Έκθεση: Κατά περίπτωση η αξιολόγηση της εφαρμογής προτύπων στις εισαγωγές

✱ «Να ζυγίζουμε τα υπέρ και τα κατά», λέει η Κομισιόν ✱ Προειδοποιεί για κίνδυνο αντιποίνων σε βάρος της ΕΕ

Σε αυστηρή και εξονυχιστική αξιολόγηση θα πρέπει να υποβάλλονται οι κανονιστικές προτάσεις της ΕΕ, όσον αφορά την εφαρμογή νέων υγειονομικών και περιβαλλοντικών ευρωπαϊκών προτύπων στα εισαγόμενα γεωργικά και αγροδιατροφικά προϊόντα, προειδοποιεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καθώς εάν δεν συνάδουν με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, μπορούν να οδηγήσουν ακόμη και σε αντίποινα.

«Υπάρχει περιθώριο να επεκταθούν τα πρότυπα παραγωγής της ΕΕ στα εισαγόμενα προϊόντα, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό θα γίνει με πλήρη τήρηση των σχετικών κανόνων του ΠΟΕ». Αυτά προκύπτουν, μεταξύ άλλων, στην έκθεση που πραγματοποίησε η Κομισιόν, όπως της ζητήθηκε πέρσι τον Ιούλιο από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο πλαίσιο της νέας ΚΑΠ.

Ειδικότερα, η έκθεση προσδιορίζει τις δράσεις που ήδη αναλαμβάνει η ΕΕ σε πολυμερές και διμερές επίπεδο, αλλά και αυτόνομα, όσον αφορά τα εισαγόμενα γεωργικά και αγροδιατροφικά προϊόντα, με έμφαση στην εφαρμογή υγειονομικών και περιβαλλοντικών προτύπων (συμπεριλαμβανομένων προτύπων για την καλή μεταχείριση των ζώων).

«Πριν από την εφαρμογή των προτύπων παραγωγής στις εισαγωγές, είναι πάντα απαραίτητο να διεξάγεται κατά περίπτωση αξιολόγηση», ξεκαθαρίζει.

Σημειώνεται ότι η έκθεση βασίστηκε σε δημόσια διαβούλευση, στη συζήτηση προσανατολισμού που πραγματοποιήθηκε στο Συμβούλιο Γεωργίας και Αλιείας τον Φεβρουάριο του 2022, καθώς και στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη στρατηγική «Από το Αγρόκτημα στο Πιάτο» (F2F).

Αξιολόγηση

Σύμφωνα με την Κομισιόν, η ΕΕ είναι σε θέση να λαμβάνει μέτρα αυτόνομα, όταν αυτό είναι αναγκαίο για την αντιμετώπιση παγκόσμιων περιβαλλοντικών ανησυχιών ή ζητημάτων που αφορούν την καλή μεταχείριση των ζώων.

«Ορισμένα μέτρα που λαμβάνονται από την ΕΕ αυτόνομα για τη ρύθμιση παγκόσμιων περιβαλλοντικών ή ηθικών πτυχών των εισαγόμενων προϊόντων, ακόμη και αν συμμορφώνονται πλήρως με τους κανόνες του ΠΟΕ, ενδέχεται να εξακολουθούν να είναι αμφιλεγόμενα για τα μέλη του Οργανισμού και μπορούν πάντα να αμφισβητηθούν στο πλαίσιο του συστήματος επίλυσης διαφορών.

Μέτρα που κρίνονται παράνομα ή ότι ενέχουν στοιχεία προστατευτισμού και δεν συνάδουν με την ισορροπία των διεθνών υποχρεώσεων και δικαιωμάτων της ΕΕ, ενδέχεται να εκθέσουν την ΕΕ σε κίνδυνο αντιποίνων», επισημαίνει.

Για τον λόγο αυτόν, υπογραμμίζει, οι κανονιστικές προτάσεις πρέπει να υποβάλλονται σε κατά περίπτωση αξιολόγηση της συμβατότητάς τους με τον ΠΟΕ.

Επιπλέον, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η τεχνική και οικονομική σκοπιμότητα των μηχανισμών ελέγχου. «Δεδομένου ότι η ρύθμιση αφορά τις μεθόδους παραγωγής ή μεταποίησης στην τρίτη χώρα, η σκοπιμότητα και η αναλογικότητα των κατάλληλων μέσων για τον έλεγχο και την επιβολή της εφαρμογής τους πρέπει να αξιολογούνται έναντι του σχετικού κόστους και των σχετικών οφελών».

Παγκόσμιο ζήτημα

Βέβαια, σπεύδει να διευκρινίσει πως τα φιλόδοξα πρότυπα και οι στόχοι για την υγεία, το περιβάλλον και τη βιωσιμότητα δεν εξυπηρετούν μόνο τα συμφέροντα της ΕΕ.

«Τα παγκόσμια ζητήματα απαιτούν παγκόσμιες δράσεις», αναφέρει, υπογραμμίζοντας ότι η ΕΕ θα συνεχίσει τις προσπάθειές της σε πολυμερές επίπεδο για να εξασφαλίσει υποστήριξη και «να επιτύχει -ιδανικά- παγκόσμια συναίνεση όσον αφορά την ανάγκη για ανάληψη δράσης και για διεθνώς συμφωνημένα πρότυπα».

Κάνοντας ειδική μνεία στις εμπορικές συμφωνίες και διμερείς συνεργασίες, η Επιτροπή εξηγεί ότι οι συμφωνίες που βρίσκονται επί του παρόντος υπό διαπραγμάτευση προβλέπουν ένα κεφάλαιο για τα βιώσιμα συστήματα τροφίμων, το οποίο η ΕΕ θα προτείνει σε τυχόν μελλοντικές συμφωνίες.

«Η ΕΕ θα συνεχίσει να διασφαλίζει τη συνοχή του θεματολογίου της για τη βιωσιμότητα με τις πολιτικές της για τη διεύρυνση, τη γειτονία και την ανάπτυξη. Αυτό συνεπάγεται επίσης τη συνεκτίμηση των επιπτώσεων για το εμπόριο σε τρίτες χώρες» τονίζει.

Όπως υπογραμμίζεται, τα συνοδευτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της χρηματοδότησης, της τεχνικής συνεργασίας και της ανάπτυξης ικανοτήτων, μπορεί να αποδειχθούν σημαντικά για την παροχή βοήθειας στους εμπορικούς εταίρους κατά την εφαρμογή περισσότερο βιώσιμων πρακτικών, ειδικότερα για τις πλέον ευάλωτες χώρες και τους γειτονικούς εταίρους που αναλαμβάνουν φιλόδοξες δεσμεύσεις στους εν λόγω τομείς.