Η εξέλιξη του προϋπολογισμού της ΕΕ: Τα κονδύλια τρέχουν, η ανάπτυξη αργεί

Καμπανάκι για τον αγροτικό προϋπολογισμό της ΕΕ από Έλληνες βουλευτές στη Βαλέτα – ΦΠΑ στα νησιά

Δαιδαλώδης και πολυεπίπεδη εμφανίζεται η οικονομική πολιτική που ακολουθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση για την αγροτική ανάπτυξη τουλάχιστον τα τελευταία 25 χρόνια. Οι χρηματοδοτήσεις εξάλλου, που πραγματοποιούνται μέσω των πολλών και διάφορων ευρωπαϊκών ταμείων αποτυπώνονται σε μελέτη που εκπονήθηκε τον Νοέμβριο του 2016, για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Περιφερειών. Παρά το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν υιοθετεί ως επίσημες τις θέσεις που καταγράφονται στην εν λόγω μελέτη, εντούτοις η προσπάθεια της συγγραφέως Rosella Soldi αποδεικνύεται ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, καθώς παρουσιάζει την εξέλιξη του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού για τις πολιτικές αγροτικής ανάπτυξης που ακολουθήθηκαν από το 1993.

Η μελέτη καλύπτει τέσσερα Πολυετή Δημοσιονομικά Πλαίσια (ΠΔΠ), με το καθένα να αντιστοιχεί σε μία περίοδο επτά ετών και, δη, 1993-1999, 2000-2006, 2007-2013 και 2014-2020. (Ένα ΠΔΠ καθορίζει τα μέγιστα ετήσια ποσά, τα οποία μπορεί να δαπανήσει η ΕΕ σε διάφορα πολιτικά πεδία –τομείς– για περίοδο τουλάχιστον πέντε ετών).

Όπως προκύπτει, για πρώτη φορά μετά το πακέτο Ντελόρ ΙΙ (1993-1999), χορηγήθηκε στα ΠΑΑ όλων των κρατών-μελών της ΕΕ, κατά την τρέχουσα προγραμματική περίοδο, μειωμένο μερίδιο από τους συνολικούς πόρους του ΠΔΠ μέσω του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (EAFRD). Συγκεκριμένα, 9,2% την περίοδο 2014-2020 έναντι 9,9% την προηγούμενη (2007-2013).

Σημειώνεται πως το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης συστάθηκε την 1/1/2007 και πρόκειται για ένα ενιαίο μέσο χρηματοδότησης της πολιτικής για την αγροτική ανάπτυξη.

H δομή

Ειδικότερα, την περίοδο από το 1993 έως το 1999, το ΠΑΑ χρηματοδοτούνταν τόσο από το Τμήμα Προσανατολισμού όσο και από το Τμήμα Εγγυήσεων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Γεωργικού Προσανατολισμού και Εγγύησης (EAGGF). Ωστόσο, μόνο το πρώτο ήταν απόλυτα αφιερωμένο στην αγροτική ανάπτυξη. Όσο για τη χρηματοδοτική στήριξη, αυτή ερμηνεύεται μόνο με τις πιστώσεις πληρωμών, οι οποίες ανήλθαν στα περίπου 32 δισ. ευρώ. Σε σχέση με τις συνολικές δαπάνες του ΠΔΠ, το μερίδιο των δαπανών του ΠΑΑ για εκείνη την περίοδο ήταν στο 6,3%.

Την επόμενη περίοδο, 2000-2006, το ΠΑΑ εξακολουθεί να χρηματοδοτείται από τα δύο τμήματα του EAGGF, αλλά και μέσω ενός νέου προσωρινού εργαλείου ανάπτυξης, που συστάθηκε από το EAGGF, του TRDI και του ειδικού προγράμματος ένταξης για τη γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη SAPARD. Πρόκειται για προγράμματα, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για τη χρηματοδότηση των πρόσφατα ενταγμένων ή υποψήφιων κρατών-μελών στην ΕΕ. Η συνολική δέσμευση των πιστώσεων από όλες αυτές τις χρηματοδοτικές πηγές ανήλθε στα 64,3 δισ. ευρώ. Σε σχέση με τις συνολικές δεσμεύσεις του ΠΔΠ, το μέσο μερίδιο του ΠΑΑ για την περίοδο 2000-2006 ήταν στο 8,6%.

Στα επόμενα Πολυετή Δημοσιονομικά Πλαίσια, η χρηματοδότηση του ΠΑΑ απλουστεύτηκε σημαντικά, ενώ το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης εξελίχθηκε στο κύριο ταμείο χρηματοδότησης του δεύτερου πυλώνα της ΚΑΠ.

Κατά την περίοδο 2007-2013, η δέσμευση πιστώσεων για το ΠΑΑ ανέρχεται στα 96,4 δισ. ευρώ και, σε σχέση με τις συνολικές δεσμεύσεις του ΠΔΠ, το μέσο μερίδιο του ΠΑΑ είναι στο 9,9%.

Τρέχουσα περίοδος
Αύξηση των ποσοστώσεων

Την τρέχουσα περίοδο, οι πιστώσεις ανέρχονται στα 99,5 δισ. ευρώ και το μέσο μερίδιο του ΠΑΑ στο 9,2%. Σε ετήσια βάση, το μερίδιο αυτό κυμαίνεται –λαμβάνοντας υπόψη τις δημοσιονομικές προσαρμογές– από το 4,4% το 2014 έως το 12,1% το 2016. Το χαμηλό ποσοστό που καταγράφεται το 2014 οφείλεται στην καθυστερημένη έγκριση των ΠΑΑ, που ολοκληρώθηκε στα τέλη του 2015.

Σε απόλυτα ποσά, η μελέτη αναφέρει πως καταγράφεται κατακόρυφη αύξηση, κατά 101%, των πιστώσεων για την ανάπτυξη της υπαίθρου από την πρώτη στη δεύτερη προγραμματική περίοδο και αύξηση κατά 50% μεταξύ της δεύτερης και τρίτης περιόδου. Η ελάχιστη διαφορά που καταγράφεται σε σχέση με τα τελευταία δύο μέσα μερίδια του ΠΑΑ καλύπτει, ωστόσο, μεγαλύτερες διαφορές, εάν εξεταστούν οι εθνικοί φάκελοι που κατέθεσαν τα κράτη-μέλη.

Σύγκριση

Ειδικότερα, από τις 28 χώρες, για τις 15 εγκρίθηκαν υψηλότερα κονδύλια για την αγροτική ανάπτυξη κατά την τρέχουσα περίοδο σε σύγκριση με την προηγούμενη, για τις 11 χαμηλότερα, ενώ η Πορτογαλία και η Ρουμανία είναι στα ίδια επίπεδα. Πιο αναλυτικά, σημαντικότερες αυξήσεις καταγράφονται για τη Δανία και τη Γαλλία, ενώ οι μεγαλύτερες μειώσεις στα κονδύλια αφορούν την Πολωνία, τη Σλοβακία, την Κύπρο και την Τσεχική Δημοκρατία. Όσον αφορά τη χώρα μας, τα κονδύλια είναι αυξημένα κατά 20%.

Η Ελλάδα

Ωστόσο, και όπως προκύπτει από σχετικό διάγραμμα της μελέτης, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 8η θέση των κρατών-μελών ως προς την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων ανά κάτοικο, γεγονός που προκαλεί ερωτήματα για τον τρόπο που, τελικά, διατέθηκαν κατά το παρελθόν οι ευρωπαϊκοί πόροι για την ανάπτυξη της ελληνικής υπαίθρου, εάν αναλογιστούμε ότι στις προηγούμενες περιόδους η θέση κατάταξης της χώρας μας ήταν υψηλότερη.

Η εξέλιξη του προϋπολογισμού της ΕΕ   Τα κονδύλια τρέχουν, η ανάπτυξη αργεί

ΚΟΝΔΥΛΙΑ
Η συμμετοχή των Ταμείων

Σύμφωνα με τη μελέτη, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ERDF), το Ταμείο Συνοχής (CF) και το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ESF) αναμένεται να συμβάλουν κατά την τρέχουσα περίοδο στην ανάπτυξη της υπαίθρου με μερίδιο πάνω από τις συνολικές πιστώσεις, που κυμαίνονται από 7% (ESF) έως 11% (ERDF). Ωστόσο, η κάθε χώρα δίνει διαφορετική βαρύτητα σε κάθε Ταμείο. Υπάρχουν, δηλαδή, κράτη-μέλη, όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία, που βασίζονται σε μόνο ένα Ταμείο, άλλες όπως η Αυστρία και η Γερμανία σε έναν ισορροπημένο συνδυασμό δύο ή και των τριών κονδυλίων (όπου υπάρχει δυνατότητα επιλεξιμότητας για στήριξη από το Ταμείο Συνοχής).

Συνολικά, λοιπόν, προβλέπεται (βάσει της μελέτης του 2016), η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση να ανέλθει στα 132,9 δισ. ευρώ για την αγροτική ανάπτυξη κατά το ΠΔΠ 2014-2020. Από το ποσό αυτό, το 75% προέρχεται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης, το 17% από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης, το 4,5% από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το 3,5% από το Ταμείο Συνοχής.