Μέτρα κατά της γρίπης των πτηνών

Σε ποιες αρχές πρέπει να στηρίζεται το πρόγραμμα βιοασφάλειας

Το σύνολο των μέτρων βιοασφάλειας, προκειμένου να προληφθεί η εξάπλωση της γρίπης των πτηνών, στηρίζεται σε 14 βασικές αρχές. Τις κύριες αυτές πρακτικές, που έχουν σχεδιαστεί για να αποτραπεί η εισαγωγή και η διασπορά της μολυσματικής νόσου στις πτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις, ανακοίνωσε πρόσφατα κατά τη διάρκεια ενός φόρουμ για την αβγοβιομηχανία στο Οχάιο των ΗΠΑ η δρ Έλενα Μπένκε, κτηνίατρος και συντονίστρια του εθνικού σχεδίου για τη βελτίωση της πτηνοτροφίας, του υπουργείου Γεωργίας των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ειδικότερα, πρώτη και απαράβατη αρχή αποτελεί η υπεύθυνη βιοασφάλεια. Όπως εξήγησε η δρ Μπένκε, «ο εκάστοτε συντονιστής/επικεφαλής προγράμματος βιοασφάλειας σε μία πτηνοτροφική εκμετάλλευση οφείλει όχι μόνο να αναπτύσσει και να εφαρμόζει τα μέτρα του εν λόγω προγράμματος, αλλά και να παρακολουθεί συνεχώς την αποτελεσματικότητά τους». Μάλιστα, όπως επεσήμανε, ένα πρόγραμμα μέτρων βιοασφάλειας πρέπει να επανεξετάζεται κατά τη διάρκεια κάθε έτους, αλλά και να αναθεωρείται, εάν είναι απαραίτητο.

Δεύτερη προϋπόθεση για την επιτυχή έκβαση του προγράμματος βιοασφάλειας, που εφαρμόζεται σε πτηνοτροφική μονάδα, είναι ότι πρέπει να διέπεται από εκπαιδευτικά εργαλεία που να καλύπτουν τις απαραίτητες ειδικές διαδικασίες στον χώρο (ή την εταιρεία). Σύμφωνα πάντα με τη δόκτορα, οι ιδιοκτήτες και οι φροντιστές πουλερικών οφείλουν να ολοκληρώνουν την εκπαίδευσή τους (η οποία πρέπει αφενός να πραγματοποιείται μία φορά τον χρόνο και αφετέρου να βεβαιώνεται). Όσο για τους νέους υπαλλήλους, η εκπαίδευση πρέπει να ξεκινά αμέσως μετά την πρόσληψή τους.

Αναφορικά με το προσωπικό (που αποτελεί την 5η αρχή), το πρόγραμμα βιοσφάλειας πρέπει να περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με την προβλεπόμενη διαδικασία και τον απαραίτητο εξοπλισμό που να διασφαλίζει την ατομική του προστασία.

Χρήση νερού

Ιδιαίτερη αναφορά έκανε η δρ Μπένκε για τις πηγές νερού. Εάν, όπως είπε, το πόσιμο νερό προέρχεται από επιφανειακά ύδατα, η επεξεργασία του πρέπει να χρησιμοποιείται για τη μείωση των παραγόντων μόλυνσης. Εάν οι επιφάνειες έχουν καθαριστεί ή ξεπλυθεί με επιφανειακά ύδατα, θα πρέπει να πραγματοποιηθεί απολύμανση για την πρόληψη της μετάδοσης της νόσου. Επίσης, εάν η επεξεργασία του νερού δεν είναι δυνατή, πρέπει να προσδιοριστούν οι απαραίτητες ενέργειες για τον μετριασμό του κινδύνου. Τέλος, ιδιαίτερη μέριμνα πρέπει να ληφθεί για την αντικατάσταση της ζωικής παραγωγής της εκτροφής και, όπως καταλήγει η Αμερικανίδα συντονίστρια, κάθε δύο χρόνια είναι σημαντικό να διεξάγονται έλεγχοι βιοασφάλειας από την αρμόδια κρατική υπηρεσία.

Ορθή διαχείριση προγράμματος

Οι υπόλοιπες αρχές αφορούν τον καθορισμό της λεγόμενης «γραμμής διαχωρισμού» του χώρου των πτηνών από την έκθεσή τους σε νόσους και της περιμετρικής ζώνης ασφαλείας, που ουσιαστικά περιβάλλει μόνο την εκμετάλλευση ή την περιοχή όπου εκτρέφονται πουλερικά. Είναι, δε, απαραίτητο κάθε παραγωγική μονάδα να διαθέτει τον απαραίτητο μηχανισμό ελέγχου που να προλαμβάνει την όποια επαφή με άγρια πτηνά, τα περιττώματα ή τα φτερά τους, όπως και με τρωκτικά, ακόμη και έντομα. Σύμφωνα με τη δρ Μπένκε, σε διαδικασία καθαρισμού και απολύμανσης πρέπει να υπόκεινται ο εξοπλισμός και τα οχήματα και να αποφεύγεται η κοινή χρήση τους. Σε αυτό το πλαίσιο, ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα βιοασφάλειας οφείλει να περιλαμβάνει τρόπους ορθής διαχείρισης των περιττωμάτων, αλλά και των πάσης φύσεως απορριμμάτων. Όσο για τα νεκρά πτηνά, πρέπει να ακολουθείται συγκεκριμένη διαδικασία συλλογής και απομάκρυνσής τους, ενώ σε περίπτωση αυξημένης νοσηρότητας ή/και θνησιμότητας θα πρέπει να αναφέρεται στις αρμόδιες υπηρεσίες και να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα για την εξάλειψη της ασθένειας.