Η ρετσίνα ξανασυστήνεται στην Ελλάδα και το εξωτερικό

Το παρεξηγημένο αλλά δημοφιλές κρασί αποτινάσσει πλέον τη ρετσινιά του «φθηνού»

Η ρετσίνα ξανασυστήνεται στην Ελλάδα και το εξωτερικό

Τα επί αρκετά χρόνια στάσιμα νερά της αγοράς της ρετσίνας επιχειρεί να αναταράξει με στοχευμένες κινήσεις το τελευταίο διάστημα μια σημαντική μερίδα Ελλήνων οινοποιών, ανανεώνοντας και επανατοποθετώντας το παρεξηγημένο αυτό κρασί, τόσο στην εγχώρια, όσο και στη διεθνή αγορά.

Τα αποτελέσματα, όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ της «ΥΧ», είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, σε μια στιγμή που, η ποιότητα του ελληνικού οίνου αρχίζει να «μεταφράζεται» πλέον σε μεγαλύτερη υπεραξία, κάτι που γίνεται φανερό από την αύξηση της αξίας των πωλήσεων σε τρίτες χώρες, ιδίως στις ΗΠΑ και στον Καναδά.

Αν και τα λευκά, φθηνά κρασιά κυριαρχούν τα τελευταία χρόνια στην ελληνική αγορά σε ποσοστό 60%, το γεγονός αυτό δεν ήταν αρκετό από μόνο του για να προσδώσει στη ρετσίνα τη δυναμική που απώλεσε μετά την κρίση, όπως λέει στην «ΥΧ» ο Στέλιος Κεχρής, ιδρυτής του ομώνυμου οινοποιείου στη Θεσσαλονίκη. Κρασί που, καλώς ή κακώς, έφερε τη… ρετσινιά του «φθηνού», αλλά και με κακούς χειρισμούς από πλευράς οινοποιών κατά το παρελθόν, ήταν ανέκαθεν δημοφιλές στη Βόρεια Ελλάδα.

Βοηθά η μικρή συσκευασία

Εσχάτως, ωστόσο, φαίνεται να ανακάμπτει και νοτιότερα, όπως μας εξηγεί ο πολύπειρος οινοποιός. «Η γνωστή σε όλους μας παραδοσιακή ρετσίνα πωλείται σε τιμές ιδιαίτερα προσιτές. Ένας επιπλέον παράγοντας που την κάνει πιο προσιτή στο κοινό είναι και ότι διατίθεται σε μπουκάλι του μισού λίτρου, εν αντιθέσει με το κρασί, που το βρίσκουμε κυρίως στα 750 ml», σημειώνει.

Ωστόσο, όπως συμπληρώνει, κακοί χειρισμοί σε συνδυασμό με τη φήμη που είχε καλλιεργηθεί και είχε συνδέσει τη ρετσίνα με χαμηλής ποιότητας παραγωγικές αξίες, στέρησαν από το ποτό τη μεγάλη του δυναμική, ειδικά στην αγορά της Αττικής. «Στην Αθήνα, η διάδοση της χύμα ρετσίνας ήταν ευρεία, γεγονός που έκανε κακό στη φήμη της», σημειώνει ο κ. Κεχρής.

Σε ό,τι αφορά στα κανάλια διανομής, πρώτο με μεγάλη διαφορά έρχεται αυτό της εστίασης: «Η άνοδος του τουρισμού, ιδιαίτερα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, συντελεί στην αύξηση της κατανάλωσης ρετσίνας. Από εκεί και πέρα, ακολουθεί, με μικρά ποσοστά αλλά αυξητική τάση χρόνο με τον χρόνο, η πώληση στα σούπερ μάρκετ».

Ακριβότερη η φιάλη στη δεκαετία

Σύμφωνα με στοιχεία που παραχώρησε στην «ΥΧ» το Τμήμα Αμπέλου και Οίνου του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, ο Νο1 εξαγωγικός προορισμός για το ελληνικό κρασί είναι η Γερμανία, όπου οι εξαγωγές από 17,5 εκατ. κιλά σε όγκο και 27,3 εκατ. ευρώ σε τζίρο το 2007 διαμορφώθηκαν το 2017 σε 14,6 εκατ. κιλά και 29,8 εκατ. ευρώ σε αξία.

Στις ΗΠΑ, το 2007, πωλήθηκαν οίνοι 2,2 εκατ. κιλών και αξίας 7 εκατ. ευρώ, ενώ 10 χρόνια αργότερα, ο τζίρος έφτασε τα 12,5 εκατ. για 2,5 εκατ. κιλά ελληνικών οίνων. Αξίζει να σημειωθεί ότι η μέση τιμή φιάλης στις ΗΠΑ από τα 3,14 ευρώ ανέβηκε στα 5,29 ευρώ μέσα στη συγκεκριμένη δεκαετία.

Εδραιωμένη στη Γερμανία, χτίζει όνομα και στη Γαλλία

Η ρετσίνα αντιστοιχεί στο 10% της συνολικής παραγωγής κρασιού της χώρας μας ενώ, σύμφωνα με εκτιμήσεις παραγόντων του κλάδου, ένα ποσοστό της τάξης του 20% –που σε απόλυτους αριθμούς αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο– εξάγεται, με την τάση να είναι μάλιστα ανοδική. Η μαζικής κατανάλωσης «Μαλαματίνα» για παράδειγμα, εξάγεται σε 37 χώρες, ενώ η ρετσίνα «Κουρτάκης» διατίθεται σε 32 αγορές.

Ο κ. Κεχρής είναι πεπεισμένος ότι η ρετσίνα μπορεί να σταθεί ως ποιοτικός οίνος στο εξωτερικό. «Εμείς εξάγουμε το ένα τρίτο της παραγωγής μας σε 26 χώρες και το μεγαλύτερο ποσοστό αφορά στη ρετσίνα», τονίζει. Ο ίδιος σημειώνει ότι εκτός της Γερμανίας, που αποτελεί τον κυριότερο εξαγωγικό προορισμό για τη ρετσίνα, πολύ ενδιαφέρουσα αγορά είναι η Γαλλία. «Πρόκειται για χώρα με ιδιαίτερα απαιτητικό κοινό. Εκεί, τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται με ιδιαίτερα υψηλούς ρυθμούς στις εξαγωγές μας η ρετσίνα “Δάκρυ του πεύκου”, το πιο ποιοτικό προϊόν μας, για το οποίο χρησιμοποιούμε την ποικιλία Ασύρτικο. Οι Γάλλοι μπορεί να είναι δύσκολοι πελάτες, αν όμως τους πείσεις για την ποιότητα του προϊόντος σου, αποκτάς σταθερούς και ένθερμους υποστηρικτές», υπογραμμίζει.

Για την αγορά των ΗΠΑ, που απορροφά επίσης σημαντικές ποσότητες ελληνικού οίνου και ρετσίνας και μάλιστα σε καλές τιμές, ο ίδιος σχολιάζει: «Στις ΗΠΑ και στον Καναδά, το κοινό διαθέτει μια πιο ανοιχτή νοοτροπία σε προϊόντα που δεν γνωρίζει, γεγονός που βοηθάει πολύ τις προσπάθειές μας στο εξωτερικό. Το ίδιο μπορώ να σας πω και για την Αυστραλία, που αποτελεί μια αγορά που έχουμε ανοίξει τελευταία».