Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Οι παράγοντες που θα κρίνουν την βοοτροφία

Ο κλάδος της βοοτροφίας θα κριθεί από το πώς θα αντιμετωπιστεί η διάδοση της καινοτομίας, οι υψηλές περιβαλλοντικές απαιτήσεις, το ζήτημα των ηλικιωμένων κτηνοτρόφων, η πρόσβαση στις αγορές τρίτων χωρών, οι απαιτήσεις των καταναλωτών και η εξέλιξη του κόστους των εισροών. Αυτή είναι η τοποθέτηση όσων εμπλέκονται στην παραγωγή, στην επεξεργασία και στη διακίνηση του αγελαδινού γάλακτος και βοδινού κρέατος, στην πρόσφατη έκθεση για τις αγορές των προϊόντων αυτών, που συζητείται ευρύτατα στην ΕΕ.

Στην Έκθεση κωδικοποιούνται τα βασικά διαρθρωτικά γνωρίσματα της ευρωπαϊκής βοοτροφίας:

  • Ο κλάδος είναι ιδιαίτερα ανομοιογενής. Το εισόδημα ανά μονάδα πλήρους απασχόλησης, στη μέση εκμετάλλευση για παράδειγμα, κυμαίνεται μεταξύ 2.367 ευρώ το έτος σε κάποιες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, έως 65.629 ευρώ σε Δανία, Γερμανία, Ολλανδία, Αγγλία. Η Ελλάδα βρίσκεται σε ιδιαίτερα χαμηλή θέση, με το μέσο εισόδημα να κυμαίνεται στα 10.771 ευρώ ανά μονάδα απασχόλησης.
  • Υπάρχουν σοβαρές αποκλίσεις στην παραγωγικότητα μεταξύ των περιφερειών της Ευρώπης. Στη γαλακτοπαραγωγή, για παράδειγμα, υπάρχουν χώρες, όπως η Δανία και η Εσθονία, όπου η μέση απόδοση των αγελάδων υπερβαίνει ή αγγίζει τους εννέα τόνους.
  • Στο άλλο άκρο, υπάρχουν χώρες με μέση παραγωγή που δεν υπερβαίνει ή κυμαίνεται στους τέσσερις τόνους, όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Κροατία και η Ουγγαρία. Η Ελλάδα κυμαίνεται πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στους επτά τόνους ανά ζώο περίπου.
  • Ο ρόλος των άμεσων ενισχύσεων στη διαμόρφωση του κτηνοτροφικού εισοδήματος είναι καταλυτικός. Υπάρχουν περιπτώσεις που η ενιαία ενίσχυση είναι μεγαλύτερη του καθαρού εισοδήματος της εκμετάλλευσης. Το γεγονός αυτό αμβλύνει τα διαρθρωτικά προβλήματα και ενισχύει τη διατήρηση της απασχόλησης. Οι ενισχύσεις αυτές είναι καθοριστικές για τις εκμεταλλεύσεις πάχυνσης, παρά για τις γαλακτοπαραγωγικές.

Στην Έκθεση εκτιμάται ότι οι συνολικές παραγόμενες ποσότητες γάλακτος και κρέατος θα πιέσουν τις τιμές παραγωγών σε όλη την ΕΕ. Συνεπώς, τα κράτη-μέλη καλούνται να βρουν τρόπους προώθησης των προϊόντων στις αγορές τρίτων χωρών, όπως για παράδειγμα στην Κίνα, στην Αίγυπτο και στην Ινδονησία. Επιπλέον, κρίνεται επιβεβλημένη η αναζήτηση της παραγωγής νέων προϊόντων που θα αυξήσουν την εσωτερική κατανάλωση. Τέλος, πρέπει να αποφευχθούν κρούσματα διατροφικών σκανδάλων που συχνά παρουσιάζονται στον κλάδο.

Όπως εκτιμάται στην Έκθεση, εάν τα παραπάνω δεν αντιμετωπιστούν με επάρκεια, οι τιμές θα μειωθούν σε ολόκληρη την ΕΕ και θα πλήξουν ιδιαίτερα τις περιοχές και τους παραγωγούς, όπου κτηνοτροφία έχει τα περισσότερα διαρθρωτικά προβλήματα.

Οι προτάσεις

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προκρίνει τρία εναλλακτικά σενάρια πολιτικών. Το πρώτο αφορά ένα ενισχυμένο πριμ βόσκησης, για ζώα που βόσκουν ένα ελάχιστο χρονικό διάστημα το έτος. Η πριμοδότηση θα ακολουθεί τη λογική της επιπλέον Συνδεδεμένης Ενίσχυσης και θα σχετίζεται με τη διατήρηση και την καλή κατάσταση του βοσκότοπου, αλλά και στόχων που αφορούν το περιβάλλον, τις μειονεκτικές περιοχές, την εκτατικοποίηση. Μία τέτοια πολιτική μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να βοηθήσει την παραμονή κτηνοτρόφων στις λιγότερο αναπτυγμένες περιοχές, την παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιότητας.

Παρεμβάσεις

Μία δεύτερη δέσμη πολιτικών, μπορεί να αφορά τη λειτουργία της αγοράς. Οι τιμές παραγωγού είναι ιδιαίτερα ευμετάβλητες και αποκλίνουν σημαντικά από χώρα σε χώρα. Πρέπει, συνεπώς, να θεσπιστούν μέτρα που ενισχύουν τη διαφάνεια της αγοράς, την παρακολούθηση των τιμών σε όλα τα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας, όπως γίνεται για παράδειγμα στις ΗΠΑ, τόσο στον τομέα των γαλακτοκομικών, όσο και του κρέατος, όπου τα κενά είναι ιδιαίτερα σημαντικά.

Τέλος, μια τρίτη δέσμη πολιτικών μπορεί να αφορά τη διαφοροποίηση των προϊόντων ανάλογα με τις αγορές στις οποίες απευθύνονται. Για παράδειγμα, ειδικά προϊόντα υψηλής ποιότητας μπορεί να βρουν διέξοδο στο εσωτερικό της Ευρώπης. Αντίθετα, μέτρα που αφορούν την προσπελασιμότητα, τη μείωση του μεταφορικού κόστους, τη διοργάνωση ειδικών εκθέσεων και επισκέψεων σε χώρες-στόχους, τα προγράμματα προώθησης και προβολής, τη δημιουργία κατάλληλων υποδομών υποδοχής των προϊόντων, πρέπει να αποτελέσουν κυρίαρχες επιλογές για τις αγορές των τρίτων χωρών εκτός ΕΕ.