Μ. Βρετανία: Τα παιδιά βομβαρδίζονται με διαφημίσεις ανθυγιεινών τροφίμων

Η πλειοψηφία των διαφημιστικών μηνυμάτων τροφίμων και ποτών είναι ακατάλληλα

m-vretania-ta-paidia-paxisarkia

Σχεδόν έξι στα δέκα (59%) τρόφιμα και ποτά που διαφημίζονται κατά τη διάρκεια τηλεοπτικών προγραμμάτων και παρακολουθούνται από εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά στο Ηνωμένο Βασίλειο, αφορούν προϊόντα με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά, ζάχαρη και αλάτι.

Σύμφωνα με μελέτη που διενέργησε το Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ για λογαριασμό της βρετανικής ομάδας οργανώσεων Obesity Health Alliance, σε ορισμένες περιπτώσεις τα παιδιά μπορεί να δουν μέχρι και εννέα διαφημίσεις ανθυγιεινών φαγητών μέσα σε διάστημα μόλις 30 λεπτών.

Η μελέτη εστίασε στις διαφημίσεις τροφίμων και ποτών που προβλήθηκαν πριν και κατά τη διάρκεια μερικών από τα πιο δημοφιλή τηλεοπτικά προγράμματα της χώρας, μεταξύ 18:00 και 21:00, ώρες κατά τις οποίες κορυφώνεται ο αριθμός των μικρών σε ηλικία τηλεθεατών.

Εκτός από το συμπέρασμα ότι στην πλειοψηφία τους οι διαφημίσεις αυτές θα απαγορευόταν να προβληθούν σε παιδικά τηλεοπτικά κανάλια, η μελέτη διαπίστωσε ότι τα διαφημιστικά μηνύματα για fast food και εστιατόρια take away προβλήθηκαν τουλάχιστον δύο φορές παραπάνω σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη διαφήμιση τροφίμων και ποτών. Στον αντίποδα, οι διαφημίσεις φρούτων και τα λαχανικών μόλις και μετά βίας ξεπέρασαν το 1% των συνολικών διαφημίσεων τροφίμων και ποτών.

«Οι ισχύοντες κανονισμοί (σ.σ. με σκοπό την προστασία των παιδιών από την εμπορική εκμετάλλευση) επικεντρώνονται μόνο στις διαφημίσεις που άπτονται προγραμμάτων ειδικά σχεδιασμένων για τα παιδιά ή που στοχεύουν σε παιδιά, όπως είναι τα παιδικά κανάλια.

Τα στοιχεία, όμως, δείχνουν ότι τα παιδιά περνούν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους παρακολουθώντας προβολές για όλη την οικογένεια και γενικότερα ψυχαγωγικές εκπομπές, όπου η διαφήμιση τροφίμων είναι πολύ λιγότερο περιορισμένη», τονίζει η Δρ. Emma Boyland, από το Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ. «Ένα στα πέντε παιδιά στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα κατά την ηλικία που αρχίζουν το σχολείο (4-5 ετών), ποσοστό το οποίο αυξάνεται σε ένα στα τρία έως τα 10-11 έτη. Η αντιμετώπιση της επιρροής που έχει η προώθηση των ανθυγιεινών τροφών στα παιδιά μας, αποτελεί βασική προσέγγιση για την αντιμετώπιση της παιδικής παχυσαρκίας και χρήζει δράσης άμεσα», συμπληρώνει.