Τα περισσότερα φράγματα στην Ελλάδα έχουν ανεπαρκή παρακολούθηση και συντήρηση

fragma-lithaiou

Με θέμα «Διαχείριση έργων και προοπτικές ανάπτυξης», πραγματοποιήθηκε στην Αίγλη Ζαππείου, στην Αθήνα, το 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο Φραγμάτων και Ταμιευτήρων από την Ελληνική Επιτροπή Μεγάλων Φραγμάτων (ΕΕΜΦ).

Τα βασικά συμπεράσματα που προέκυψαν κατά τη διάρκεια του συνεδρίου είναι τα εξής:

Πρώτον, η κατασκευή ενός μεγάλου ταμιευτήρα υπερέχει σημαντικά έναντι της κατασκευής πολλών μικρών από περιβαλλοντική, οικονομική και διαχειριστική άποψη. Τα πολλά μικρά έργα καταλαμβάνουν διπλάσιες έως πενταπλάσιες εκτάσεις και κοστίζουν πολλές φορές πάνω από ένα αντίστοιχο μεγάλο.

Δεύτερον, αναδείχθηκε η αναγκαιότητα προγραμματισμού, σωστού σχεδιασμού, έγκαιρης κατασκευής και ορθολογικής διαχείρισης των έργων.

Και, τρίτον, στα πάνω από 150 φράγματα, ύψους άνω των 15 μέτρων που είναι σε λειτουργία στην Ελλάδα, παρατηρούνται σημαντικότατα προβλήματα που οφείλονται στην έλλειψη φορέων διαχείρισης υπεύθυνων για τη συνεχή παρακολούθηση και συντήρησή τους.

Μιλώντας στην «Ύπαιθρο Χώρα» ο πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής, Γιώργος Ντουνιάς, ανέφερε ότι «τα φράγματα είναι ζωτικής σημασίας έργα και, ταυτόχρονα, αν μείνουν χωρίς συντήρηση, έργα υψηλής επικινδυνότητας. Η διεθνής καλή πρακτική επιβάλλει κανόνες ασφαλείας για την εξασφάλισή τους. Η Ελλάδα, μέχρι πρόσφατα, δεν είχε θεσμοθετήσει τέτοιους κανόνες. Προσφάτως, όμως, θεσμοθετήθηκε Κανονισμός Ασφαλείας Φραγμάτων και Διαχειριστική Αρχή Φραγμάτων υπεύθυνη για την τήρηση του κανονισμού. Εκεί θα πρέπει να ενταχθούν υποχρεωτικώς όλα τα νέα φράγματα, καθώς και, εντός λίγων ετών, όλα τα υφιστάμενα ασχέτως φορέα λειτουργίας τους. Αυτό αποτελεί μεγάλο βήμα για την αναβάθμιση του επιπέδου ασφαλείας και τη βελτίωση του πλαισίου κατασκευής και λειτουργίας».

Σύμφωνα με τον κ. Ντουνιά, «τα φράγματα, αν συντηρούνται κανονικά, είναι ασφαλή και διαρκούν αιώνες. Τα μεγαλύτερα φράγματα, μεταξύ αυτών, του Ταυρωπού και του Σμοκόβου στον Νομό Καρδίτσας, παρακολουθούνται επαρκώς. Δυστυχώς, όμως, τα περισσότερα  φράγματα στην Ελλάδα έχουν ανεπαρκή παρακολούθηση και συντήρηση».

Τα μέλη της Ελληνικής Επιτροπής Μεγάλων Φραγμάτων πραγματοποίησαν τεχνική επίσκεψη στη Θεσσαλία, στα φράγματα Σμοκόβου και Ταυρωπού (λίμνη Πλαστήρα), καθώς και στο υπό κατασκευή φράγμα Ληθαίου, βγάζοντας χρήσιμα συμπεράσματα για τη λειτουργία και την απόδοσή τους.

Με αφορμή όσα ειπώθηκαν στο πρόσφατο αναπτυξιακό συνέδριο της κυβέρνησης στη Λάρισα και την απόρριψη του σεναρίου εκτροπής του Αχελώου, προωθώντας ως αντιστάθμισμα τα μικρά αρδευτικά έργα, ο πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής, Γιώργος Ντουνιάς, υποστηρίζει ότι «οι αποφάσεις δεν πρέπει να παίρνονται με βάση ‘‘οπαδικές’’ ή ψηφοθηρικές σκοπιμότητες, αλλά με την επιστημονική εξέταση των δεδομένων. Η Θεσσαλία είναι δεκαετίες τώρα όμηρος της ‘‘εκτροπής του Αχελώου’’. Δεν πρέπει να βασίζεται μόνο σε αυτό, αλλά να προχωρήσει στην αξιοποίηση όλων των ‘‘ίδιων πόρων’’ πριν να είναι πολύ αργά. Ήδη, αρκετές από τις παλιές καλές θέσεις φραγμάτων είναι πλέον ανέφικτες. Δεν υπάρχει καιρός για χάσιμο. Από τη στιγμή που θα αποφασιστεί ένα έργο μέχρι την υλοποίησή του, και εφόσον είναι ενταγμένο στα σχέδια διαχείρισης, απαιτούνται περίπου έξι έως οκτώ χρόνια. Αρκεί να μην κολλήσουν την ‘‘ασθένεια Σμοκόβου και Ληθαίου’’, που πήραν πάνω από δέκα χρόνια μόνο για την κατασκευή. Τα έργα αυτά πρέπει να κατασκευαστούν σύντομα, ασχέτως της τελικής κατάληξης του θέματος της μεταφοράς νερού από τον Αχελώο. Η συμβολή τους στην περιβαλλοντική αποκατάσταση των υδροφορέων του κάμπου είναι απολύτως απαραίτητη».