Η ζήτηση για πελτέ προσελκύει κεφάλαια στη βιομηχανική ντομάτα

Eπενδύσεις άνω των 20 εκατ. ευρώ στον κλάδο την τελευταία τριετία

Με ψήφο εμπιστοσύνης σε ένα δυναμικό αγροτικό προϊόν, που πέρασε από πολλά κύματα και δείχνει πλέον να βρίσκεται σε φάση ανασύνταξης, μοιάζει η έντονη επενδυτική δραστηριότητα που καταγράφεται το τελευταίο διάστημα γύρω από τη βιομηχανική ντομάτα.

Από το 2015 έως σήμερα, τουλάχιστον τρία σοβαρά επιχειρηματικά πρότζεκτ, συνολικού κόστους άνω των 20 εκατ. ευρώ, έχουν δρομολογηθεί από παλαιούς, αλλά και νέους «παίκτες» στον κλάδο, σε μια συγκυρία που η παγκόσμια ζήτηση για πελτέ αυξάνεται, γεγονός που δημιουργεί και εξίσου αυξημένες ανάγκες για πρώτη ύλη.

Το πρώτο «κρούσμα» εκδηλώθηκε πριν από τρία χρόνια, όταν η Pisando Holdings Ltd, θυγατρική της ελληνοαμερικανικών συμφερόντων επενδυτικής εταιρείας Alinian, απέκτησε το 80% της ΣΕΡΚΟ από την οικογένεια Βαβαλίδη, επενδύοντας σε πρώτη φάση 2 εκατ. ευρώ και προγραμματίζοντας επιπλέον παρεμβάσεις ύψους 2 εκατ. ευρώ για το αμέσως επόμενο διάστημα, με στόχο την επαναφορά της βιομηχανίας σε αναπτυξιακή τροχιά. Η αλλαγή στο ιδιοκτησιακό καθεστώς συνοδεύτηκε από τη μετονομασία της σερραϊκής εταιρείας σε Serco Foods, καθώς και από ένα δυνατό εξαγωγικό άνοιγμα σε ΗΠΑ, Ευρώπη, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Νότια Αφρική. Παράλληλα, επιχειρήθηκε να αποκατασταθούν οι «τραυματισμένες» σχέσεις της βιομηχανίας με τους παραγωγούς, μέσα από ένα πρόγραμμα πληρωμής οφειλών από τις καμπάνιες προηγούμενων ετών.

Το δεύτερο επενδυτικό «χτύπημα» ήρθε τον Μάρτιο του 2016, όταν η Diorama, το fund του γνωστού επιχειρηματία και πρώην προέδρου του ΣΕΒ, Δημήτρη Δασκαλόπουλου, τοποθετήθηκε μέσω της θυγατρικής του Deca Investments με 7 εκατ. ευρώ στην Damavand, η οποία έχει το εργοστάσιό της στη Φιλία Καρδίτσας. Κι εδώ η αλλαγή στο μετοχικό σχήμα συνοδεύτηκε από την ανακοίνωση ενός πλάνου εξόφλησης των παραγωγών για παλαιότερες οφειλές, αλλά και με μια «επιθετική» τιμολογιακή πολιτική, με στόχο την προσέλκυση όσο το δυνατόν περισσότερων καλλιεργητών. Η τακτική αυτή φαίνεται ότι απέδωσε καρπούς, καθώς, σύμφωνα με πληροφορίες, η εταιρεία επεξεργάστηκε πέρυσι 55.000 τόνους βιομηχανική ντομάτα, ενώ, φέτος, μέσω και του νέου τιμολογίου που παρουσίασε στο προηγούμενο φύλλο η «ΥΧ», εκτιμά ότι θα απορροφήσει τουλάχιστον 70.000 τόνους πρώτη ύλη.

Στις παραπάνω κινήσεις ήρθε να προστεθεί η απόφαση της ΑΒΕΚ Νομικός για τη δημιουργία νέου εργοστασίου στην περιοχή των Φαρσάλων. Όπως πρώτη έγραψε σε σχετικό ρεπορτάζ η «ΥΧ», πρόκειται για μια επένδυση αρχικού ύψους 5 εκατ. ευρώ, η οποία σε πλήρη ανάπτυξη θα αγγίξει τα 10 εκατ. ευρώ και έρχεται να προσθέσει ακόμα έναν κρίκο στην παραγωγική αλυσίδα του ομίλου, ο οποίος διαθέτει άλλα δύο εργοστάσια στον Δομοκό και στην Αλίαρτο. Οι εργασίες για την κατασκευή της νέας μονάδας, αρχικής δυναμικότητας 80.000 τόνων και σε ένα μεταγενέστερο στάδιο 200.000 τόνων, βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο και, όπως διαβεβαιώνει την «ΥΧ» ο πρόεδρος της βιομηχανίας και αντιπρόεδρος του Διεθνούς Συμβουλίου Βιομηχανικής Ντομάτας (WPTC), Δημήτρης Νομικός, θα μπει σε παραγωγική λειτουργία το καλοκαίρι, προλαβαίνοντας τη φετινή καμπάνια της βιομηχανικής.

H κατανάλωση

Η έντονη κινητικότητα στον κλάδο, ιδίως σε μια εποχή οικονομικής δυσπραγίας, που οι εγχώριες και ξένες επενδύσεις αποτελούν την εξαίρεση του κανόνα, είναι αξιοσημείωτη και σε έναν μεγάλο βαθμό συνδέεται με τα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί στη διεθνή αγορά και σχετίζονται με το ισοζύγιο προσφοράς- ζήτησης.

Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της ΕΜR (Expert Market Research), η παγκόσμια ζήτηση για προϊόντα ντομάτας παραμένει ισχυρή και ο κλάδος, έχοντας ξεπεράσει τη δύσκολη πενταετία 2009-2014, στη διάρκεια της οποίας ο συνδυασμός αυξημένης παραγωγής και υψηλών αποθεμάτων δημιούργησε συνθήκες υπερπροσφοράς, έχει από το 2015 επανέλθει σε τροχιά ανάκαμψης. Η EMR, μάλιστα, προβλέπει ότι η παγκόσμια αγορά το 2022 θα φτάσει τους 42 εκατ. τόνους από 36 εκατ. τόνους που διαμορφώθηκε το 2016, σημειώνοντας ότι κινητήριοι μοχλοί αυτής της αύξησης θα είναι, μεταξύ άλλων, οι αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες, η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού, αλλά και η ενίσχυση της κατανάλωσης στις αναδυόμενες αγορές.

Η ζήτηση για πελτέ προσελκύει κεφάλαια στη βιομηχανική

Πέρα από την ευνοϊκή διεθνή συγκυρία, ακόμα δύο λόγοι, σύμφωνα με τον κ. Νομικό, προσδίδουν ξεχωριστό ενδιαφέρον και συνιστούν σημαντικά πλεονεκτήματα της ελληνικής μεταποιητικής βιομηχανίας. Ο πρώτος έχει να κάνει με τη γεωγραφική τοποθέτηση της χώρας μας. «Η Ελλάδα βρίσκεται στη ζώνη της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, κάτι που της δίνει τη δυνατότητα να παράγει καλής ποιότητας ντομάτα, με αρκετά ικανοποιητικούς οικονομικούς όρους, τόσο για τη βιομηχανία όσο και για τον παραγωγό», σημειώνει στην «ΥΧ». Ο δεύτερος σχετίζεται με τη διαφοροποίηση των επιχειρήσεων του κλάδου, τόσο σε σχέση με το πελατολόγιό τους όσο και με την πρώτη ύλη. «Περιοχές όπως η Θεσσαλία, παρουσιάζουν καλές αποδόσεις, ενώ, για παράδειγμα, υπάρχει αναξιοποίητο δυναμικό σε νομούς όπως των Σερρών, όπου η βιομηχανική ντομάτα αποτελούσε κάποτε βασική καλλιέργεια, αλλά πλέον έχει απομείνει μόλις μία εταιρεία στην περιοχή», προσθέτει ο συνομιλητής μας.

Ανταγωνιστικότητα

Την ίδια στιγμή, ωστόσο, η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας ντομάτας υπονομεύεται από το υψηλό κόστος της ενέργειας, αλλά και του χρήματος, που λειτουργούν ως τροχοπέδη για την περαιτέρω ανάπτυξή της. «Το κόστος ενέργειας είναι ένα τεράστιο αγκάθι και, όπως έχουμε πολλάκις επισημάνει, είναι το υψηλότερο μεταξύ των ανταγωνιστών μας. Εξίσου σοβαρό πρόβλημα, όμως, είναι και τα υψηλά επιτόκια, ιδίως αν λάβουμε υπόψη την ιδιαιτερότητα του κλάδου μας, που καλείται να αποπληρώσει όλες τις πρώτες ύλες και τα εφόδια σε ένα διάστημα από το καλοκαίρι μέχρι –το αργότερο– τον Δεκέμβριο, ενώ οι εισπράξεις, στο μεγαλύτερο μέρος τους, έρχονται τον Αύγουστο. Δημιουργείται, λοιπόν, εκ των πραγμάτων ένα χρηματοδοτικό κενό έξι τουλάχιστον μηνών, για το οποίο απαιτείται χρηματοδότηση που, όμως, ‘‘αγοράζουμε’’ ακριβά από τα πιστωτικά ιδρύματα», εξηγεί ο κ. Νομικός.

Φόροι και… ΕΦΚΑ

Αυξημένη κατά ένα ποσοστό, που αγγίζει το 10%, θα είναι σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις του WPCT (Φεβρουάριος 2017), η φετινή παραγωγή βιομηχανικής ντομάτας στη χώρα μας, «πιάνοντας» τους 480.000 τόνους από 440.000 τόνους σε σχέση με πέρυσι.

Το ποσοστό αντανακλά την αύξηση στα καλλιεργούμενα στρέμματα σε ένα ποσοστό 10%-15%, που αναμένεται στη Θεσσαλία, σε αντίθεση με την Πελοπόννησο, όπου οι μειώσεις τιμών στις οποίες προχώρησαν φέτος και τα δύο εργοστάσια που δραστηριοποιούνται στην Ηλεία (Κύκνος και Pummaro) έχουν «μουδιάσει» τους παραγωγούς.

Αρκετοί στην αγορά, πάντως, εκτιμούν ότι, με βάση τα νεότερα δεδομένα, ο αριθμός των 480.000 τόνων είναι αρκετά φιλόδοξος και προεξοφλούν ότι η αύξηση στην παραγωγή και στις εκτάσεις θα είναι, τελικά, μικρότερη. Ο Δημήτρης Νομικός τονίζει στην «ΥΧ» ότι «το νέο ασφαλιστικό, κατά πρώτο λόγο, και το φορολογικό, κατά δεύτερο, έχουν αποθαρρύνει αρκετούς καλλιεργητές. Κι αυτό γιατί φοβούνται πως οι υψηλοί τζίροι, οι οποίοι απορρέουν από δυναμικές καλλιέργειες, όπως η βιομηχανική ντομάτα, θα τους γυρίσουν μπούμερανγκ, δίχως οι ίδιοι να μπορέσουν να αποτυπώσουν στα έξοδά τους το υψηλό κόστος παραγωγής».

«Εμείς, από την πλευρά μας, σε μια προσπάθεια να καθησυχάσουμε την αγωνία των καλλιεργητών, προχωρήσαμε φέτος σε αυξήσεις στις τιμές, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στις χαμηλότερες κατηγορίες brix, ώστε να νιώσουν διασφαλισμένοι ακόμα και για το χειρότερο δυνατό σενάριο», προσθέτει ο πρόεδρος της ΑΒΕΚ Νομικός.

Αναβρασμός σε Ισπανία και Ιταλία από το «ψαλίδι» στις τιμές

Έντονες αντιδράσεις στις τάξεις των Νοτιοευρωπαίων καλλιεργητών έχει προκαλέσει το «κούρεμα» των φετινών τιμών από τις βιομηχανίες, οι οποίες συντάσσονται πίσω από το επιχείρημα της «ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας». Οι μειώσεις, σε σχέση με πέρυσι, κυμαίνονται κατά μέσο όρο στα 2-3 ευρώ/τόνο, σε αρκετές περιπτώσεις, όμως, αγγίζουν ακόμα και τα 6 ευρώ/τόνο.

Στη Βόρεια Ιταλία, η μέση τιμή διαμορφώθηκε στα 79,75 ευρώ/τόνο, χαμηλότερα δηλαδή από τα 82,95 ευρώ/ τόνο του 2016, τιμή που ήταν ήδη μειωμένη κατά 8% σε σύγκριση με το 2015, με τους εκπροσώπους των οργανώσεων παραγωγών να σχολιάζουν με πίκρα ότι, σε αντίθεση με τις απολαβές τους, τα κόστη παραγωγής την τελευταία διετία αυξάνονται σταθερά.

Επιβαρυντικά για τους παραγωγούς φαίνεται ότι έχουν λειτουργήσει τα χρηματοοικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν δύο από τα μεγαλύτερα εργοστάσια της περιοχής, της Ferrara Food και της συνεταιριστικής Copador. Το πρώτο, όπως όλα δείχνουν, θα παραμείνει φέτος κλειστό, ενώ το δεύτερο, σύμφωνα με πληροφορίες, θα λειτουργήσει κάτω από νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς, παραλαμβάνοντας ωστόσο μόνο το 50% των ποσοτήτων βιομηχανικής ντομάτας που απορρόφησε πέρυσι.

 

Στην Ισπανία, οι περισσότεροι ιδιωτικοί όμιλοι προσέφεραν φέτος από 69 έως 70 ευρώ/τόνο στους καλλιεργητές, ενώ οι συνεταιριστικές βιομηχανίες επιχείρησαν τη δική τους παρέμβαση με τιμές από 73 έως 75 ευρώ/τόνο. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, η σύγκριση με τα 78 ευρώ/τόνο, που ήταν η μέση τιμή του 2016, είναι απογοητευτική για τους παραγωγούς.

Παραγωγή βιομηχανικής ντομάτας (σε 1.000 τόνους)

 

2014

2015

2016

2017 (εκτιμ.)

Μεταβολή 2016-2017 (%)

Ελλάδα

470

500

440

480

9%

Ιταλία

4.914

5.393

5.180

5.000

-3%

Ισπανία

2.700

3.028

2.950

3.200

8%

Πορτογαλία

1.197

1.660

1.507

1.500

0%

Τουρκία

1.800

2.700

2.100

2.000

-5%

Αλγερία

440

500

550

500

-9%

Τυνησία

720

935

650

670

3%

ΕΕ

9.469

10.759

10.268

10.378

1,10%

Παγκόσμια

39.905

41.384

38.072

38.226

0,40%

Πηγή: WPTC