Λούπινο: Μικρά βήματα προς τα πάνω για τον επίδοξο αντικαταστάτη της σόγιας

ti-einai-to-loypino-kai-giati-prepei-na-to-prosexoume_9590_XL (1)

Όλοκληρώνεται αυτή την εποχή η σπορά του λούπινου, ενός ψυχανθούς φυτού όπου τα τελευταία χρόνια κατακτά το ενδιαφέρον των αγροτών, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην αντικατάσταση της σόγιας και τον περιορισμό της στις εισαγωγές. Με την ιδιότητά του ως άζωτοδεσμευτικό φυτό, μπορεί να αξιοποιηθεί σε οποιοδήποτε σύστημα αμειψισποράς, με σημαντικά αποτελέσματα. Ενισχύει φτωχά και άγονα εδάφη και συμβάλει σε μεγάλο ποσοστό στη βελτίωση των αποδόσεών τους. Ένθερμος υποστηρικτής αυτής της καλλιέργειας είναι και ο Παναγιώτης Ρούλιας, από το Μόδι Φθιώτιδας. Όπως δηλώνει ο ίδιος στην «ΥΧ», «καλλιεργώ τα τελευταία χρόνια πάνω από 300 στρέμματα, με στόχο να μειώσω σε μεγάλο ποσοστό τη σόγια που δίνω στα ζώα. Μέχρι σήμερα, έχω καταφέρει να φτάσω αυτό το ποσοστό στο 60%. Η πρωτεΐνη που περιέχει ο σπόρος του λούπινου καλύπτει σε σημαντικό βαθμό τις ανάγκες του σιτηρεσίου για τα ζώα μου». Αναφορικά με την καλλιέργεια και τις αποδόσεις των χωραφιών που ο ίδιος διαχειρίζεται, μας έδωσε τα παρακάτω στοιχεία: «Μία μέση απόδοση των χωραφιών που καλλιεργώ τα τελευταία χρόνια φτάνει τα 150 έως 200 κιλά το στρέμμα. Χρειάζονται περίπου 12 με 15 κιλά σπόρο το στρέμμα, ανάλογα βέβαια και με το μέγεθός του. Το φυτό προτιμά περισσότερο εδάφη με χαμηλότερο pH (όξινα) όπου αναπτύσσεται καλύτερα και δίνει μεγαλύτερες αποδόσεις. Σε ό,τι αφορά τη φυτοπροστασία του, δεν έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις σε αγροχημικά και μπορεί να ενταχθεί ευκολότερα στη βιολογική γεωργία σε σχέση με άλλα είδη».

Βελτίωση του πολλαπλασιαστικού υλικού

Η πρωτεΐνη που περιέχει ο σπόρος του λούπινου καλύπτει σε σημαντικό βαθμό τις ανάγκες του σιτηρεσίου για τα ζώα μου»Για την αναγκαιότητα, μιας πιο ορθής διαχείρισης του λούπινου έκανε λόγο ο Χρήστος Πετρόπουλος, γεωπόνος από τον Δομοκό. «Η χώρα μας έχει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει μεγαλύτερο αριθμό καλλιεργούμενων εκτάσεων με λούπινο, ώστε να περιορίσουμε σε μεγαλύτερο ποσοστό την εισαγωγή σόγιας που κάνουμε κάθε χρόνο. Για να έχουμε καλύτερα αποτελέσματα απαιτείται ενημέρωση και εκπαίδευση γύρω από τον τρόπο καλλιέργειας του φυτού, αλλά και γύρω από τη μεταποίησή του, ώστε να ενταχθεί ο καρπός του στο βασικό σιτηρέσιο των ζώων». Η βελτίωση του πολλαπλασιαστικού υλικού είναι και αυτός ένας σημαντικός παράγοντας, με ουσιαστικό ρόλο στην παραγωγική αλυσίδα και, όπως υποστηρίζει ο κ. Πετρόπουλος, «θα πρέπει να αξιολογήσουμε, να αξιοποιήσουμε, όπως επίσης και να βελτιώσουμε νέες ποικιλίες, ώστε να αποτελέσουν ουσιαστικά εργαλεία στα χέρια των παραγωγών. Αυτά, με τη σειρά τους, μπορούν να συμβάλουν στην αύξηση των αποδόσεων και στη βελτίωση των ποιοτικών χαρακτηριστικών τους. Μεγάλο ρόλο θα μπορούσαν επίσης να παίξουν οι ομάδες παραγωγών ή άλλα σύγχρονα συλλογικά σχήματα, ώστε να μειώσουν το κόστος παραγωγής και να ενισχύσουν την προώθηση του λούπινου στους κτηνοτρόφους».