Βερίκοκο: Σε ιστορικά χαμηλά η ευρωπαϊκή παραγωγή

Έως και 37% λιγότερες θα είναι οι ποσότητες βερίκοκου που θα συγκομιστούν φέτος σε σχέση με πέρυσι στην Ευρώπη, καθώς το καταστροφικό σερί κακοκαιρίας έπληξε σοβαρά την παραγωγή. Πέρσι, η παραγωγή Ελλάδας, Ιταλίας, Γαλλίας και Ισπανίας ανήλθε σε 640.000 τόνους, ενώ φέτος αναμένεται ότι δεν θα ξεπεράσει τους 401.800 τόνους, η οποία είναι η τρίτη χαμηλότερη των τελευταίων 32 ετών.

Την ίδια στιγμή, ανεξάρτητα από τα επιμέρους χαρακτηριστικά της καλλιέργειας, όλες οι χώρες αντιμετωπίζουν έντονη αβεβαιότητα που προέρχεται από τις πρωτόγνωρες συνθήκες που δημιουργούνται στο φόντο της πανδημίας και επηρεάζουν από την ύπαρξη επαρκούς εργατικούς δυναμικού για τις ανάγκες της καλλιέργειας και της συγκομιδής, μέχρι την εμπορία και την κατανάλωση.

Ειδικότερα, οι καλλιέργειες στα νοτιότερα τμήματα της Μεσογείου αντιμετώπισαν έναν ιδιαίτερα ήπιο χειμώνα, με ελάχιστες ώρες χαμηλών θερμοκρασιών και πολύ υψηλές για την εποχή θερμοκρασίες τον Δεκέμβριο και τον Φεβρουάριο, που έφτασε ακόμα και τους 250C, με αποτέλεσμα να μην μπορέσουν τα δέντρα να «κοιμηθούν» σε αρκετές ποικιλίες, οδηγώντας σε αραιή, ακανόνιστη και ετερογενή ανθοφορία και μείωση της παραγωγής. Στο τέλος Μαρτίου, κύμα ψύχους έπληξε περιοχές της ενδοχώρας σε Ισπανία, Γαλλία, Βόρεια Ιταλία και Ελλάδα, συγκεκριμένα τη Μακεδονία, με παγετό που πάγωσε πολλούς οπωρώνες.

Λιγότερες από τις μισές περσινές ποσότητες αναμένει η Ιταλία

Η Ιταλία αφήνει πίσω της την περσινή (από τις πιο ογκώδεις των τελευταίων ετών) παραγωγή των 307.000 τόνων. Φέτος, χτυπήθηκε από παγετούς στα τέλη Μαρτίου με αρχές Απριλίου, αλλά και πριν από τους παγετούς, παρατηρήθηκε μειωμένη ανθοφορία, αλλού λόγω της παρενιαυτοφορίας, αλλού ως αποτέλεσμα του ήπιου χειμώνα. Η παραγωγή αναμένεται ότι θα είναι σημαντικά μειωμένη, κατά 56% σε σχέση με πέρσι. Αξιοσημείωτο είναι ότι κατά τόπους τα ποσοστά της μείωσης είναι πολύ μεγαλύτερα, όπως στην Εμίλια Ρομάνα, όπου η παραγωγή υπολογίζεται φέτος σε μόλις 11.000 τόνους, έναντι 107.000 τόνων πέρσι. Μικρότερες είναι οι απώλειες στην Ισπανία, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. Εκεί, το ποσοστό μείωσης περιορίζεται σε 15%, με την παραγωγή να υπολογίζεται σε 93.740 τόνους.

Μειωμένη είναι και η παραγωγή της Γαλλίας, η συλλογή στοιχείων από την οποία δείχνει ότι θα φτάσει στους 93.500 τόνους, ήτοι 29% λιγότερο από πέρσι και 34% χαμηλότερα από τον μέσο όρο της πενταετίας 2014/2018.

Διψήφιο αρνητικό πρόσημο και στην Ελλάδα

Με την εικόνα να διαφοροποιείται από περιοχή σε περιοχή της καλλιέργειας βερίκοκου στην Ελλάδα, ως προς τα ποσοστά της μείωσης, βέβαιο θεωρείται ότι η συνολική παραγωγή φέτος και εδώ θα είναι μειωμένη.

Με βάση τα στοιχεία που συλλέχθηκαν και προσκομίστηκαν στην τηλεδιάσκεψη των εκπροσώπων φορέων των παραγωγών ευρωπαϊκών χωρών, η συγκομιδή της σεζόν που βρίσκεται προ των πυλών υπολογίζεται μικρότερη από πέρσι κατά τουλάχιστον 13,5% και σε απόλυτα νούμερα προσδιορίζεται σε 78.500 τόνους, έναντι 90.700 τόνων πέρσι. Σύμφωνα με τον Βαγγέλη Καραΐνδρο, γεωπόνο, καλλιεργητή και μέλος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Venus Growers, στη Βόρεια Ελλάδα το ποσοστό της μείωσης υπολογίζεται σε 20% κατά μέσο όρο, με την εικόνα, ωστόσο, αρκετά «συγκεχυμένη» ακόμη, λόγω του κατακερματισμού των ποικιλιών και του μικροκλίματος της κάθε περιοχής, που καθιστούν δύσκολο να υπολογίσει κανείς με ακρίβεια.

«Εκτιμώ ότι συνολικά η παραγωγή θα είναι μειωμένη κατά 20%, δεδομένου ότι από τη Χαλκιδική, που παράγει περισσότερο από το μισό βερίκοκο της Β. Ελλάδας, μας αναφέρουν μικρές ζημιές, όχι πάνω από 10%, η Πέλλα είναι χτυπημένη άσχημα από τον παγετό της 17ης Μαρτίου και οι ζημιές εκτιμώνται σε 30%, ενώ ένα 20% μείωσης διαφαίνεται στην Ημαθία. Τελικά, εάν είναι μεσοσταθμικά μειωμένη κατά 20% η παραγωγή στη Β. Ελλάδα και μεγαλύτερη από την αρχικά διαφαινόμενη στην Πελοπόννησο, μπορεί στο σύνολο η εγχώρια παραγωγή να αποδειχτεί ακόμα μικρότερη», τόνισε ο κ. Καραΐνδρος.

Μιλώντας στην «ΥΧ», ο καλλιεργητής και μέλος της Ομάδας Παραγωγών για το βερίκοκο του Αγροτικού Συνεταιρισμού Pegasus Αγροδιατροφή, Θεόδωρος Κοκιούσης, έκανε λόγο για μείωση της παραγωγής της κυρίαρχης ποικιλίας Μπεμπέκου στην Κορινθία κατά 50%-60%, ενώ στις πρώιμες ποικιλίες το αντίστοιχο ποσοστό ανεβαίνει μέχρι το 70%. Ο ίδιος υπογράμμισε ότι καταλυτική για τη μείωση της παραγωγής είναι η αδυναμία των παραγωγών να καλλιεργήσουν, λόγω των χαμηλών τιμών των τελευταίων ετών, που δεν αφήνουν επαρκές εισόδημα για τα έξοδα της απαιτούμενης καλλιεργητικής φροντίδας. Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στη διάθεση των Μπεμπέκου κάτω από τα 30 λεπτά το κιλό στην κονσερβοποιία ως μονόδρομο για τους παραγωγούς, υπό το βάρος της έλλειψης οργανωμένων υποδομών συντήρησης που απαιτείται ως ιδιαίτερα ευπαθές προϊόν και εναλλακτικών διεξόδων εμπορίας με καλύτερους όρους.

Για μεγάλες απώλειες, που φτάνουν μέχρι και το 100% σε ορισμένες ποικιλίες στη Σκύδρα της Πέλλας, κάνει λόγο ο παραγωγός Ν. Δημητριάδης. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο παγετός στα περισσότερα κτήματα χτύπησε το 50%-60% της καλλιέργειας και η ζημιά εκτείνεται σε όλο τον νομό.