Πολύ σοβαρές είναι οι συνέπειες των µέτρων που εφαρµόστηκαν στον αγροδιατροφικό τοµέα, κατ’ επιταγή των τριών µνηµονίων στην Ελλάδα.

Το ίδιο το δικαίωµα στην τροφή καταπατήθηκε εφόσον πολλοί άνθρωποι έφθασαν να µη διαθέτουν επαρκή πρόσβαση σε τρόφιµα λόγω της µείωσης του εισοδήµατός τους, σύµφωνα µε έκθεση, η οποία εκπονήθηκε από το Transnational Institute, το FIAN International και το Agroecopolis. Εκτός των άλλων, αναφέρει ότι ενδεχοµένως να µπορούν να αναζητηθούν νοµικές ευθύνες για τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις ελληνικές κυβερνήσεις που επέβαλαν συγκεκριµένα µέτρα όπως τα µνηµόνια 2010, 2012 και 2015 (σ.σ.: Η έκθεση δεν λαµβάνει υπόψη τις ρυθµίσεις που θεσπίστηκαν µε την ψήφιση του κρατικού προϋπολογισµού για το έτος 2019, που ψηφίστηκε τον περασµένο Δεκέµβριο και τροποποιεί ασφαλιστικές και φορολογικές επιβαρύνσεις).

Τα µέτρα λιτότητας αύξησαν την φτώχεια στις αγροτικές περιοχές και προκάλεσαν διατροφική ανασφάλεια. Εκτιµάται ότι το 38,9% των κατοίκων στις αγροτικές περιοχές της Ελλάδας το 2017 βρίσκονταν στα όρια της φτώχειας. Η ανεργία στις αγροτικές περιοχές σκαρφάλωσε από το 7% το 2008 στο 25% το 2013, ενώ το αγροτικό κατά κεφαλήν εισόδηµα µειώθηκε κατά 23,5% κατά τη διάρκεια της κρίσης.

Η διατροφική ανασφάλεια σε όλη την Ελλάδα αυξήθηκε, ενώ οι τιµές των τροφίµων σηµείωσαν άνοδο µε γρηγορότερους ρυθµούς από ό,τι στην υπόλοιπη ευρωζώνη κατά τη διάρκεια της κρίσης. Αυτό οδήγησε στη µείωση των αγορών ειδών διατροφής συνολικά, ενώ την ίδια στιγµή αυξήθηκε το ποσοστό των εξόδων των νοικοκυριών που πηγαίνουν στη διατροφή, από το 16,4% το 2008 σε 20,7% το 2016. Το ποσοστό των νοικοκυριών που δεν µπορούν να έχουν ένα γεύµα που να περιλαµβάνει κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι κάθε δεύτερη ηµέρα διπλασιάστηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης από 7% το 2008 σε περισσότερο από 14% το 2016. Παράλληλα, το ποσοστό των νοικοκυριών µε παιδιά που δεν µπορούν να πληρώσουν ένα πρωτεϊνούχο γεύµα την ηµέρα διπλασιάστηκε από 4,7% το 2009 σε 8,9% το 2014. Οι ευρωπαϊκές στατιστικές εκτιµούν ότι το 40% των παιδιών στη χώρα αντιµετωπίζουν στερήσεις σε υλικά και κοινωνικά αγαθά.

Επιβίωση του δυνατότερου

Ως δευτερογενές αποτέλεσµα, τα µικρά καταστήµατα τροφίµων, τα µπακάλικα και τα εξειδικευµένα καταστήµατα πώλησης σε πολλές περιπτώσεις έκλεισαν και το εµπόριο τροφίµων συγκεντρώθηκε στις µεγάλες αλυσίδες και τα σούπερ µάρκετ. Η λιτότητα έπληξε τον πληθυσµό των αγροτικών περιοχών, καθιστώντας τον απολύτως ευάλωτο στις οικονοµικές διακυµάνσεις.

Από την πλευρά των κυβερνήσεων, ελήφθησαν µέτρα για τη στήριξη των περισσότερο ευάλωτων πολιτών ωστόσο, όπως επισηµαίνεται στην έκθεση, τα αυστηρά κριτήρια που τέθηκαν για την πρόσβαση στις κοινωνικές παροχές και η γραφειοκρατία απέκλεισαν πολλούς ανθρώπους που τυπικά, αλλά και πραγµατικά, ανήκαν στις ευάλωτες οµάδες. Τα χρόνια των µνηµονίων αναπτύχθηκε ένα κοινωνικό δίκτυο στήριξης από φιλανθρωπικές οργανώσεις ΜΚΟ, την τοπική αυτοδιοίκηση και την Εκκλησία, παρέχοντας στήριξη και βοήθεια όσον αφορά στην τροφή και άλλα είδη πρώτης ανάγκης.

Η διατροφική ανασφάλεια στην Ελλάδα αυξήθηκε, ενώ οι τιµές των τροφίµων σηµείωσαν άνοδο µε γρηγορότερους ρυθµούς από ό,τι την υπόλοιπη ευρωζώνη κατά τη διάρκεια της κρίσης…

Ως αποτέλεσµα των µέτρων λιτότητας στην Ελλάδα, αναφέρεται στην έκθεση, παραβιάστηκε το δικαίωµα στην τροφή. Η πρόσβαση στην τροφή και σε βασικά υλικά αγαθά αποτελούν αρχές της Ευρώπης και όλες οι κυβερνήσεις είναι υποχρεωµένες να τις διασφαλίζουν στους πολίτες τους, επισηµαίνεται και τονίζεται ότι «τώρα λένε ότι η Ελλάδα βρίσκεται εκτός κινδύνου. Όµως, η προηγούµενη δεκαετία είχε τεράστιες συνέπειες στο επίπεδο ζωής των ελληνικών οικογενειών, ειδικά όσον αφορά το δικαίωµα στην τροφή».

Οι συνέπειες στην αγροτική οικονοµία

Η έκθεση αναφέρεται εκτενώς στον τρόπο µε τον οποίο έχει διαµορφωθεί το αγροτικό µοντέλο στην Ελλάδα τις προηγούµενες δεκαετίες, ως συνέπεια και της εφαρµογής της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ). Όπως τονίζεται, µετά την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ελλάδα µετατράπηκε από εξαγωγέα αγροτικών προϊόντων στις ευρωπαϊκές χώρες, σε εισαγωγέα. Η Γερµανία, η οποία εισήγαγε τρόφιµα από την Ελλάδα τις προηγούµενες δεκαετίες, τη δεκαετία του 1980 εµφανίζεται αντίθετα να εξάγει προϊόντα στην Ελλάδα, όπως επίσης και τη δεκαετία του 2000. Αν και η Ελλάδα σε διάφορες περιόδους από το 1980 και µετά φαίνεται να εξάγει αγροτικά προϊόντα σε κάποιες άλλες ευρωπαϊκές χώρες, τελικά το αγροτικό της ισοζύγιο σε σχέση µε τους εταίρους της παγκοσµίως είναι αρνητικό.

viologiki-kalliergeia-italia2Η αγροτική οικονοµία (γεωργία, κτηνοτροφία, και αλιεία) στην Ελλάδα παίζει σηµαντικό ρόλο, συνεισφέροντας το 3,9% στο εθνικό ακαθάριστο εισόδηµα, σύµφωνα µε στοιχεία του 2016, σηµαντικά υψηλότερο από αυτό της υπόλοιπης Ευρώπης, όπου ο µέσος όρος βρίσκεται περίπου στο 1,5%. Στην αγροτική παραγωγή απασχολείται το 12,4% των πολιτών, περίπου 454.500 άτοµα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρώπη των 28 είναι 4,3%. Τα αγροτικά προϊόντα και τα ψάρια αντιπροσωπεύουν το 1,8% των συνολικών εξαγωγών της χώρας.

Βασικές καλλιέργειες και αυτοκατανάλωση

Με τον καιρό, η Ελλάδα εξειδικεύτηκε σε συγκεκριµένες καλλιέργειες. Το 38,4% των εκµεταλλεύσεων είναι ελαιώνες και το 10,5% είναι άλλες καλλιέργειες όπως καπνός, βαµβάκι ή βιοµηχανική ντοµάτα. Το 8,6% των εκµεταλλεύσεων παράγει φρούτα και εσπεριδοειδή, το 8,4% δηµητριακά, ελαιούχους σπόρους και ζωοτροφές και το 7,6% περιλαµβάνει άλλες µόνιµες καλλιέργειες. Μεγάλο ποσοστό της παραγωγής καταναλώνεται από τα ίδια τα νοικοκυριά σε όλες τις µικρές µονάδες παραγωγής. Η βιολογική παραγωγή ξεκίνησε στην Ελλάδα µόλις πριν από µια εικοσαετία και από το 0,7% της συνολικής καλλιεργήσιµης έκτασης που ήταν έφτασε το 2000 στο 6,5%. Το 2016 υπολογίζεται ότι υπάρχουν 20.912 εκµεταλλεύσεις που καλλιεργούνται βιολογικά, σε σύνολο 684.950 εκµεταλλεύσεων.

Το 89% των αγροτικών εκµεταλλεύσεων στην Ελλάδα είναι κάτω των 100 στρεµµάτων, ενώ ο µέσος όρος ανά εκµετάλλευση είναι 46 στρέµµατα.

Η ελληνική γεωργία, εκτός από τη µικρή έκταση των εκµεταλλεύσεων, αντιµετωπίζει και άλλα προβλήµατα, όπως χαµηλή παραγωγή ανά στρέµµα και χαµηλή προστιθέµενη αξία ανά µονάδα εργασίας. Παράλληλα, ο πληθυσµός που ασχολείται µε την αγροτική παραγωγή στη χώρα είναι ιδιαίτερα γερασµένος.

Αγροτική παραγωγή και επιδοτήσεις

Ωστόσο, όπως επισηµαίνεται στην έρευνα, µεγάλο ρόλο στη διαµόρφωση της αγροτικής παραγωγής στην Ελλάδα έχουν παίξει οι αγροτικές επιδοτήσεις, αλλά και οι επιλογές που έκαναν οι ελληνικές κυβερνήσεις, σε σχέση µε το πώς αξιοποίησαν τα χρήµατα της ΚΑΠ.

Συγκεκριµένα, η παραγωγή τροφίµων στην Ελλάδα άρχισε να µειώνεται από την ώρα που η χώρα µπήκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ακόµα και την εποχή της οικονοµικής ανάπτυξης, η αγροτική παραγωγή στην Ελλάδα µειωνόταν. Μόνο µετά το 2008, και ως αποτέλεσµα της οικονοµικής κρίσης, η πτώση της συµβολή της αγροτικής οικονοµίας στο ακαθάριστο εθνικό προϊόν σηµείωσε επιβράδυνση.

Η έρευνα αποδίδει τη µείωση της αξίας της αγροτικής οικονοµίας στην Ελλάδα στο σύστηµα των επιδοτήσεων, εκείνες που δίδονταν ως απευθείας ενισχύσεις σε συγκεκριµένα προϊόντα, αλλά κυρίως τις ενισχύσεις που αποσυνδέθηκαν από την παραγωγή προϊόντων.

Η αποσύνδεση αυτή οδήγησε πολλούς παραγωγούς στο να εγκαταλείψουν την καλλιέργεια. Ωστόσο, πολλά κράτη-µέλη διατήρησαν συνδεδεµένες ενισχύσεις µε κάποια προϊόντα, την ώρα που οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα προτίµησαν την πλήρη αποσύνδεση για τα περισσότερα προϊόντα. Επέλεξαν να δώσουν ενισχύσεις σε όλους µε βάση τα ιστορικά δικαιώµατα, καθώς µε αυτόν τον τρόπο εξασφάλιζαν ένα σταθερό εισόδηµα για όλους τους αγρότες.

Όµως, µετά την αποσύνδεση των ενισχύσεων από την παραγωγή, το 2005, σηµειώθηκε ραγδαία µείωση και της ίδιας της παραγωγής. Μοναδική εξαίρεση στη συνολική πτώση της παραγωγής, σύµφωνα πάντα µε την έρευνα, ήταν η καλλιέργεια των φυτών για παραγωγή ενέργειας, που σηµείωσε άνοδο.

Αναγκαστική στροφή στα φτηνά τρόφιµα

xorafi-tsapa-agrotesΣε κάθε περίπτωση, η κρίση οδήγησε σε σηµαντική αλλαγή των διατροφικών συνηθειών, αφού πολλοί αντικατέστησαν τα τρόφιµα που συνήθιζαν να βάζουν στο τραπέζι τους µε άλλα χαµηλότερης τιµής και συχνά χαµηλότερης διατροφικής αξίας. Σηµειώθηκε µεγάλη αύξηση στην κατανάλωση µακαρονιών, κοτόπουλου, δηµητριακών, αβγών και λαχανικών. Τα µέτρα έπληξαν ιδιαίτερα τους µικρούς παραγωγούς και τους µικροπωλητές τροφίµων. Τα κυριότερα εξ αυτών είναι:

Υψηλότεροι φόροι και αύξηση του κόστους παραγωγής, καθώς το ειδικό φορολογικό καθεστώς για τους αγρότες αντικαταστάθηκε µε την ενιαία φορολογική αντιµετώπιση µέσω αλλαγής του φορολογικού συστήµατος.


Αύξηση του ΦΠΑ στα γεωργικά φάρµακα, στα λιπάσµατα, στους σπόρους και στο πετρέλαιο.


Επιβολή ΕΝΦΙΑ στα αγροτικά κτήµατα.

Οι φόροι ως ποσοστό της καθαρής αξίας του αγροτικού εισοδήµατος αυξήθηκαν από 4%, µεταξύ του 1993 και του 2010, σε 15,4% το 2016. Η κατάργηση του ΟΓΑ και η ένταξη των αγροτών στο γενικό σύστηµα κοινωνικής ασφάλισης οδήγησαν στην αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών για πολλούς αγρότες.

Χαρακτηριστικά και… αχαρακτήριστα

Άλλα χαρακτηριστικά του κλάδου της παραγωγής, εµπορίας και διάθεσης τροφίµων στην Ελλάδα είναι:

Η έλλειψη δυνατών συνεταιρισµών µε διαπραγµατευτική δύναµη. Από το 1980 και µετά οι συνεταιρισµοί έγιναν γραφειοκρατικοί µηχανισµοί εστιασµένοι στο να µοιράζουν τα χρήµατα των κοινοτικών ενισχύσεων.

Η παρουσία πολλών µεσαζόντων, πολλοί από τους οποίους δεν κάνουν τίποτα περισσότερο από το να παίρνουν την παραγωγή από τους αγρότες και να τη µεταφέρουν σε άλλους µεσάζοντες. Το 19% των σηµείων που πουλούν πορτοκάλια και το 56% των σηµείων που πουλούν µήλα, τα έχουν προµηθευτεί από άλλους ενδιάµεσους προµηθευτές.

Στην Ελλάδα, οι οργανώσεις παραγωγών δεν είναι συνηθισµένες σε αντίθεση µε ό,τι συµβαίνει σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Εκτιµάται ότι πριν από την κρίση µόνο το 14% των παραγωγών φρούτων και λαχανικών στην Ελλάδα συµµετείχε σε οργανώσεις παραγωγών, ενώ στο Βέλγιο το αντίστοιχο ποσοστό είναι 80%, στη Γαλλία 45% και στην Ισπανία 40%.

Μέτρα λιτότητας που έπληξαν τους αγρότες

Το 2011, η ελληνική κυβέρνηση δεσµεύτηκε να αναµορφώσει το σύστηµα επιστροφής ΦΠΑ στους αγρότες στο 6%, σε µια προσπάθεια να µειώσει τα κρατικά έξοδα. Παράλληλα, η επιστροφή φόρου για το πετρέλαιο στους αγρότες από 163 εκατ. ευρώ έπεσε στα 130 εκατ. ευρώ.


Οι αγρότες εντάχθηκαν στο 13% ως συντελεστής φορολόγησης.

Αργότερα, το τρίτο µνηµόνιο επέβαλε τη σταδιακή κατάργηση του µέτρου της επιστροφής φόρου για το πετρέλαιο, ενώ παράλληλα άλλαξε εντελώς το ασφαλιστικό σύστηµα των αγροτών και καταργήθηκε ο ΟΓΑ. Υπολογίζεται ότι αυξήθηκε το κόστος των ασφαλιστικών εισφορών από 7% στο 26,95%.

Θεσµοθετήθηκε περισσότερο αυστηρός ορισµός για τους κατά κύριο επάγγελµα αγρότες (σ.σ. χαρακτηρισµός που συνδυάζεται µε περισσότερα πλεονεκτήµατα), τη στιγµή που η πολυπασχόληση είναι η συνήθης πρακτική για τους αγρότες στην Ελλάδα και κυρίως στα νησιά.

Το αυξηµένο κόστος παραγωγής δηµιούργησε ένα επιπλέον πρόβληµα ανταγωνιστικότητας για τους Έλληνες αγρότες, που έτσι και αλλιώς βρισκόταν σε σχετικά χαµηλό επίπεδο σε σχέση µε τα άλλα κράτη-µέλη.


Ο ΦΠΑ αυξήθηκε σε ορισµένα τρόφιµα από το 12% ή 13% στο 24%

 

Σύµφωνα µε στοιχεία της Eurostat, ανάµεσα στο 2000 και το 2009, το αγροτικό εισόδηµα ανά εργαζόµενο µειώθηκε κατά 16,9%, ενώ κατά τη διάρκεια της κρίσης 2009-2012 σηµειώθηκε πτώση της τάξης του 10,8% (αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρώπη των 27 πτώση 7,5%). Οι κάτοικοι των αγροτικών περιοχών αντιµετωπίζουν κίνδυνο φτώχειας σε ποσοστό 38,9%, σε σχέση µε 32,7% για τους κατοίκους των πόλεων.