Χαραμάδες αισιοδοξίας

γράφει ο Νίκος Λάππας

Σε μια περίοδο έντονων πιέσεων σε πολλούς παραγωγικούς κλάδους, υπάρχουν δύο εξελίξεις που προκαλούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Μετά από μεγάλο διάστημα καθυστερήσεων και ουσιαστικής ανυπαρξίας του ελεγκτικού συστήματος στα γαλακτοκομικά προϊόντα και την κτηνοτροφία, που συνέπεσε με την κατάρρευση των τιμών παραγωγού στο γάλα και το κρέας και του εισοδήματός του, καθώς και με τη γιγάντωση του φαινομένου των ελληνοποιήσεων, της παραοικονομίας, του παραεμπορίου και της εξαπάτησης του καταναλωτή, η δημοσιοποίηση ονομάτων και η επιβολή ποινών σε μερικές, έστω, δεκάδες επιχειρήσεις είναι γεγονός.

Μπορεί η διαδικασία αυτή, από ό,τι φαίνεται, να άρχισε μόλις το 2016, μπορεί τα πρόστιμα που επιβάλλονται να αποτελούν «χάδι» σε κάποιους παραβάτες, μπορεί η δειγματοληψία και ο τρόπος ελέγχων να είναι ανεπαρκείς, μπορεί, πάνω από όλα, όπως καταγγέλλουν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, να μην αγγίζει τους μεγάλους παίκτες και τα μεγάλα ψάρια, όμως, δεν παύει να αποτελεί μία χαραμάδα που πρέπει να ανοίξει και να πέσει φως σε ένα από τα μεγάλα σκάνδαλα της εποχής μας: στις πρακτικές υπονόμευσης της ανάπτυξης ενός στρατηγικού κλάδου με μεγάλα πολλαπλασιαστικά οφέλη.

Η εξέλιξη αυτή συμβαδίζει με την εμπέδωση κάποιων δεδομένων που αφορούν ένα προϊόν, το οποίο έως πρόσφατα αποτελούσε βάση ενός εθνικού παραγωγικού κλάδου, το βαμβάκι. Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις επεκτείνονται με προσεκτικές κινήσεις, οι πρόσφατες βροχοπτώσεις που κατέστρεψαν άλλα προϊόντα ωφέλησαν το βαμβάκι και περιόρισαν το κόστος άρδευσης.

Οι καλλιεργητικές φροντίδες βελτιώνονται με κριτήριο την ποιότητα, γίνονται σοβαρές προσπάθειες ενσωμάτωσης καινοτομιών, οι προσβολές των φυτών είναι μέχρι στιγμής υπό έλεγχο και τα δεδομένα της παγκόσμιας αγοράς γεννούν αισιοδοξία. Αν και είναι ιδιαίτερα πρόωρο, μπορεί να βρισκόμαστε στην αρχή μιας καλής παραγωγικής περιόδου, αλλά και, υπό προϋποθέσεις, στην απαρχή μιας ανασυγκρότησης της βαμβακουργίας.