Η δραστική μείωση των ψαριών οδηγεί σε αδιέξοδο και τον κλάδο των αλιέων

Σύμφωνα με τους επιστήμονες βρίσκεται σε εξέλιξη η έκτη μεγάλη εξαφάνιση ειδών

Η δραστική μείωση των ψαριών οδηγεί σε αδιέξοδο και τον κλάδο των αλιέων

Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου Στάνφορντ της Καλιφόρνια, κυρίως τα μεγάλα ψάρια κινδυνεύουν να εξαφανιστούν και υπάρχει μια προφανής εξήγηση για αυτό: Οι άνθρωποι προτιμούν να πιάνουν τα μεγάλα ψάρια. Ο Δημήτρης Ζανές, πρώην πρόεδρος των παράκτιων αλιέων Νοτίου Αιγαίου, που ψαρεύει με σημείο εκκίνησης την Άνδρο, δίνει μια διαφορετική διάσταση, αναφερόμενος στην κατάσταση της ελληνικής αλιείας, που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην εξαφάνιση της ελληνικής παράκτιας αλιείας μαζί με τα ψάρια.

«Για να ψαρέψουμε μεγάλα ψάρια πρέπει πρώτα να τα βρούμε», αναφέρει, επισημαίνοντας, επίσης, ότι είναι «πρώην» πρόεδρος, γιατί δεν υπάρχει ομοσπονδία πλέον. «Η νομοθεσία επιτρέπει να φτιάξουμε σε περιφερειακό επίπεδο οργανώσεις με τους άλλους παραγωγούς. Δηλαδή, εγώ τι κοινό μπορεί να έχω με τον μελισσοκόμο της Τήνου ή τον κτηνοτρόφο της Σίφνου;» αναρωτιέται ο ίδιος.

Οι ερευνητές στο Στάνφορντ, με επικεφαλής τον παλαιοβιολόγο Τζόναθαν Πέιν της Σχολής Γεωεπιστημών και Περιβάλλοντος του πανεπιστημίου, εξέτασαν τα εξαφανισμένα είδη ψαριών με βάση τα απολιθώματα τα τελευταία 500 χρόνια. Η μελέτη υπολόγισε ότι ένας δεκαπλασιασμός του μεγέθους ενός ψαριού αυξάνει κατά 13 φορές τον κίνδυνο εξαφάνισής του. Το πιο σημαντικό από τα ευρήματα της έρευνας είναι πάντως ότι, σύμφωνα με τους επιστήμονες, βρίσκεται σε εξέλιξη η έκτη μεγάλη εξαφάνιση ειδών, η οποία μάλιστα θα ξεπεράσει τις προηγούμενες στον αριθμό των ειδών και στην ταχύτητα με την οποία θα εξαφανιστούν.

Αδειάζει η θάλασσα

Η εμπειρία του Δημήτρη Ζανέ επιβεβαιώνει όσα οι επιστήμονες επισημαίνουν: «Τα αποθέματα καταρρέουν και η αλιευτική κοινότητα χάνεται. Τα σκάφη μας είναι μια επένδυση 50.000-200.000 ευρώ και το μεροκάματό μας δεν φτάνει τα 20-30 ευρώ. Βέβαια, έχουμε και πτώση στις τιμές, λόγω οικονομικής κρίσης, και μείωση της ζήτησης. Αν, όμως, είχαμε ψάρια, θα μπορούσαμε να καλύψουμε τη διαφορά», λέει στην «ΥΧ» ο επαγγελματίας.

Στην πράξη, τα επιστημονικά πορίσματα επαληθεύονται, δυστυχώς. Όπως εξηγεί ο Δημήτρης Ζανές, «στα χαρτιά» μπορεί να φαίνεται ότι ένας ψαράς βγάζει την ίδια ποσότητα ψαριών, όπως και πριν από κάποια χρόνια. «Όμως, αυτό δεν είναι ακριβές. Παλιά πιάναμε, για παράδειγμα,  100 κιλά μπακαλιάρο, δηλαδή 80 ψάρια, ενώ σήμερα για να βγάλεις 100 κιλά σημαίνει ότι έχεις πιάσει 300 μπακαλιάρους».

Ο ψαράς τονίζει ότι σύντομα η «τράπεζα», που λέγεται θάλασσα, θα «αδειάσει» και τότε δεν θα ξέρουμε τι να κάνουμε. «Τα ιχθυαποθέματα είναι σαν να έχεις χρήματα στην τράπεζα με συγκεκριμένο επιτόκιο σε έναν λογαριασμό από τον οποίο μπορείς να κάνεις αναλήψεις, αλλά δεν μπορείς να κάνεις καταθέσεις. Για να συνεχίσεις να έχεις χρήματα, πρέπει να σηκώνεις μόνο τους τόκους. Εμείς, όμως, βάζουμε συνέχεια χέρι στο κεφάλαιο, παίρνουμε περισσότερα από όσα η θάλασσα μπορεί να μας δώσει. Πλησιάζουμε σε ένα σημείο που, αν το ξεπεράσουμε, τα αποθέματα της θάλασσας θα καταρρεύσουν πολύ σύντομα», προσθέτει.

Αδιέξοδο

Όσο τα ψάρια μειώνονται τόσο και το επάγγελμα του ψαρά φθίνει. «Εσάς σας ενδιαφέρουν τα ψάρια και δεν πειράζει από πού έρχονται, εμάς όμως μας ενδιαφέρει και να έχουμε δουλειά», τονίζουν ψαράδες. Η μείωση των αποθεμάτων φέρνει επιπλέον προβλήματα στους παράκτιους αλιείς. «Τα ζώα της θάλασσας, που δεν βρίσκουν τροφή, κάνουν μεγάλες ζημιές στα αλιευτικά μας εργαλεία. Την ίδια στιγμή, πληρώνουμε φόρους, αυξάνεται το πετρέλαιο… Πραγματικά, δεν ξέρω πόσοι ψαράδες θα μείνουν στο τέλος», λέει ο κ. Ζανές.

Κίνδυνος από την έλλειψη κανόνων και την πολιτική αδιαφορία

Το μεγαλύτερο θέμα, σύμφωνα με τον επαγγελματία, είναι ότι δεν υπάρχουν κανόνες, αλλά ότι και κανείς δεν ενδιαφέρεται να θεσπιστούν. Όσο για το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, «δεν ασχολείται καθόλου με την αλιεία, ούτε και ξέρει τι συμβαίνει».

Ο τρόπος με τον οποίο ασκείται η αλιεία στην Ελλάδα δεν έχει καμία λογική και σε καμία περίπτωση δεν σέβεται τα επιστημονικά δεδομένα που, όμως, εξασφαλίζουν τη βιωσιμότητα των ιχθυαποθεμάτων.

Ένας μπαλάς για φτάσει τα 2,5 κιλά χρειάζονται 25 χρόνια. Κάποια ψάρια για να αναπαραχθούν πρέπει να περάσουν μια συγκεκριμένη ηλικία, γιατί μόνο τότε αλλάζουν φύλο και γίνονται από θηλυκά αρσενικά. «Αν δεν αφήνουμε, για παράδειγμα, τους σαργούς, τα μελανούρια, τα σκαθάρια, τις γόπες να μεγαλώσουν, απλώς δεν τους δίνουμε τη δυνατότητα να αναπαραχθούν, γιατί μόνο μετά από κάποια ηλικία γίνονται αρσενικά».

Οι αστακοί μεγαλώνουν ένα εκατοστό τον χρόνο. Άρα, ένας αστακός 20 εκατοστών χρειάστηκε 20 χρόνια για να φτάσει σε αυτό το μέγεθος. «Με τις συνθήκες που επικρατούν στη θάλασσα και στην αλιεία είναι σαν να πούμε ότι κάποιος περνάει πάνω κάτω στην Εθνική για χρόνια και τη γλυτώνει», εξηγεί ο Δημήτρης Ζανές.

  • Τάνια Γεωργιοπούλου