Σ. Μπουτάρης: Οινοποιεία φτιάχνουν υπερδιπλάσιους τόνους από ότι δηλώνουν

«Κληρονόμος» ενός παλαιού και σημαντικού ονόματος στην οινοποιία, ο Στέλιος Μπουτάρης διανύει πλέον τη δική του πορεία στον χώρο. Συνδυάζοντας την ιδιότητα του αμπελουργού και του οινοποιού, μιλά στην «ΥΧ» για τη συνεργασία με τους αμπελουργούς, αλλά και τις δυσκαμψίες στη νομοθεσία, που εμποδίζουν την εμπορική πορεία του ελληνικού οίνου. Πάντως, παραμένει αισιόδοξος, καθώς «τα αμπέλια είναι μια χαρά, φέτος δεν είχαμε ασθένειες, απλώς είναι κάπως πιο πρώιμα».

  • Εσείς έχετε δικά σας αμπέλια, αλλά για κάποια κρασιά συνεργάζεστε και με αμπελουργούς από τους οποίους παίρνετε πρώτη ύλη. Πώς είναι αυτή η συνεργασία;

Το σημαντικότερο από όλα για τους παραγωγούς είναι ότι έχουν εξασφαλίσει ότι θα δώσουν την παραγωγή τους. Δεύτερον, επίσης πολύ σημαντικό είναι ότι ξέρουν πως θα πληρωθούν και πότε, ειδικά όσοι συμμετέχουν στο πρόγραμμα της Συμβολαιακής Γεωργίας. Τρίτον, παίρνουν τιμή πάνω από αυτήν της αγοράς. Έχουμε μια πολύ καλή συνεργασία με κάθε παραγωγό ξεχωριστά. Χρησιμοποιούμε τα σταφύλια από κάθε διαφορετικό αμπέλι σε διαφορετικό κρασί μας και έτσι ο αμπελουργός έχει μια σχέση με το τελικό προϊόν. Διότι, πολύ συχνά οι παραγωγοί έχουν τη νοοτροπία «ανοίγει ο τρύγος, πάω αφήνω τα σταφύλια και τελείωσε».

  • Συμβαίνει αυτό και στη Βόρεια Ελλάδα;

Βεβαίως, συμβαίνει. Απλώς στη Βόρεια Ελλάδα, επειδή δραστηριοποιούνταν από παλιά μεγάλες εταιρείες στο κρασί, οι αμπελουργοί έχουν κάποια εκπαίδευση. Έγιναν και πολλά μικρά και μικρομεσαία οινοποιεία που, επίσης, έκαναν δουλειά στα αμπέλια. Όμως, και οι καταναλωτές είναι αλλιώς συνηθισμένοι, ακόμα και στην ταβέρνα βρίσκεις εμφιαλωμένο κρασί ή το χύμα πωλείται σε ασκό. Δεν λέω, βέβαια, ότι όλα έχουν λυθεί, σε καμία περίπτωση.

  • Υπάρχει ποσότητα οινοστάφυλων που διακινείται χωρίς παραστατικά;

Ναι, ένα πολύ μεγάλο ποσοστό, το οποίο αυξάνεται ολοένα και περισσότερο. Πιο πολύ στην Αττική, στη Βοιωτία και στη Νεμέα γίνεται χαμός, αλλά και σε εμάς. Σε αυτό εμπλέκονται όλοι, γιατί, έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα με τη φορολογία, όλους τους βολεύει. Και τον παραγωγό, που δεν θα κόψει τιμολόγιο, και τον οινοποιό, που θα έχει πρώτη ύλη, την οποία δεν χρειάζεται να δηλώσει. Υπάρχουν οινοποιεία που δηλώνουν κάποιους τόνους και φτιάχνουν υπερδιπλάσιους αδήλωτους. Έρχεται μετά ο πελάτης και του λέει «τι θέλεις με τιμολόγιο ή χωρίς τιμολόγιο;». Έτσι δουλεύει το σύστημα τώρα.

  • Αυτή η πρακτική μπορεί να εφαρμοστεί και στο εμφιαλωμένο;

Γιατί όχι, όταν υπάρχει ένα τμήμα της παραγωγής που έχει διακινηθεί «μαύρα» από το αμπέλι. Μια ταβέρνα, για παράδειγμα, αγοράζει μερικές φιάλες με τιμολόγιο και τις άλλες χωρίς. Έτσι κερδίζουν όλοι, έτσι λειτουργεί το σύστημα, γιατί δεν συμφέρει κανέναν από την αλυσίδα να πει «α, όχι, δεν γίνεται».

  • Όσον αφορά το εξωτερικό, είναι καλύτερα να υπάρχουν συνεργασίες, δεδομένου ότι οι οινοποιοί στην Ελλάδα έχουν σχετικά μικρή παραγωγή;

Είναι σημαντικό να υπάρχει μια συνολική δυνατή προσπάθεια της κατηγορίας greek wine και μετά ο κάθε παραγωγός να έχει τη δική του στρατηγική. Το ότι τελευταία μιλάμε όλοι και λέμε τα ίδια πράγματα για το ελληνικό κρασί και για τις ποικιλίες είναι πολύ καλό.

  • Πώς είναι η συνεργασία στην Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Αμπέλου και Οίνου (ΕΔΟΑΟ);

Το βασικότερο πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν χρήματα, γιατί δεν πληρώνουν όλοι τις εισφορές τους. Στην Αυστρία, ως κεφάλαιο έχουν 3 εκατομμύρια και εμείς 60.000 ευρώ.

Ακούγονται προτάσεις, αλλά μετά δεν γίνεται τίποτα

  • Πιστεύετε ότι το σύστημα των κρασιών ΟΠΑΠ (Ονομασία Προελεύσεως Ανωτέρας Ποιότητος) και ΠΓΕ (Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης) χρειάζεται αναμόρφωση;

Βέβαια, όλο το σύστημα χρειάζεται να ακολουθήσει λίγο παραπάνω την αγορά, να γίνει πιο εμπορικό. Η Δράμα, για παράδειγμα, δεν έχει ΠΓΕ παρά την οινική ανάπτυξη. Αν θέλω να βγάλω ένα κρασί ως Μακεδονικό, για παράδειγμα, δεν μπορώ να πάρω σταφύλια από δύο νομούς που δεν είναι γειτονικοί. Αυτό δεν μας επιτρέπει να χτίσουμε το trade mark Μακεδονία. Μια πρόταση είναι να γίνει ένα brand name Θεσσαλονίκη, μια άλλη πρόταση είναι με όλα τα Ξινόμαυρα από όλες τις περιοχές να βγει ένα ΠΟΠ Ξινόμαυρο και τα άλλα να είναι μικρότερα και πιο τοπικά.

  • Όλα αυτά μπορούν να γίνουν μέσα στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας ή οι κανόνες είναι πολύ άκαμπτοι και αυστηροί;

Χρειάζεται συνεργασία που δεν υπάρχει, ειδικά με το υπουργείο. Βλέπετε, στη Γαλλία, στη σαμπάνια είδαν ότι είχαν έλλειψη πρώτης ύλης και ενέταξαν άλλα τέσσερα χωριά, 50.000 στρέμματα, στο σύστημα προστασίας. Εδώ φοβούνται να κάνουν αλλαγές και, βέβαια, δεν υπάρχει και αρκετός κόσμος. Θα έπρεπε το Ινστιτούτο Οίνου να κάνει την έρευνα και οι τοπικές ενώσεις παραγωγών να καταθέτουν προτάσεις, μετά να γίνεται διαβούλευση και να βγαίνει μια απόφαση. Εδώ ακούγονται προτάσεις, αλλά μετά δεν γίνεται τίποτα.

Συνέντευξη στην Τάνια Γεωργιοπούλου