Μεταγραφές αγελαδοτρόφων ανεβάζουν το θερμόμετρο στις ζώνες γάλακτος

Αλλάζουν στρατόπεδο μεγάλες μονάδες, καθώς κορυφώνεται η ζήτηση από τις βιομηχανίες

Πλαίσιο εφαρμογής για τους γενετικούς πόρους στην κτηνοτροφία στο νέο ΠΑΑ

Ραγδαίες ανακατατάξεις στις ζώνες γάλακτος της Βόρειας και Βορειοανατολικής Ελλάδας δημιουργεί το «κύμα» μετακινήσεων αγελαδοτρόφων από τη μία βιομηχανική «στέγη» στην άλλη, που βρίσκεται σε εξέλιξη το τελευταίο διάστημα, με φόντο την κατακόρυφη αύξηση της ζήτησης για αγελαδινό εγχώριας παραγωγής.

Από τις ζυμώσεις αυτές, στο επίκεντρο των οποίων βρίσκονται μεγάλες αγελαδοτροφικές μονάδες αλλά και επιχειρήσεις που επιθυμούν να «χτίσουν» θέσεις σε ελληνική πρώτη ύλη, ωφελημένοι μοιάζουν να βγαίνουν οι κτηνοτρόφοι, καθώς δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για ενίσχυση της διαπραγματευτικής τους θέσης απέναντι στη βιομηχανία και για βελτίωση των τιμών παραγωγού.

Η πρώτη σημαντική μετατόπιση έγινε τον περασμένο Αύγουστο, όταν μεγάλη αγελαδοτροφική μονάδα από τη Χρυσούπολη της Καβάλας, ιδιοκτησίας δύο Ολλανδών που δραστηριοποιούνται στο εμπόριο τυριού (σ.σ. στο σχήμα αρχικά συμμετείχε και Έλληνας, ο οποίος πλέον έχει αποχωρήσει) και δυναμικότητας 18-20 τόνων ημερησίως, έθεσε στη ΔΕΛΤΑ, με την οποία συνεργαζόταν ως τότε, ζήτημα αύξησης της τιμής από τα 39 στα 40,5 λεπτά το κιλό. Η απάντηση που έλαβε ήταν αρνητική, με αποτέλεσμα οι ιδιοκτήτες της μονάδας να απευθυνθούν και να κλείσουν τελικά συμφωνία με την –επίσης ολλανδικών συμφερόντων– FrieslandCampina Ελλάς, για τη διάθεση του προϊόντος τους. Την εξέλιξη αυτή ακολούθησε ένας πρόσκαιρος αναβρασμός, που οδήγησε σε αύξηση των τιμών παραγωγού στην ευρύτερη περιοχή κατά περίπου 1 λεπτό το κιλό.

Η κίνηση, ωστόσο, που φαίνεται ότι άλλαξε τα δεδομένα, ήρθε σχεδόν δύο μήνες μετά, όταν ομάδα αγελαδοτρόφων από την περιοχή του Λαγκαδά, οι οποίοι αθροιστικά ξεπερνούν τους 25 τόνους ημερησίως, αποφάσισαν να αλλάξουν στρατόπεδο, βάζοντας τέλος στη μακροχρόνια συνεργασία της με τον Όλυμπο του ομίλου Σαράντη και «προσχωρώντας» στη ΜΕΒΓΑΛ, αποδεχόμενοι την καλύτερη οικονομική προσφορά της τελευταίας. Το παράδειγμά τους ακολούθησαν λίγο μετά δύο ακόμα μεγάλοι αγελαδοτρόφοι από την Κεντρική Μακεδονία, με δυναμικότητα της τάξης των 3 και 6,5 τόνων αγελαδινού ημερησίως έκαστος.

Οι «μεταγραφές» αυτές, όπως ήταν φυσικό, δημιούργησαν ένα ντόμινο νέων μετακινήσεων, καθώς οι βιομηχανίες που απώλεσαν παραγωγούς έσπευσαν να καλύψουν το κενό, αναζητώντας καινούργιες συνεργασίες. Όπως πληροφορείται μάλιστα η «Ύπαιθρος Χώρα», ακόμα και αγελαδοτρόφοι που ανήκαν στο δυναμικό του ΘΕΣγάλα δελεάστηκαν και αποφάσισαν να προχωρήσουν σε συμφωνίες με ιδιώτες «γαλατάδες».

Στέλεχος μεγάλης γαλακτοβιομηχανίας παραδέχεται στην «ΥΧ» ότι όλη αυτή η κινητικότητα έχει επιδράσει θετικά στις τιμές παραγωγού (που ήδη βρίσκονται στην περιοχή των 40 λεπτών), γεγονός το οποίο αναμένεται να αποτυπωθεί σε πρώτη φάση στα στοιχεία του μηνός Σεπτεμβρίου που θα δημοσιοποιήσει το επόμενο διάστημα ο ΕΛΓΟ αλλά και, με ακόμα μεγαλύτερη ένταση, σε αυτά των αμέσως επόμενων μηνών.

Ξαναμοιράζεται η τράπουλα στη Θεσσαλία

Ένας άτυπος πόλεμος μαίνεται μεταξύ των γαλακτοβιομηχανιών και στη Θεσσαλία, για την παραλαβή του γάλακτος από τις αγελαδοτροφικές μονάδες και τη διανομή του στις γεωγραφικές περιφέρειες. Και αυτό, γιατί η έλλειψη στη διεθνή αγορά αγελαδινού γάλακτος επηρέασε τον νόμο της προσφοράς και ζήτησης, φέρνοντας -όπως ήταν αναμενόμενο- σε πλεονεκτική θέση τον παραγωγό. Έτσι, δεν ξαφνιάζει κανέναν η αύξηση πώλησης του γάλακτος από τους παραγωγούς στις βιομηχανίες από 39 λεπτά (που ήταν πριν 2 μήνες) σε 41-42 λεπτά.

ageladinoΣτη Μαγνησία, η ΕΒΟΛ απορροφούσε το σύνολο της ντόπιας παραγωγής και μερίδα αυτής από τη γειτονική επαρχία Φαρσάλων και από χωριά του Δήμου Τεμπών, που ανήκουν στον Νομό Λάρισας. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΒΟΛ, Νικήτα Πρίντζο, «από τους 45 τόνους γάλακτος που προμηθευόμαστε σε ημερήσια βάση, οι 15 τόνοι προέρχονται από τη Μαγνησία και οι υπόλοιποι 30 από τη Λάρισα».

Ο Όλυμπος συνεχίζει να απορροφά γάλα, με ολοένα και αυξανόμενη τάση, από τους νομούς Λάρισας και Τρικάλων, ενώ η Τρίκκη επιχειρεί να μεγαλώσει την πελατεία της, εκτός από τα Τρίκαλα και στα χωριά που γειτνιάζουν, ευρισκόμενα στον Νομό Λάρισας. Ο ΘΕΣγάλα, στην παρούσα φάση φαίνεται να μην μπορεί να ακολουθήσει τον σκληρό ανταγωνισμό των άλλων εταιρειών, παλεύοντας να κρατήσει τον αρχικό πυρήνα των παραγωγών από Ελασσόνα, Λάρισα και Πιερία.

Κινητικότητα και σε Αν. Μακεδονία – Θράκη

Αυξημένη ζήτηση παρουσιάζει από το καλοκαίρι το αγελαδινό γάλα και στις περιοχές της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, με αποτέλεσμα η τιμή παραγωγού να είναι κατά τι ανεβασμένη. Κτηνοτρόφοι της περιοχής επιβεβαιώνουν ότι έντονη κινητικότητα παρουσιάζεται από τη Ροδόπη, του ομίλου Σαράντη, η οποία έχει προσεγγίσει αρκετούς ντόπιους παραγωγούς.

Ο Χάρης Καφετζής, αγελαδοτρόφος στη Δράμα, μεταφέρει στην «ΥΧ» ότι το τελευταίο τρίμηνο υπάρχει μια αύξηση της τάξης των 5 λεπτών, καθώς από τα 35 λεπτά ανέβηκε στα 40 και σημειώνει ότι πρόκειται για θετική εξέλιξη, καθώς οι αγελαδοτρόφοι στηρίζουν το εισόδημά τους στο γάλα, προσθέτοντας όμως ότι και τα κόστη στις ζωοτροφές έχουν ανέβει. Συμπληρώνει επίσης ότι το ενδιαφέρον των γαλακτοβιομηχανιών για ντόπιο ποιοτικό γάλα οφείλεται και στη στροφή του καταναλωτικού κοινού στην ποιότητα.

Γιαούρτι με ελληνικό γάλα ζητούν οι ξένες αλυσίδες

Εκτός από την αυξημένη ζήτηση για βούτυρο, στοιχείο το οποίο συμπαρασύρει και τις τις τιμές του συμπυκνωμένου γάλακτος, καθιστώντας ασύμφορες τις εισαγωγές για πολλούς εγχώριους «γαλατάδες», ενισχυτικά στην τόνωση του ενδιαφέροντος για εγχώρια πρώτη ύλη φαίνεται ότι λειτουργεί και η αύξηση της ζήτησης για ελληνικό γιαούρτι.

Σύμφωνα, μάλιστα, με πληροφορίες της «ΥΧ», μεγάλες αλυσίδες της Βόρειας Ευρώπης, οι οποίες έχουν συμφωνίες με ελληνικές γαλακτοβιομηχανίες για παραγωγή ελληνικού γιαουρτιού private label, έχουν από το περασμένο καλοκαίρι διαμηνύσει στους συνεργάτες τους ότι επιθυμούν το προϊόν που διαθέτουν από τα ράφια τους να παρασκευάζεται αποκλειστικά από ελληνική πρώτη ύλη. Μάλιστα, στις εταιρείες αυτές έχει δοθεί και συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, ώστε να «συμμορφωθούν» και να αναπροσαρμόσουν την παραγωγική τους διαδικασία στην απαίτηση αυτή.

Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθεί και η «αντεπίθεση» της ΜΕΒΓΑΛ, η οποία, μετά το ξεκαθάρισμα του τοπίου σε ό,τι αφορά το ιδιοκτησιακό, επιχειρεί να αποκαταστήσει το πρεστίζ αλλά και να ενισχύσει τη θέση της, τόσο στην αγορά, όσο και στις ζώνες γάλακτος.