Χωρίς αφορολόγητο το πλεόνασμα που μοιράζουν οι συνεταιρισμοί

Λογίζεται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα της χρονιάς που λαμβάνεται η απόφαση για τη διανομή του

Ως επιχειρηματική αμοιβή αντιμετωπίζει η φορολογική διοίκηση το πλεόνασμα που διανέμουν οι συνεταιρισμοί στα μέλη τους κάτι που σημαίνει ότι υπόκειται σε φόρο από το πρώτο ευρώ ενώ ως χρόνος κτήσης του θεωρείται ο χρόνος στον οποίο λαμβάνεται η απόφαση διανομής.

Τα παραπάνω προκύπτουν από εγκύκλιο του της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΠΟΛ.1042/6.3.2018) με την οποία δίνονται χρήσιμες διευκρινίσεις για τη φορολογική μεταχείριση των πλεονασμάτων που προέρχονται από τις συναλλαγές αγροτικών συνεταιρισμών με τα μέλη του καθώς επίσης και με μέλη- επενδυτές που συναλάσσονται με τους συνεταιρισμούς.

Για παράδειγμα, εφόσον ένας συνεταιρισμός αποφασίσει να μοιράσει στα μέλη του πλεόνασμα εντός του 2018 (ακόμα κι αν πρόκειται για πλεόνασμα που προκύπτει από παλαιότερη χρήση, π.χ. το 2016), αυτό θα δηλωθεί στις φορολογικές δηλώσεις του 2019 ως εισόδημα που αποκτήθηκε εντός του τρέχοντος έτους (2018).

Επίσης, δεδομένου ότι λογίζεται ως εισόδημα από επιχειρηματική (και όχι από αγροτική) δραστηριότητα,  δεν «απολαμβάνει» αφορολόγητου και φορολογείται με την αντίστοιχη κλίμακα.

Κρυφή παγίδα;

Φοροτεχνικοί, πάντως, μιλώντας στην «Ύπαιθρο Χώρα», εκτιμούν ότι από την εγκύκλιο προκύπτει, τουλάχιστον σε ορισμένες -ακραίες ομολογουμένως- περιπτώσεις, κίνδυνος διατάραξης της «ισορροπίας» του κατά κύριο επάγγελμα αγρότη. Έστω για παράδειγμα ένας αγρότης με εισόδημα από γεωργική δραστηριότητα 3.000 ευρώ ο οποίος εισπράττει σε μια χρονιά από πλεονάσματα παλαιότερων ετών -που σωρευτικά καταβάλλονται από ένα συνεταιρισμό σε μια χρονιά- 4.000 ευρώ, δεν πληροί πλέον την προϋπόθεση του 50% (ποσοστό αγροτικού εισοδήματος επί του συνόλου ώστε να θεωρείται κατ’ επάγγελμα αγρότης), άρα κινδυνεύει να χάσει το αφορολόγητο. Επ’ αυτού, πάντως, δεν αποκλείεται σύντομα να δοθούν περαιτέρω διευκρινίσεις από την ΑΑΔΕ.

Τα βασικότερα σημεία της εγκυκλίου έχουν ως εξής:

  • Με τις διατάξεις του άρθρου 15 του νόμου 4015/2011 ορίζεται ότι τα πλεονάσματα της διαχειριστικής χρήσης των ΑΣ και ΑΕΣ που εγγράφονται στο Μητρώο και συστήνονται κατά πλειοψηφία από ΑΣ, τα οποία διανέμονται στα μέλη, υπόκεινται μόνο σε φορολογία εισοδήματος των μελών τους ανεξάρτητα από την καταβολή τους ή την εξατομικευμένη διατήρηση τους ως κατάθεση στη συνεταιριστική οργάνωση. Οι διατάξεις αυτές ουσιαστικά τέθηκαν σε ισχύ από 29.08.2014 (έναρξη ισχύος του ν. 4282/2014), δεδομένου ότι τότε καταργήθηκε η παρ.11.β.του άρθρου 321 του ν.4072/2012 η οποία είχε αρχικώς καταργήσει την παρ. 11 του άρθρου 15 του ν.4015/2011. Οι ως άνω διατάξεις ίσχυσαν μέχρι 26.4.2016 (έναρξη ισχύος του ν. 4384/2016).
  • Με τις διατάξεις του άρθρου 23 του ν.4384/2016 ορίζεται ότι αν από τα ακαθάριστα έσοδα του ΑΣ αφαιρεθούν οι κάθε είδους δαπάνες, οι ζημιές, οι αποσβέσεις και οι τόκοι των προαιρετικών μερίδων, το υπόλοιπο που απομένει αποτελεί το διαχειριστικό υπόλοιπο της χρήσης. Το διαχειριστικό υπόλοιπο περιλαμβάνει πλεονάσματα και κέρδη. Τα πλεονάσματα προέρχονται από τις συναλλαγές του ΑΣ με τα μέλη του και με μέλη – επενδυτές που συναλλάσσονται με τον ΑΣ. Το πέραν του πλεονάσματος υπόλοιπο λογίζεται ότι προέρχεται από τις συναλλαγές με τρίτους και αποτελεί κέρδος. Για φορολογικούς σκοπούς διανομής του πλεονάσματος και τήρησης των αποθεματικών, τηρούνται διακριτοί λογαριασμοί για το σχηματισμό των πλεονασμάτων και των κερδών. Επίσης, με την παράγραφο 3 του άρθρου 29 του ίδιου ως άνω νόμου ορίζεται ότι τα πλεονάσματα της διαχειριστικής χρήσης των ΑΣ, που διανέμονται στα μέλη και στα μέλη – επενδυτές, εφόσον συναλλάσσονται με τον ΑΣ, σύμφωνα με το άρθρο 23, υπόκεινται μόνο σε φορολογία εισοδήματος των μελών ανεξάρτητα από την καταβολή τους ή την εξατομικευμένη διατήρησή τους ως κατάθεση στον ΑΣ.
  • Περαιτέρω, με τις διατάξεις του τρίτου εδαφίου του άρθρου 21 του 4172/2013 ορίζεται ότι ειδικά, για τον προσδιορισμό του εισοδήματος από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα στα έσοδα από επιχειρηματικές συναλλαγές περιλαμβάνονται τα έσοδα από την παραγωγή γεωργικών, πτηνοτροφικών, κτηνοτροφικών, δασοκομικών, υλοτομικών και αλιευτικών προϊόντων. Από τη Διοίκηση έχει διευκρινιστεί ότι ο χαρακτηρισμός του εισοδήματος από ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα δεν εφαρμόζεται για δραστηριότητες εκμετάλλευσης του εξοπλισμού των αγροτών (π.χ. μίσθωση αγροτικών μηχανημάτων κλπ) καθώς η δραστηριότητα αυτή συνιστά παροχή υπηρεσιών σε τρίτους και όχι αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα. Παρομοίως, η αμοιβή που τυχόν λαμβάνει παραγωγός αγροτικών προϊόντων ή τρίτος για υπηρεσίες που παρέχει ο ίδιος σε άλλες αγροτικές εκμεταλλεύσεις δεν αποτελεί αγροτικό εισόδημα, με εξαίρεση την εκτροφή πτηνών (φασόν πτηνοτροφικών) Από τη γραμματική διατύπωση των ανωτέρω διατάξεων (άρθρο 23 του ν.4384/2016) προκύπτει ότι ο όρος συναλλαγές δεν περιορίζεται αποκλειστικά στην παραγωγή προϊόντων αλλά δύναται να περιλαμβάνει και δραστηριότητες εκμετάλλευσης εξοπλισμού ή παροχή υπηρεσιών προς και από τον συνεταιρισμό.
  • Επίσης, με την ίδια εγκύκλιο έχει διευκρινιστεί ότι για να αντιμετωπισθεί φορολογικά μια δραστηριότητα ως αγροτική πρέπει τα πωλούμενα προϊόντα να παράγονται αποκλειστικά από τον πωλητή τους-παραγωγό.
  • Επιπρόσθετα, με τις διατάξεις της περίπτωσης δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3874/2010 ορίζεται ότι στις δραστηριότητες της αγροτικής εκμετάλλευσης περιλαμβάνεται εκτός από την παραγωγή των προϊόντων και η αποθήκευση, τυποποίηση, συσκευασία και η εν γένει τοποθέτηση μέχρι και του σταδίου της χονδρικής και λιανικής πώλησης αποκλειστικά των προϊόντων που παράγει η ίδια η αγροτική εκμετάλλευση, καθώς και η πρώτη χωρική ή οικοτεχνική μεταποίησή τους, η θαλάσσια αλιεία, η αλιεία εσωτερικών υδάτων, η σπογγαλιεία, η οστρακαλιεία, η υδατοκαλλιέργεια, ως και η διαχείριση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως 100 KW και η λειτουργία αγροτοτουριστικών μονάδων.
  • Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ανωτέρω και δεδομένου ότι αφενός ο σχηματισμός του πλεονάσματος δεν συνδέεται αποκλειστικά με έσοδα (για το φυσικό πρόσωπο) από την παραγωγή γεωργικών, πτηνοτροφικών, κτηνοτροφικών, δασοκομικών, υλοτομικών και αλιευτικών προϊόντων και αφετέρου δεν συνδέεται άμεσα με την ίδια παραγωγή των φυσικών προσώπων (το πλεόνασμα δημιουργείται από συναλλαγές του ΑΣ με μέλη αλλά και με μέλη – επενδυτές), το πλεόνασμα της διαχειριστικής χρήσης των ΑΣ, που διανέμεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 15 του ν.4015/2011 και του άρθρου 29 του ν.4384/2016, στα μέλη και στα μέλη – επενδυτές, κατά περίπτωση, εφόσον συναλλάσσονται με τον ΑΣ, αποτελεί εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα κατά τον χρόνο που λαμβάνεται η απόφαση διανομής του από τη Γ.Σ. του Συνεταιρισμού.