποίοι, μάλιστα, δεν εξαρτώνται κι από τις επιχειρήσεις (π.χ. ο αυξημένος ΦΠΑ, οι μεγάλες ασφαλιστικές εισφορές, οι «κρυφοί» και μη φόροι, κλπ).

Στο δικό σας κλάδο τι συμβαίνει;

Σε κάποιες καλλιέργειες οι τιμές του πιστοποιημένου σπόρου στην Ελλάδα είναι όντως λίγο ακριβότερες από τις τιμές άλλων χωρών (όπως π.χ. στο σπόρο σταριού σε σχέση με την γειτονική μας Βουλγαρία), σε άλλες καλλιέργειες είναι αντίστοιχες με τις τιμές στην υπόλοιπη Ευρώπη, ενώ σε κάποιες είναι και φθηνότερες (όπως π.χ. στο σπόρο καλαμποκιού σε σχέση με τη γειτονική Ιταλία).

Πώς θα μπορούσαμε ως χώρα να παράξουμε περισσότερη προστιθέμενη αξία σε όλο αυτό που ονομάζουμε αγροδιατροφική αλυσίδα, να παράξουμε και να εξάγουμε, για παράδειγμα, σπόρους αντί να εισάγουμε;

Είναι αλήθεια ότι με την είσοδό μας στην ΕΕ, για κάποια χρόνια επικράτησε στην Ελλάδα μια «ξενομανία», ακόμη και στο κομμάτι των σπόρων σποράς! Βέβαια, στο γεγονός αυτό συνέβαλε και η κατάρρευση της κρατικής έρευνας για νέες βελτιωμένες τοπικές ποικιλίες, όπως και η αδιαφορία για τοπική σποροπαραγωγή.

Τα τελευταία χρόνια, όμως, αυτή η τάση έχει αρχίσει να αντιστρέφεται. Ορισμένες τοπικές ιδιωτικές εταιρείες επενδύουν, πλέον, στην έρευνα και ανάπτυξη νέου γενετικού υλικού για συγκεκριμένα είδη (όπως π.χ. το βαμβάκι). Αντίστοιχα, στα είδη όπου το πολύ μεγάλο κόστος της βασικής έρευνας σε σχέση με τις δυνατότητες των τοπικών εταιρειών την καθιστά πρακτικά «απαγορευτική», έχει αρχίσει να επικρατεί το μοντέλο της τοπικής σποροπαραγωγής, έστω κι αν το μητρικό υλικό έρχεται από άλλη χώρα (όπως π.χ. σποροπαραγωγή νέων ποικιλιών βάμβακος, μηδικής, σιτηρών, κλπ). Η προσπάθεια αυτή μπορεί και πρέπει να συνεχισθεί ακόμη πιο δυναμικά. Και εδώ, θέλουμε και την συνδρομή των επίσημων αρχών.

Η Ελλάδα εδαφοκλιματικά αποτελεί ιδανική περιοχή για την επιτυχή σποροπαραγωγή πολλών φυτικών ειδών, και μάλιστα, με ανταγωνιστικό κοστολόγιο, κάτι το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει και μια ευκαιρία για ακόμη μεγαλύτερη εξαγωγική δραστηριότητα στον αγροτικό χώρο.

Υπάρχουν οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της ελληνικής γεωργίας

Πολλοί πιστεύουν ότι ο αγροδιατροφικός τομέας αποτελεί έναν από τους λίγους πυλώνες που μπορούν να βγάλουν την Ελλάδα από την κρίση και να της προσδώσει ένα νέο παραγωγικό πρόσωπο, πιο σύγχρονο, πιο εξωστρεφές, πιο αναπτυξιακό. Υπάρχουν οι προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο στη Ελλάδα;

Προφανώς και υπάρχουν οι προϋποθέσεις, μια κι έχουμε την τύχη να ζούμε σε μια χώρα με ήπιο κλίμα, ευνοϊκό για πολλές καλλιέργειες, έχουμε έναν υπέροχο ήλιο, που προσδίδει στα αγροδιατροφικά μας προϊόντα ασύγκριτα ποιοτικά χαρακτηριστικά, ενώ, τέλος, έχουμε και μια μορφολογία εδάφους, που μπορεί για κάποιες εκτατικές καλλιέργειες να είναι πιθανώς εμπόδιο, αλλά για άλλες είναι σίγουρα πλεονέκτημα!

Εάν, λοιπόν, συνδυαστεί αυτό το πολύ καλό υπόβαθρο με την είσοδο στον αγροτικό χώρο ακόμη πιο «επαγγελματιών» παραγωγών, καθώς και με έναν κρατικό μηχανισμό που θα βοηθήσει στη χάραξη της στρατηγικής κατεύθυνσης προς τη ποιότητα, ενώ, ταυτόχρονα, θα υποστηρίξει και την υγιή αγροτική επιχειρηματικότητα, θέτοντας ίδιους κανόνες και πλαίσιο για όλους, εκτιμώ ότι θα καταφέρουμε να παράξουμε υψηλής αξίας αγροτικά προϊόντα και, ως ανήσυχοι Έλληνες, θα εντοπίσουμε και τις αγορές εκείνες που θα τα εκτιμήσουν για να τα πουλήσουμε στις καλύτερες δυνατές τιμές.

Τέλος, επιτρέψτε μου να τονίσω με έμφαση το εξής: Το ότι εισέρχονται πλέον για πρώτη φορά στην αγροτική παραγωγή τόσοι νέοι και πολύ μορφωμένοι αγρότες, αλλά και το ότι επαγγελματίες αγρότες έχουν πλέον σήμερα τη δυνατότητα να αποκτήσουν κι άλλη γη και να μεγαλώσουν τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις τους με πιο λογικά τιμήματα, είναι όλα θετικές εξελίξεις, οι οποίες μπορούν με την κατάλληλη υποστήριξη να αποτελέσουν τους ακρογωνιαίους λίθους για την ανάπτυξη της ελληνικής γεωργίας.