Ηθικόν ακμαιότατον για τους αγρότες αρκετών χωρών της ΕΕ

agrotis-copa-cogeca

Αισθητά έχει ανέβει η αυτοπεποίθηση των αγροτών της ΕΕ κατά το πρώτο τρίμηνο του 2017, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιοποίησαν αυτή την εβδομάδα οι κορυφαίες ευρωπαϊκές αγροτικές οργανώσεις Copa – Cogeca. Το ηθικό των Ευρωπαίων αγροτών φαίνεται ότι έχει μεταστραφεί σε σχέση με την περσινή χρονιά, με τους Βρετανούς παραγωγούς να συνιστούν τις μοναδικές εξαιρέσεις στον κανόνα της έρευνας, λίγο πριν διαβούν οριστικά την πόρτα της εξόδου της ΕΕ.

Η έρευνα των Copa – Cogeca, που διεξάγεται σταθερά δύο φορές τον χρόνο υπό μορφή γκάλοπ, πραγματοποιήθηκε σε δέκα ευρωπαϊκές χώρες (Βέλγιο, Δανία, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ολλανδία, Πολωνία, Ρουμανία, Σουηδία, Ηνωμένο Βασίλειο), σε δείγμα 8.000 αγροτών. Στις εννέα από τις δέκα χώρες που συμμετείχαν, η έρευνα έδειξε ότι το αίσθημα αυτοπεποίθησης και οι μελλοντικές προσδοκίες των αγροτών, με αφορμή την τρέχουσα οικονομική κατάσταση, έχουν αυξηθεί σε γενικές γραμμές.

Η αισιοδοξία των αγροτών, σε ό,τι αφορά τις οικονομικές προοπτικές, σκιαγραφεί μια ριζική αλλαγή σε σύγκριση με τις αντίστοιχες εκτιμήσεις κατά το έτος 2016, όταν οι αγροτικές προσδοκίες είχαν φτάσει σε ιστορικό χαμηλό.

«Παρά το γεγονός ότι οι τιμές των γεωργικών βασικών προϊόντων παραμένουν σε πολύ χαμηλό επίπεδο σε πολλούς κλάδους, η κατάσταση από το 2016 μέχρι σήμερα έχει σταθεροποιηθεί και η πιο πρόσφατη αγροτική έρευνα που διενεργήσαμε δείχνει ότι η εμπιστοσύνη των αγροτών στις μελλοντικές προοπτικές έχει αναπτερωθεί σε σχέση με τα προηγούμενα έτη», σχολίασε ο γενικός γραμματέας της Copa-Cogeca, Πέκα Πέσονεν. «Οι τιμές των βασικών εμπορευμάτων παρέμειναν σχετικά σταθερές από το δεύτερο εξάμηνο του 2016, κυρίως στους κλάδους των γαλακτοκομικών, των χοιρινών και των οπωροκηπευτικών, και σε κάποιους βλέπουμε καλύτερες τιμές από ό,τι πριν από δύο χρόνια».

Οι αρνητικές ενστάσεις των αγροτών έγκεινται στην εφαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και στην υπερβολική γραφειοκρατία της, σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης. Αυτή η ανησυχία φέρεται να έχει παγιωθεί, μετά και τις παρόμοιες ενδείξεις της αντίστοιχης περσινής έρευνας, και παρά τις συνεχιζόμενες προσπάθειες του επιτρόπου Γεωργίας της ΕΕ Γεωργίας, Φιλ Χόγκαν, για την απλοποίηση της αγροτικής πολιτικής. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του έγκυρου Agra Europe, πρόσφατα ο Ευρωπαίος επίτροπος δήλωσε ότι «πρέπει να δοθεί ιδιαίτερο βάρος στη συνεχιζόμενη απλούστευση της επόμενης ΚΑΠ», προσθέτοντας ότι είναι σημαντικό για την ΕΕ «να εξετάζει νέους τρόπους, ώστε η τεχνολογία να μπορεί να αντικαταστήσει τους φορτικούς ελέγχους και να καταστήσει απλούστερο τον τρόπο ζωής των αγροτών».

Προβληματισμός σε Μεγάλη Βρετανία και Ιρλανδία

Στον αντίποδα, αβεβαιότητα στις τάξεις των Βρετανών αγροτών έχει φέρει το επερχόμενο Brexit. Το ασταθές πολιτικό περιβάλλον, που έχει διαμορφωθεί μετά την απόφαση του Ηνωμένου Βασιλείου να εγκαταλείψει την ΕΕ, αποτελεί βασική αιτία για τη μείωση της μακροπρόθεσμης εμπιστοσύνης των αγροτών στις μελλοντικές οικονομικές προοπτικές, σύμφωνα με την έρευνα. «Η αβεβαιότητα που απορρέει από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για την παραμονή στην ΕΕ, οι μελλοντικοί εμπορικοί διακανονισμοί μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και ΕΕ, το μέγεθος του προϋπολογισμού, η πρόσβαση στο αλλοδαπό εργατικό δυναμικό και η συναλλαγματική ισοτιμία είναι παράγοντες που πιθανώς θα υπονομεύσουν την οικονομική κατάσταση», αναφέρεται στην έκθεση σχετικά με το Ηνωμένο Βασίλειο.

Παρότι η Ιρλανδία δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των χωρών που συμμετείχαν στην έρευνα, η χώρα χαρακτηρίζεται από εξίσου σαφή εικόνα αβεβαιότητας. Υπενθυμίζεται ότι πριν από λίγες ημέρες, ο επικεφαλής της Ιρλανδικής Ένωσης Αγροτών (IFA), Τζο Χίλι, ζήτησε από την ιρλανδική κυβέρνηση να στηρίξει την αγροτική βιομηχανία της χώρας, καθώς καλείται να αντεπεξέλθει στην αστάθεια της λίρας λόγω Brexit. Ο πρόεδρος της IFA τόνισε ότι η διατήρηση της στενότερης δυνατής εμπορικής σχέσης με το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελεί προτεραιότητα για τη χώρα του, καθώς αναγνωρίζει ότι ο αγροδιατροφικός τομέας της Ιρλανδίας είναι περισσότερο από κάθε άλλον εκτεθειμένος στο Brexit, με το 40% των ιρλανδικών εξαγωγών να κατευθύνεται στη Μεγάλη Βρετανία.