Παιχνίδια με το εισαγόμενο γάλα στη φέτα πιέζουν τη τιμή του αιγοπρόβειου

Μπροστά σε νέο κύκλο πιέσεων βρίσκονται το τελευταίο διάστημα οι Έλληνες κτηνοτρόφοι, καθώς οι γαλακτοβιομηχανίες, με πρόσχημα τα υψηλά αποθέματα –απούλητης– φέτας από την περυσινή σεζόν, αλλά και το άκρως ανταγωνιστικό τοπίο που διαμορφώνεται στο λιανεμπόριο, προχωρούν, η μία μετά την άλλη, σε μειώσεις στην τιμή του αιγοπρόβειου γάλακτος.

Τα πρώτα ανησυχητικά «κρούσματα» εκδηλώθηκαν ήδη από τα τέλη του 2016, περίοδο κατά την οποία κλείνονται οι πρώτες συμφωνίες για το 2017 μεταξύ παραγωγών και βιομηχανίας. Φαίνεται, όμως, ότι οι πιέσεις έχουν ενταθεί από τον Ιανουάριο και μετά, με αποτέλεσμα σήμερα η τιμή απορρόφησης του πρόβειου γάλακτος σε αρκετές περιοχές της χώρας να αγγίζει τα 95 λεπτά το κιλό.

Απόθεμα

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Δυτικής Μακεδονίας, όπου, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Κτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Καστοριάς, Δημήτρη Μόσχο, η μέση τιμή για τον Μάρτιο διαμορφώθηκε στα 97 λεπτά το κιλό, όταν τον ίδιο μήνα πέρυσι βρισκόταν στο 1,02 ευρώ. «Υπάρχουν επιχειρήσεις που προσφέρουν στους παραγωγούς ακόμα και 7 λεπτά λιγότερα σε σχέση με την περυσινή σεζόν, ενώ, σύμφωνα με τις πληροφορίες που μας έρχονται από τους εκπροσώπους των βιομηχανιών, η τάση είναι για περαιτέρω μειώσεις της τάξης των 2-3 λεπτών τους επόμενους μήνες», υπογραμμίζει στην «ΥΧ».

Το πρόβλημα ξεκινάει από τη χονδρική, όπου, όπως σημειώνει ο συνομιλητής μας, αυτή την περίοδο, διατίθεται φέτα περυσινής σεζόν έναντι 4,10- 4,30 ευρώ/κιλό. Εκτός από το υψηλό στοκ, οι επιχειρήσεις επικαλούνται, επίσης, την πτώση της εγχώριας κατανάλωσης, αλλά και τις πιέσεις που δέχονται από τα σούπερ μάρκετ για προσφορές και άλλες προωθητικές ενέργειες στο πλαίσιο του «πολέμου τιμών» που φέρνει η αύξηση της συγκέντρωσης και η όξυνση του ανταγωνισμού στον κλάδο.

Προφάσεις

Οι κτηνοτρόφοι, ωστόσο, από την πλευρά τους, κάνουν λόγο για… προφάσεις εν αμαρτίαις, αφήνοντας αιχμές για βρόμικα παιχνίδια με γάλα άγνωστης προέλευσης, το οποίο, υπό την άτυπη ανοχή των κρατικών αρχών, χρησιμοποιείται για την παραγωγή –κατά τα άλλα– «ελληνικής φέτας ΠΟΠ», υπονομεύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το μέλλον της «ναυαρχίδας» των ελληνικών εξαγωγών αγροτικών προϊόντων.

Δεν βγαίνουν οι αριθμοί

Παιχνίδια με το εισαγόμενο γάλα στη φέτα πιέζουν τη τιμή του αιγοπρόβειου«Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι. Για την παραγωγή ενός κιλού φέτας απαιτούνται τουλάχιστον 3,8 κιλά γάλα. Με μια μέση τιμή 1 ευρώ το κιλό, μας βγαίνει ένα κόστος παραγωγής 3,80 ευρώ/κιλό και, αν προσθέσουμε ΦΠΑ, έξοδα συλλογής (τουλάχιστον 6-7 λεπτά), διοικητικά, πάγια έξοδα κ.λπ.), βγαίνει ένα κόστος 4,90 ευρώ/κιλό στην καλύτερη περίπτωση. Επομένως, η λογική λέει ότι κάποιος που πουλάει στη χονδρική με 4,30 ευρώ το κιλό μπαίνει σίγουρα μέσα», εξηγεί ο κ. Μόσχος. «Κάτι που σημαίνει ότι δύο τινά συμβαίνουν: είτε χρησιμοποιείται αγελαδινό γάλα είτε φθηνό εισαγόμενο», προσθέτει.

Στον ΣΕΒΓΑΠ το ζήτημα

Όπως αναφέρουν οι κτηνοτρόφοι, το εισαγόμενο πρόβειο γάλα καταφθάνει από το εξωτερικό σε συμπυκνωμένη μορφή και, λόγω του ότι περιέχει συμπλήρωμα πρωτεΐνης, χαρακτηρίζεται από τουλάχιστον 7% υψηλότερη απόδοση σε σύγκριση με το ελληνικό, με το οικονομικό όφελος –για τις βιομηχανίες που το χρησιμοποιούν– να πολλαπλασιάζεται όσο αυξάνονται και οι ποσότητες.

Παράγοντες της αγοράς παραδέχονται στην «ΥΧ» ότι «πράγματι υπάρχει ζήτημα με το εισαγόμενο γάλα» και επισημαίνουν ότι το θέμα έχει συζητηθεί και σε επίπεδο ΣΕΒΓΑΠ (Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Γαλακτοκομικών Προϊόντων), διχάζοντας μάλιστα το διοικητικό του συμβούλιο. Οι ίδιες πηγές φωτογραφίζουν μικρομεσαίες γαλακτοβιομηχανίες ως «υπόλογες» για τη συγκεκριμένη πρακτική, ωστόσο, δεν λείπουν καταγγελίες και για μεγαλύτερους παίκτες του κλάδου. Σύμφωνα με πληροφορίες, μάλιστα, υπάρχει καταγγελία για συγκεκριμένο κωδικό φέτας ΠΟΠ γνωστής βιομηχανίας που φέρεται να έχει παρασκευαστεί με γάλα –και– από τη Ρουμανία.

Σε κάθε περίπτωση, οι παραγωγοί επισημαίνουν ότι το πρόβλημα δεν έγκειται τόσο στις εισαγόμενες ποσότητες πρόβειου γάλακτος όσο στο «πού αυτές διοχετεύονται», υπογραμμίζοντας ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του ΕΛΓΟ στην πράξη υπολειτουργούν.