Όταν οι υποστηρικτές των συνθετικών πρωτεϊνών προσπαθούν να βαφτούν «πράσινοι»…
Στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας του Νοεμβρίου, η Γερμανία και η Δανία πρότειναν τη διεξαγωγή συζήτησης για τη στρατηγική πρωτεϊνών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Για περισσότερα από 25 χρόνια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ανακοινώνουν τη στρατηγική πρωτεϊνών ως μία από τις προτεραιότητές τους. Παρ’ όλα αυτά, η πραγματικότητα είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει ένα σοβαρό έλλειμμα στην παραγωγή φυτικών πρωτεϊνών για την κάλυψη των διατροφικών και κτηνοτροφικών της αναγκών. Ένα έλλειμμα που υπονομεύει την ιδέα της κυριαρχίας που η ΕΕ φιλοδοξεί να προωθήσει. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, που περιλάμβανε έξι μεταρρυθμίσεις της ΚΑΠ, η ανάπτυξη της ευρωπαϊκής παραγωγής φυτικών πρωτεϊνών στηρίχθηκε κυρίως στην ανάπτυξη της βιομηχανίας βιοκαυσίμων. Στην Ευρώπη, η παραγωγή τροφίμων και βιοκαυσίμων από κοινοτικές πρώτες ύλες είναι πλήρως συμπληρωματική, με πάνω από 13 εκατομμύρια τόνους υψηλής ποιότητας πρωτεΐνης να παράγονται με αυτόν τον τρόπο. Ωστόσο, αυτή η αύξηση δεν ήταν αρκετή για να καλύψει τη διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση, με αποτέλεσμα το έλλειμμα να διευρύνεται.
Για την αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης, το γερμανο-δανικό έγγραφο προτείνει μια νέα έννοια: Αυτή των «πράσινων πρωτεϊνών». Ωστόσο, αντί να ενισχύει τη φιλοδοξία της ΕΕ για στρατηγική αυτονομία, η έννοια αυτή φαίνεται να ευθυγραμμίζεται περισσότερο με την ατζέντα των εναλλακτικών πρωτεϊνών –ως αντικατάσταση των ζωικών πρωτεϊνών– που προωθούνται από ορισμένες ΜΚΟ και παγκόσμιες εταιρείες, μέσω έντονης πίεσης, υποστηρίζοντας τις συνθετικές πρωτεΐνες ως τη βασική λύση. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ήταν σαφές κατά την ψηφοφορία του για την έκθεση πρωτεϊνών: Τα συνθετικά τρόφιμα εγείρουν ηθικά και υγειονομικά ζητήματα που απαιτούν κατάλληλη ευρωπαϊκή ρύθμιση.
Ο Κανονισμός για τα Νέα Τρόφιμα δεν επαρκεί. Αυτή η θέση υποστηρίχθηκε από 15 κράτη-μέλη. Οι καταναλωτές πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις ανάμεσα σε φυτικές και ζωικές πηγές πρωτεϊνών και να κατανοούν πλήρως τις διαδικασίες παραγωγής κάθε προϊόντος, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ΓΤΟ, ορμονών, αντιβιοτικών, αυξητικών παραγόντων και του ενεργειακού αποτυπώματος.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να αρκεστεί στην απλουστευτική επικοινωνία που προτείνουν ορισμένες ομάδες πίεσης για αυτό το ζήτημα.