Πρόστιμα- φωτιά για όσους δεν κόβουν αποδείξεις

Από τα 250 (για υπόχρεους τήρησης απλογραφικών βιβλίων) και τα 500 ευρώ (για υπόχρεους διπλογραφικών βιβλίων) θα ξεκινούν τα πρόστιμα που μπορούν να επιβάλουν από 25ης Ιουλίου και μετά οι ελεγκτές σε επιχειρήσεις και επαγγελματίες που δεν «κόβουν» αποδείξεις ή εκδίδουν ανακριβή φορολογικά στοιχεία.

Μάλιστα, τα ποσά μπορούν να είναι να είναι πολύ ψηλότερα καθώς συνεχίζουν να υπολογίζονται ως  ποσοστό 50% επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο

Σύμφωνα με τη σχετική τροπολογία που κατατέθηκε στη Βουλή από το υπουργείο Οικονομικών (υπογράφεται από τους κ.κ. Τσακαλώτο και Αλεξιάδη), τα πρόστιμα διπλασιάζονται σε περίπτωση υποτροπής μέσα σε μια πενταετία, ενώ εάν διαπιστωθεί η ίδια παράβαση και άλλη φορά το πρόστιμο τετραπλασιάζεται.

H τροπολογία έχει ως εξής:

«Τροποποιήσεις του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013 (Α’ 170)

  1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013 (Α’ 170) αντικαθίσταται ως εξής:

«Σε περίπτωση μη έκδοσης φορολογικού στοιχείου ή έκδοσης ή λήψης ανακριβούς στοιχείου για πράξη που επιβαρύνεται με ΦΠΑ, επιβάλλεται πρόστιμο πενήντα τοις εκατό (50%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα.

Το πρόστιμο αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των πεντακοσίων (500) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.

Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο εκατό τοις εκατό (100%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των πεντακοσίων (500) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των χιλίων (1.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.

Στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο διακόσια τοις εκατό (200%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των χιλίων (1.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.»

  1. Η παράγραφος 5 του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:

«Στην περίπτωση που επιβάλλονται τα πρόστιμα για παραβάσεις των παραγράφων 1, 3 και 4 για τις οποίες συντρέχει και περίπτωση παράβασης της παραγράφου 2 περί υποβολής ανακριβούς ή μη υποβολής δήλωσης, τα πρόστιμα αυτά αφαιρούνται από το πρόστιμο της παραγράφου 2. Ειδικά στην περίπτωση επιβολής προστίμων για παραβάσεις της παραγράφου 1 για τις οποίες συντρέχει και περίπτωση παράβασης της παραγράφου 2, αφαιρείται το αναλογικό πρόστιμο του 50% και όχι το ελάχιστο πρόστιμο των διακοσίων πενήντα (250) ή πεντακοσίων (500) ευρώ ή το επιβληθέν σε επόμενους ελέγχους διπλάσιο ή τετραπλάσιο πρόστιμο για διάπραξη ίδιων παραβάσεων εντός πενταετίας.»

  1. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων ισχύουν από τις 25.7.2016».