Οι αγορές βιολογικών και το κωφάλαλο κράτος

της Τάνιας Γεωργιοπούλου

Ξεκίνησαν σαν διέξοδος για τους παραγωγούς βιολογικών προϊόντων. Τα σούπερ μάρκετ τούς ζητούσαν ντομάτες συγκεκριμένου μεγέθους και σχήματος, αλλά και να συμπιέσουν τις τιμές. Τα καταστήματα βιολογικών προϊόντων δεν είχαν την κατάλληλη υποδομή και έτσι βιολογικά φρούτα και λαχανικά έφταναν στους καταναλωτές μαραζωμένα.

Κάπως έτσι, δημιουργήθηκαν οι λαϊκές αγορές βιολογικών προϊόντων πριν 22 χρόνια και σε συνεννόηση με τους δήμους επεκτάθηκαν σε πολλές γειτονιές.

Όποιος τις έχει επισκεφτεί, γνωρίζει ότι παραγωγοί και καταναλωτές που συναντιούνται πάνω από τους πάγκους με τα φρέσκα φρούτα και λαχανικά, χρόνια τώρα, έχουν μια ζωντανή σχέση, συχνά όχι χωρίς τριβές. Οι βιολογικοί παραγωγοί καθοδηγούν, δίνουν συμβουλές και αποκαλύπτουν μυστικά για τα προϊόντα που καλλιεργούν, από χρόνια ξεχασμένα, στους –κατοίκους των πόλεων– καταναλωτές τους. Και οι αγοραστές ρωτούν, αναζητούν, μαθαίνουν πολλές φορές, εκφράζουν τη δυσπιστία τους. Η «κοινωνία» αυτή στήθηκε και συνεχίζει να υπάρχει, βασισμένη στην πραγματικότητα: Υπάρχουν παραγωγοί στις βιολογικές αγορές γιατί υπάρχουν καταναλωτές που ζητούν τα προϊόντα τους και τανάπαλιν.

Όμως, εδώ και δύο δεκαετίες, το ελληνικό κράτος, οι εκάστοτε πολιτικοί που αποφασίζουν, οι διοικήσεις υπουργείων και υπηρεσιών, απομακρυσμένοι από την πραγματική ζωή και τις πραγματικές ανάγκες που οδηγούν από μόνες τους σε λύσεις, δεν πήραν είδηση τι συμβαίνει. Έτσι, αρνούνται να νομιμοποιήσουν τη λειτουργία των βιολογικών αγορών, παρά την επιμονή των ίδιων των καλλιεργητών, που ζητούν εδώ και πολλά χρόνια ένα συγκεκριμένο πλαίσιο νομιμότητας, το οποίο βέβαια θα λαμβάνει υπόψιν τις ανάγκες και την πραγματικότητα.

Σε όλο τον κόσμο οι υπαίθριες αγορές και κυρίως η διάθεση προϊόντων απευθείας από παραγωγούς στους καταναλωτές –πάντα με συγκεκριμένους κανόνες– είναι στοιχεία της ζωής των πόλεων. Μόνο στην Ελλάδα τις αφήνουμε να λειτουργούν στην παρανομία ή θεσπίζουμε πλαίσια που δεν λαμβάνουν υπόψη τους τις πραγματικές συνθήκες.