Εντομοκτόνα που μειώνουν το κόστος παραγωγής και καταπολεμούν την Tuta absoluta
Ένα σύστημα ολοκληρωμένης διαχείρισης –πέρα από τον κλασικό ψεκασμό σε συνδυασμό με απλές γεωργικές συμβουλές– επιχειρεί να παράσχει στους παραγωγούς θερμοκηπιακής ντομάτας το ευρωπαϊκό ερευνητικό πρόγραμμα STomP, που συγχρηματοδοτείται από τον ΕΛΓΟ-«Δήμητρα». Μάλιστα, το πρόγραμμα επικεντρώνεται στην προστασία των καλλιεργειών από σημαντικούς εχθρούς, όπως τα έντομα Tuta absoluta (υπονομευτής της ντομάτας) και το Bemisia tabaci (αλευρώδης του καπνού), που τα τελευταία χρόνια έχουν προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στην παραγωγή.
To STomP είναι ένα ερευνητικό πρόγραμμα με εννέα εταίρους, οι οποίοι έχουν κοινό στόχο την καταπολέμηση σοβαρών εχθρών και ασθενειών της ντομάτας. Ξεκίνησε το 2016 και πέρα από την Ελλάδα (Εργαστήριο Εντομολογίας του Ινστιτούτο Ελιάς, Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ στο Ηράκλειο) συμμετέχουν, επίσης, το Μαρόκο, η Γαλλία, η Ιταλία και η Τυνησία. «Αυτό που εξετάζει η ελληνική πλευρά, στο πλαίσιο του προγράμματος, είναι η αποτελεσματικότητα των εντομοκτόνων για τους συγκεκριμένους εχθρούς, έτσι ώστε να γίνονται συστάσεις και σωστή ενημέρωση στους παραγωγούς. Το STomP ήρθε ως συνέχεια ερευνών που έκανε το εργαστήριό μας, οπότε και είχαμε αναπτύξει την τεχνογνωσία που χρειαζόταν το STomP», αναφέρει σχετικά στην «Ύπαιθρο Χώρα» ο Δρ Εμμανουήλ Ροδιτάκης, εντεταλμένος ερευνητής του ΕΛΓΟ-«Δήμητρα» στο Ινστιτούτο Ελιάς, Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου στο Ηράκλειο και συντονιστής του STomP.
Δοκιμές, συστάσεις και οφέλη
Οι δοκιμές –σύμφωνα με όσα μας έκανε γνωστά ο ερευνητής του ΕΛΓΟ-«Δήμητρα»– πραγματοποιούνται σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, όπως Πρέβεζα, Τριφυλία, Δράμα και Κρήτη, σε συνεργασία με τις τοπικές Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής (ΔΑΟΚ) και τους γεωπόνους της περιοχής. «Όλα τα αποτελέσματα επικοινωνούνται στους παραγωγούς μέσω ενημερωτικών εντύπων και εκδηλώσεων για τη μεταφορά της γνώσης. Η προσέγγιση έγινε σε αγρότες, οι οποίοι, όντας σε αδιέξοδο, ξόδευαν μεγάλα χρηματικά ποσά σε επαναλαμβανόμενες επεμβάσεις, αυξάνοντας κατά πολύ το κόστος παραγωγής, φτάνοντας έως τα 600-700 ευρώ ανά στρέμμα. Λανθασμένες επεμβάσεις, μειωμένη αποτελεσματικότητα συγκεκριμένων εντομοκτόνων ή λανθασμένος συνδυασμός αυτών μπορεί να κοστίσουν στον παραγωγό μεγάλο μέρος της παραγωγής του. Επίσης, πρέπει να τονιστεί ότι μη εγκεκριμένα για τους συγκεκριμένους εχθρούς φυτοφάρμακα δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται, καθώς, εκτός από έκνομη πράξη, δεν έδειξαν ικανοποιητικά αποτελέσματα», εξηγεί ο συντονιστής του STomP στην Ελλάδα.
Αποτελέσματα
Επιπλέον, ο Δρ Ροδιτάκης, μιλώντας στην «ΥΧ», μας έκανε γνωστό ότι, ήδη, μέσω του προγράμματος «παρέχονται λύσεις στους παραγωγούς μέσω των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από την έρευνα, ώστε με επιστημονικές συμβουλές να έχουν αυξημένη αποτελεσματικότητα και αποφυγή ανάπτυξης ανθεκτικότητας στα έντομα». Πιο συγκεκριμένα, «σταθερά υψηλή αποτελεσματικότητα έδειξαν τα εντομοκτόνα που περιέχουν τις ουσίες emamectin benzoate, abamectin, chlorantraniliprole + abamectin και spinosad.
Ενδείξεις μειωμένης αποτελεσματικότητας, λόγω ανάπτυξης ανθεκτικότητας, έδειξαν τα εντομοκτόνα που περιέχουν τις ουσίες chlorantraniliprole και chlorantraniliprole + λ-cyhalothrin, ενώ μεμονωμένες περιπτώσεις ανάπτυξης ανθεκτικότητας διαπιστώθηκαν για εντομοκτόνο, που περιέχει την ουσία indoxacarb. Όλα τα παραπάνω εντομοκτόνα θεωρούνται αποτελεσματικά και πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στα προγράμματα ψεκασμών. Όμως, γι’ αυτά που υπάρχουν ενδείξεις ανάπτυξης ανθεκτικότητας, είναι αναγκαίο να γίνεται έλεγχος και να επιβεβαιώνεται η αποτελεσματικότητά τους τρεις ημέρες μετά την εφαρμογή, ούτως ώστε, εάν χρειαστεί, να γίνεται εγκαίρως διορθωτική επέμβαση», υπογραμμίζει ο εντεταλμένος ερευνητής του Ινστιτούτου Ελιάς Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου.
Ποιοι είναι μελλοντικοί στόχοι του προγράμματος;
Σύμφωνα με τον Δρ Εμμανουήλ Ροδιτάκη, δεν είναι απίθανο «στο πλαίσιο του STomP, να προσδιοριστούν νέα σκευάσματα για την καταπολέμηση του Tuta absoluta. Μπορεί να είναι νωρίς ακόμα να μιλήσουμε για κάτι τέτοιο, όμως, εταίροι από τη Γαλλία και την Ιταλία έχουν ήδη θέσει τις βάσεις και δεν είναι απίθανο να συμβεί μετά από 5-6 χρόνια».
Ο ίδιος καταλήγει, λέγοντας ότι «αυτό που προτείνουμε σήμερα στον παραγωγό είναι ένα σύστημα ολοκληρωμένης διαχείρισης, πέρα από τους κλασικούς ψεκασμούς, με βάση την εξειδικευμένη συμβουλευτική. Μέσα στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης διαχείρισης εχθρών, συμπεριλαμβάνεται και η σωστή χρήση χημικών σκευασμάτων. Σωστή δοσολογία, σωστός χρόνος επέμβασης και ενδεδειγμένη εναλλαγή ομάδων δραστικών είναι κάποιες από τις παραμέτρους που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη. Με τον τρόπο αυτόν, αποφεύγονται τα τυπικά λάθη που κάνουν οι παραγωγοί, όπως το να χρησιμοποιούν ξανά και ξανά ένα σκεύασμα που είναι αποτελεσματικό, αλλά η πρακτική αυτή οδηγεί σε φαινόμενα ανάπτυξης ανθεκτικότητας και ταχείας απώλειας της δραστικότητας του σκευάσματος».