Η συνεργασία ΥπΑΑΤ-Περιφερειών κρίνει την επιτυχία του Μέτρου της Μεταποίησης

Η συνεργασία ΥπΑΑΤ-Περιφερειών κρίνει την επιτυχία του Μέτρου της Μεταποίησης

H ανάπτυξη της αγροτοβιομηχανίας, δηλαδή η ίδρυση και ο εκσυγχρονισμός μεταποιητικών μονάδων επεξεργασίας προϊόντων του πρωτογενούς τομέα, αποτελεί ζητούμενο και προτεραιότητα στον σχεδιασμό της παραγωγικής ανασυγκρότησης, σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, που η γεωργία είναι ένας από τους δυναμικότερους αναπτυξιακούς πυλώνες.

Συνδέει τον πρωτογενή με τον τριτογενή τομέα. Συμβάλλει στην αποκεντρωμένη περιφερειακή ανάπτυξη. Προσφέρει αναπτυξιακή σταθερότητα. Δημιουργεί σταθερές θέσεις εργασίας. Παράγει προϊόν υψηλής προστιθέμενης αξίας. Αποτελεί τον προωθητικό μοχλό που μπορεί να συμπαρασύρει ολόκληρο το οικοδόμημα σε αναπτυξιακή τροχιά.

Σε αυτό το πλαίσιο, το μέτρο της Μεταποίησης του ΠΑΑ αποτελούσε κάθε φορά, και αποτελεί και σήμερα, την προμετωπίδα του επενδυτικού ενδιαφέροντος αγροτών και επιχειρηματιών του κλάδου.

Για αυτό και η προκήρυξη της σχετικής δράσης από το ΥΠΑΑΤ (επενδυτικά σχέδια άνω των 600.000 ευρώ για μεταποίηση γεωργικού προϊόντος που οδηγεί σε γεωργικό προϊόν) γέννησε μεγάλες προσδοκίες.

Αποτίμηση της πρακτικής του παρελθόντος

Πώς αποτιμώνται, όμως, τα αποτελέσματα από την εφαρμογή του αντίστοιχου προγράμματος τα προηγούμενα χρόνια;

Θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και σημασία μία ανάλυση και καταγραφή της πορείας και της εξέλιξης των επενδύσεων που ενισχύθηκαν από το συγκεκριμένο πρόγραμμα. Πώς συμπεριφέρθηκαν οι «μικρές» και πως οι «μεγάλες» ωφελούμενες επιχειρήσεις. Τι κέρδισαν οι τοπικές κοινωνίες και τι η εθνική οικονομία.

Ό,τι όμως και να καταγραφεί, ένα είναι βέβαιο: Θα ήταν τραγωδία αν επαναληφθούν οι τεράστιες αστοχίες και οι μεγάλες αποτυχίες κατά την εφαρμογή του προγράμματος την προηγούμενη περίοδο.

Η πρακτική του ΥπΑΑΤ

Τι κάνει το υπουργείο; Και, πώς διαμορφώνεται η κατάσταση στην έναρξη του προγράμματος; Το υπουργείο κρατά για λογαριασμό του τη διαχείριση του Προγράμματος για σχέδια άνω των 600.000 ευρώ και μέχρι 5 εκατ. ευρώ έκαστο, με ένα ποσό περίπου 130 εκατομμυρίων ευρώ για δύο δράσεις: Μεταποίηση προς γεωργικό και Μεταποίηση προς μη γεωργικό προϊόν.

Ταυτόχρονα, και αυτό έχει αναγνωριστεί ως μεγάλη θεσμική καινοτομία αποκέντρωσης, εκχωρεί τη διαχείριση ποσού 35 εκατ. ευρώ για τις ίδιες δράσεις και για επενδυτικά σχέδια έως 600.000 ευρώ στις 13 περιφέρειες της χώρας που σκέφτονται να ενισχυθούν με την ενσωμάτωσή τους ως δράσεις στις ενισχυόμενες δράσεις των προγραμμάτων Τοπικής Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης (LEADER). Επίσης, εκχωρεί στις περιφέρειες άλλα 10 εκατ. ευρώ με τον ίδιο προσανατολισμό για τη διαχείριση μεταποιητικών δράσεων με ωφελούμενους γεωργούς.

Τι διεκδικούν οι περιφέρειες

Από το σημείο αυτό, ξεκινά η πρώτη βασική αντίθεση των περιφερειών, που εστιάζεται κυρίως στην ανισοκατανομή ποσών υπουργείου προς περιφέρειες (130 εκατ. προς 45 εκατ. ευρώ).

Μια αντίθεση που παίρνει τη μορφή πολιτικής κριτικής, με αιχμές ότι έτσι, ουσιαστικά, οι πόροι, αντί να στρέφονται στην ενίσχυση των πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων που αποτελούν τον κορμό και τη ραχοκοκαλιά μιας σταθερής και βιώσιμης ανάπτυξης, μεροληπτούν ώστε οι μεγάλες επιχειρήσεις να γίνονται μεγαλύτερες.

Για αυτό και απαιτούν την ενίσχυση του εκχωρούμενου προϋπολογισμού στις περιφέρειες για το συγκεκριμένο μέτρο, είτε με ανακατανομή του προϋπολογισμού που διαχειρίζεται το υπουργείο, είτε με την εισαγωγή πρόσθετων πόρων.

Τα επιχειρήματα

Τεκμηριώνουν, δε, την κριτική τους και με επιχειρήματα που εδράζονται στα κριτήρια βαθμολόγησης των προτάσεων:

  • Ενισχύεται και μοριοδοτείται η ήδη υπάρχουσα εξαγωγική δραστηριότητα και εξωστρέφεια των μεγάλων επιχειρήσεων, όταν αυτό είναι το ζητούμενο για μια μικρή επιχείρηση που πρέπει να ενισχύεται.
  • Επιβραβεύεται η επαναφορά καταθέσεων για τους «μεγάλους» που είχαν την πρόβλεψη και την πρόθεση για άνοιγμα λογαριασμών στο εξωτερικό, ενώ οι αντίστοιχοι «μικροί» που στήριζαν όλα αυτά τα χρόνια το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, ουσιαστικά τιμωρούνται.
  • Ενισχύεται και μοριοδοτείται η απόδειξη της ίδιας συμμετοχής κατά 25% στο σύνολο της επενδυτικής πρότασης, όταν είναι πασιφανές πως είναι αδύνατον μια μικρή επιχείρηση σε συνθήκες κρίσης να έχει τη δυνατότητα διακρίβωσης τέτοιου μεγέθους ρευστότητας.

Όσον αφορά, δε, διαδικαστικά, το αίτημα διατυπώνεται συγκεκριμένα: Να δοθεί άμεσα η δυνατότητα στις περιφέρειες να προκηρύξουν οριζόντια το αντίστοιχο μέτρο, ώστε οι προκηρύξεις να τρέχουν παράλληλα, να διευκολύνονται οι ίδιοι οι επενδυτές στο να κάνουν ορθές επιχειρηματικές επιλογές, αλλά και να επιτυγχάνονται οικονομίες κλίμακας χρόνου και κόστους στην προβολή και διαχείριση του ίδιου του Προγράμματος.

Η σκέψη να προχωρήσουν οι δράσεις της μεταποίησης μέσω του LEADER, βρίσκει αντίθετες τις περιφέρειες, γιατί, κατά την εκτίμησή τους, οδηγεί σε σοβαρές καθυστερήσεις και μπερδέματα, ενώ τις υποχρεώνει να τρέχουν έτσι ή αλλιώς παράλληλους μηχανισμούς υλοποίησης για τις περιοχές που δεν καλύπτουν τα ολοκληρωμένα προγράμματα.

Επανερχόμενοι στην ουσία της συζήτησης σχετικά με τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, για να αποφευχθούν τα λάθη του παρελθόντος, αναδεικνύονται και άλλα σοβαρά θέματα προς αντιμετώπιση:

Είναι δόκιμη η επιλογή του συγκεκριμένου τρόπου αξιολόγησης των προτάσεων; Διασφαλίζουν την απαραίτητη διαφάνεια, δικαιοσύνη και ισονομία στην αντιμετώπιση και ορθή κρίση των υποβαλλόμενων προτάσεων;

Η μεγέθυνση της απορρόφησης της τοπικής παραγωγής, η αύξηση του κύκλου εργασιών, η κερδοφορία σε συνθήκες κρίσης, η αύξηση των θέσεων εργασίας, η αυξητική τάση των εξαγωγών, η παραγωγή νέων καινοτόμων προϊόντων, ο ελάχιστος ή μηδενικός τραπεζικός δανεισμός, δεν είναι επίκαιρα κριτήρια της συγκυρίας, που χρειάζεται να ενισχυθούν;

Δεν αποτελεί ανάγκη η πριμοδότηση συγκεκριμένων κλάδων της μεταποίησης γύρω από εθνικά δυναμικά προϊόντα (π.χ. λάδι και ελιές), γαλακτοκομικά προϊόντα, αλλά και προϊόντα ή εγκαταστάσεις (π.χ. ζωοτροφές, σφαγεία, αρωματικά), μαζί με την επιλεξιμότητα των δαπανών τους, ταυτόχρονα με την πριμοδότηση γεωγραφικά των περιοχών που δέχονται την πίεση των μεταναστευτικών ροών;

Δεν χρήζουν αποσαφήνισης οι παρερμηνείες περί τριών γραπτών προσφορών σε συνδυασμό με το αν «ο δικαιούχος δεν επιλέξει την οικονομικότερη προσφορά, το επί πλέον ποσό θα βαρύνει αποκλειστικά τον ίδιο»; Δεν είναι προφανές ότι αν προσκομίσεις προσφορές π.χ. για ντεκάντερ ελαιοτριβείου από διαφορετικούς κατασκευαστές (Γερμανία, Ιταλία, Τουρκία) με ακριβώς τα ίδια τεχνικά χαρακτηριστικά, οι διαφορές τιμών θα είναι τεράστιες και δεν θα κριθεί η ποιότητα, παρά μόνο θα κληθεί ο επενδυτής να πληρώσει τη διαφορά; Αυτό με τη σειρά του δε δημιουργεί αδυναμία υπολογισμού του ύψους ιδίων κεφαλαίων για την υλοποίηση της επενδυτικής πρότασης, και έμμεσα, μέσω αθέμιτου ανταγωνισμού, δεν πριμοδοτεί συγκεκριμένες επιλογές προμηθευτή;

Δεν είναι λογικό να δοθεί η δυνατότητα ενίσχυσης κάθε αίτησης-στήριξης που περιλαμβάνει και διαφορετικούς κλάδους, όταν υλοποιούνται σε διαφορετικές ή ίδιες περιοχές, αρκεί το ποσοστό της ενίσχυσης να είναι το ίδιο;

Δεν είναι ευνόητο να προβλεφθεί επιλεξιμότητα στις περιπτώσεις που ο δυνητικός δικαιούχος επιθυμεί να υποβάλει μία αίτηση στήριξης για δύο υποκαταστήματα σε διαφορετικές Περιφερειακές Ενότητες, όταν υπάρχει σαφής χωροταξικός διαχωρισμός των φυσικών αντικειμένων και το ποσοστό ενίσχυσης και στις δύο Περιφερειακές Ενότητες είναι το ίδιο;

Πόση συζήτηση θέλει, ώστε να γίνει κατανοητό πως, σε αυτή τη φάση, για τους περισσότερους δυνητικούς δικαιούχους, η ακριβής εκτίμηση του κόστους των δαπανών είναι αρκετά δύσκολη αν δεν προηγηθεί η αναλυτική τεχνικοοικονομική ανάλυση; Για αυτό, δεν πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα τροποποιήσεων και διορθώσεων του προϋπολογισμού στην ηλεκτρονική αίτηση στήριξης ακόμα και μετά την οριστική υποβολή της, εφόσον δεν έχει παρέλθει η καταληκτική ημερομηνία που προβλέπεται στην τελική πρόσκληση (δηλαδή 18/8/17);

Είναι κοινά αποδεκτή πανευρωπαϊκή πρακτική σε όλα τα προγράμματα-πλαίσια, οι προϋπολογισμοί να είναι ενδεικτικοί και όχι δεσμευτικοί, μια και πάντοτε παρέχεται η δυνατότητα τεκμηριωμένων αλλαγών.

Γιατί, αντί της προέκδοσης σχετικών πινάκων ελλειμματικότητας στη μεταποιητική υποδομή ανά κλάδο από κάθε Περιφέρεια, επιλέγεται η γραφειοκρατική κατά περίπτωση εξατομικευμένης βεβαίωσης;

Αυτά τα ερωτήματα, και άλλα πολλά, είναι βέβαιο πως θα απασχολήσουν τις συναντήσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη ανάμεσα στην πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΑΤ και τους θεσμικούς φορείς. Και επειδή πολλά θα εξαρτηθούν από το αν υπάρχει πολιτική διάθεση αλλαγής της Υπουργικής Απόφασης, αλλά και επειδή η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται, το μεγάλο φορτίο πέφτει και πάλι στις πλάτες Αποστόλου…

του Λ. Νικολάου