Τα ρουσφέτια γέμισαν την Ελλάδα θνησιγενή σφαγεία

Το κόστος κατασκευής τους καλύφθηκε κατά 75% από προγράμματα της ΕΕ, ύψους 2 δισ. ευρώ

Τα ρουσφέτια γέμισαν την Ελλάδα θνησιγενή σφαγεία

Κάθε χωριό και βιομηχανικό σφαγείο, κάθε τοπάρχης και το ρουσφέτι του… Πόσα βιομηχανικά σφαγεία έχει η Ολλανδία, μια από τις χώρες που διαθέτει τη μεγαλύτερη κτηνοτροφική παραγωγή στον κόσμο; Έξι. Πόσα βιομηχανικά σφαγεία έχει η Ελλάδα; 141, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης.

Πρόκειται για τεράστιες -για τα δεδομένα της κτηνοτροφικής παραγωγής της χώρας- βιομηχανικές εγκαταστάσεις που δημιουργήθηκαν την εικοσαετία 1980-2000, χρηματοδοτήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τώρα φυτοζωούν, καθώς δεν υπήρξε καμία μελέτη για τη χωροθέτησή τους και ακόμα περισσότερο για τη βιωσιμότητά τους. Ενδεικτικά, το κόστος κατασκευής τους καλύφθηκε κατά 75% από προγράμματα της ΕΕ, ύψους 2 δισ. ευρώ.

Εκατομμύρια ευρώ που δαπανήθηκαν για την εξυπηρέτηση των ρουσφετιών των τοπικών αρχόντων και κομματαρχών, οι οποίοι πίεζαν τους υπουργούς να υπογράψουν για ένα σφαγείο και στην περιοχή τους. Γιατί το κοντινότερο σφαγείο είναι πολλά χιλιόμετρα μακριά, γιατί το ανάγλυφο της Ελλάδας είναι δύσκολο, γιατί υπάρχουν χρήματα από την ΕΕ και κάπως πρέπει να απορροφηθούν. Κάπως έτσι, μόνο η Κεντρική Μακεδονία έχει 26 σφαγεία, ο νομός Πέλλας 4, η Πρέβεζα 6, η Ηλεία 4, η Εύβοια 4, το Ηράκλειο 3, το Ρέθυμνο 4, τα Χανιά 4 και το Λασίθι 1. Συνολικά, η Κρήτη διαθέτει 12 μεγάλα σφαγεία.

Τα ρουσφέτια γέμισαν την Ελλάδα θνησιγενή σφαγεία

Επενδύσεις που χρηματοδοτήθηκαν χωρίς σχέδιο και οι οποίες σχεδόν από την αρχή της λειτουργίας τους είχαν οικονομικά προβλήματα, εφόσον το κόστος λειτουργίας τους είναι μεγάλο και ο ζωικός πληθυσμός που εξυπηρετούν μικρός. Λόγω της κρίσης της ελληνικής κτηνοτροφίας, πολλά υπολειτουργούν και έχουν νοικιαστεί με ελάχιστο αναλογικά τίμημα σε ιδιώτες. «Η κατάσταση αυτή δημιουργεί πολλά προβλήματα σε όσους θέλουν να λειτουργήσουν σωστά γιατί υπάρχει αθέμιτος ανταγωνισμός», λέει στην «YX» ο Γιώργος Αρκούδας, ιδιοκτήτης των βιομηχανικών σφαγείων Γυρτόνης Λάρισας. «Ακόμα και εκείνος που θέλει να ανεβάσει το επίπεδο των υπηρεσιών που προσφέρει δεν μπορεί», προσθέτει.

Όπως τονίζει, η λειτουργία ενός σφαγείου έχει συγκεκριμένες απαιτήσεις, η τήρηση των οποίων αυξάνει πολύ το κόστος, όπως η διαχείριση του αίματος ή των υπολειμμάτων που προκύπτουν από τη διαδικασία της σφαγής. «Αν δεν τηρείς τις προδιαγραφές, έχεις τη δυνατότητα να μειώσεις τις τιμές σου, αλλά αυτό είναι αθέμιτος ανταγωνισμός», εξηγεί. Προσθέτει μάλιστα, ότι όλη αυτή η κατάσταση ευνοεί μόνο την παρανομία -πολλοί προτιμούν να σφάζουν σε παράνομα σφαγεία ακόμα και σήμερα- και τις ελληνοποιήσεις. Ακόμα περισσότερο τώρα, καθώς οι κτηνιατρικές υπηρεσίες της χώρας έχουν αποδεκατιστεί, και δεν επαρκεί το προσωπικό που απαραίτητα πρέπει να παρίσταται στις σφαγές. Χαρακτηριστικά, πολλά σφαγεία λειτουργούν τέσσερις ή και τρεις ημέρες την εβδομάδα, λόγω των ελλείψεων προσωπικού στις κτηνιατρικές υπηρεσίες.

Ο ιδιοκτήτης της εταιρείας «Σφαγεία Αλμωπίας» στον Νομό Πέλλας, και πρόεδρος του συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανικών Σφαγείων, Βασίλης Μεγαλοβασίλης, τονίζει στην «ΥΧ» ότι έγιναν μεγάλα λάθη. «Γίνανε πάρα πολλά σφαγεία χωρίς χωροτακτική πολιτική. Η Ελλάδα δεν χρειαζόταν πάνω από 50 βιομηχανικά σφαγεία, για να είναι βιώσιμες επιχειρήσεις. Ειδικά τώρα που συρρικνώθηκε η ελληνική κτηνοτροφία, τα περισσότερα υπολειτουργούν».

Ο κ. Μεγαλοβασίλης τονίζει ότι πρέπει να ενισχυθεί η κτηνοτροφία για να επιβιώσουν και αυτές οι επιχειρήσεις. Πάντως, ακόμα και έτσι, υπάρχουν απομακρυσμένες και νησιωτικές περιοχές όπου οι κτηνοτρόφοι διαμαρτύρονται για το υψηλό κόστος μεταφοράς των ζώων. Η πρόταση για τη λειτουργία κινητών σφαγείων που έχει διατυπωθεί από συνεταιρισμούς, βρίσκει κάθετα αντίθετο τον κ. Μεγαλοβασίλη. «Δηλαδή, έχουμε τόσα σφαγεία και θα φτιάξουμε και άλλα;», αναρωτιέται.

Χαρακτηριστική της κατάστασης είναι η περίπτωση του ιδιωτικού σφαγείου στη Γαστούνη Ηλείας, που ίδρυσε το 2002 ο Θανάσης Πούλος, συνολικού κόστους 4 εκατομμυρίων ευρώ, εκ των οποίων τα 1,8 εκατ. δόθηκαν μέσω ευρωπαϊκού προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης. Το εν λόγω βιομηχανικό σφαγείο με τρεις γραμμές για βοοειδή, αμνοερίφια και χοιρινά είναι δυναμικότητας 3.000 τόνων την ημέρα. Μάλιστα ο επιχειρηματίας λέει ότι το ίδιο το υπουργείο τον παρότρυνε για τη συγκεκριμένη επένδυση, καθώς υπήρχε ανάγκη στην περιοχή. Όμως περίπου την ίδια εποχή ομάδα ιδιωτών σε σύμπραξη με το δήμο αποφασίζουν να φτιάξουν ένα ακόμα σφαγείο στη Γαστούνη σε απόσταση πέντε περίπου χιλιομέτρων και βέβαια κανένας δεν τον εμποδίζει, με αποτέλεσμα και οι δύο επιχειρήσεις να έχουν οικονομικά προβλήματα.

  • Τάνια Γεωργιοπούλου