Παραδοσιακή μετακινούμενη κτηνοτροφία: Τρία δύσκολα μερόνυχτα με τα πόδια από την Καλαμπάκα στο Μέτσοβο

Κάθε χρόνο αυτή την εποχή, ο Χρήστος Μαγειρίας με τη σύζυγό του, Καλλιόπη Σεμερτζίδου, και άλλους δέκα συγγενείς και φίλους, μετακινούν 1.000 βοοειδή. Για τρεις μέρες, μέσα σε αντίξοες καιρικές συνθήκες, σε απόκρημνες πλαγιές και δύσβατα μέρη, μετακινούνται πεζή από την Καλαμπάκα προς τη Μηλιά Μετσόβου.

Η πλούσια βλάστηση και η πολυπληθής βιοποικιλότητα δίνουν τη δυνατότητα στα ζώα να εξασφαλίσουν τη διατροφή τους για έξι μήνες, χωρίς να χρειαστούν πρόσθετες ζωοτροφές. Όπως εξηγεί ο κ. Μαγειρίας, είναι ένα ταξίδι το οποίο το έκαναν εδώ και δεκαετίες οι πρόγονοί του, και αυτός το συνεχίζει με τον ίδιο τρόπο.

«Είναι ένα δύσκολο τριήμερο με δυσκίνητα ζώα, όπως είναι τα βοοειδή, τα οποία προσπαθούμε να τα ελέγχουμε κάθε λεπτό που περνά και να μην ξεφεύγουν από την προσοχή μας. Με αυτόν τον παραδοσιακό τρόπο ζωής έχω μεγαλώσει και προσπαθώ να διατηρήσω αυτό το παραγωγικό μοντέλο, ώστε τα προϊόντα που παράγω να ταυτίζονται απόλυτα με αυτό που έκαναν οι πρόγονοί μου».

Μάλιστα όπως επισημαίνει, το σύνολο των ζώων αποτελείται από παραδοσιακές ελληνικές φυλές, που προσαρμόζονται στο περιβάλλον και αντέχουν σε αυτές τις μετακινήσεις.

Πώς γίνεται η μετακίνηση

Περιγράφοντας αυτό το δύσκολο τριήμερο, ο ίδιος αποκαλύπτει, μέσα από τις δικές του μαρτυρίες και τα βιώματά του, έντονα συναισθήματα για αυτήν τη δραστηριότητα.

«Η προετοιμασία σχεδιάζεται από μέρες. Πριν από το ξεκίνημα, οι εγκυμονούσες αγελάδες μένουν πίσω, ώστε να μη δημιουργηθούν προβλήματα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Ξεκομμένο από το κοπάδι, ένα ζώο είναι άμεσα εκτεθειμένο σε άγρια ζώα, αλλά και σε φυσικά εμπόδια, που μπορούν να του προκαλέσουν προβλήματα».

Μεγάλη απειλή αποτελούν οι λύκοι. Οι βοσκοί, για να μπορέσουν να τους αντιμετωπίσουν, χρησιμοποιούν σκυλιά, που παρέχουν σημαντική ασφάλεια στο κοπάδι. «36 σκυλιά για ασφάλεια και πάνω από 70 κιλά σκυλοτροφή την ημέρα. Δεν είναι μικρό το κόστος συντήρησης», αναφέρει ο ίδιος. Τα τελευταία χρόνια, όπως τονίζει, κάνουν χρήση της νέας τεχνολογίας στον βαθμό που μπορούν, ώστε να ελέγχουν καλύτερα το κοπάδι καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, αλλά και τη νύχτα.

«Τις πρωινές ώρες κάνουμε χρήση drones, με μία ακτίνα κοντά στα 8 χιλιόμετρα. Με αυτόν τον τρόπο εντοπίζουμε αγελάδες ή άλλα ζώα, τα οποία έχουν μείνει πίσω και χρειάζονται τη βοήθειά μας. Τις νυχτερινές ώρες που είναι πιο δύσκολη η κατάσταση, έχουμε βάλει ενώτια στα ζώα τα οποία φωσφορίζουν και με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να ελέγξουμε την κατάσταση».

Ζητούμενο η ορθή διαχείριση των βοσκότοπων

Ένας τόσο μεγάλος αριθμός ζώων δεν περνά απαρατήρητος και σίγουρα θέτει πολλά ερωτήματα, κυρίως σε σχέση με το περιβάλλον. «Για εμάς, το περιβάλλον αποτελεί το βασικό μας μέλημα, γιατί αυτό που θέλουμε πάντα είναι να βρίσκουμε τους βοσκότοπους σε καλύτερη κατάσταση από ό,τι τους αφήσαμε, ώστε να τους χρησιμοποιήσουμε και τις άλλες χρονιές», απαντά ο κ. Μαγειρίας. «Ανά 25 μέρες βόσκουμε τα ζώα μας σε μία έκταση 9.000 περίπου στρεμμάτων και στη συνέχεια μεταφέρουμε το κοπάδι σε άλλη περιοχή, ώστε να μπορέσουμε να καλύψουμε τις διατροφικές τους ανάγκες. Τα ζώα με το πάτημά τους δημιουργούν στο χώμα μία κοιλότητα όπου μέσα σε αυτήν πέφτουν σπόροι από διάφορα φυτά. Με τις βροχές, το έδαφος έχει τη δυνατότητα να συγκρατήσει μεγαλύτερη ποσότητα νερού, γεγονός που βοηθά τα φυτά να αναπτυχθούν στο πρώτο στάδιο», συνεχίζει.

Είναι σαφές ότι όταν γίνεται ορθή διαχείριση των βοσκότοπων το περιβάλλον προστατεύεται, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα. Η απουσία των κτηνοτρόφων από πολλές περιοχές μειώνει τη βιοποικιλότητα και, παράλληλα, με τη βόσκηση των ζώων δημιουργούνται συνθήκες αποφυγής των πυρκαγιών, άρα και αποτελεσματικότερη προστασία των δασών.

Ιστορία με αριθμούς

Από το 1920, ο παππούς του Χρήστου με την οικογένειά του έκαναν αυτό το ταξίδι με τα πόδια, συνοδεύοντας 5.000 αιγοπρόβατα. Τα μέσα που χρησιμοποιούσαν ήταν ελάχιστα, με αποτέλεσμα οι απώλειες να είναι μεγάλες.

Ο πατέρας του ασχολείται με τις παραδοσιακές φυλές των βοοειδών από το 1993. Το 2001, η διαχείριση της εκμετάλλευσης περνά στον Χρήστο. Στις Μηλιές Μετσόβου υπάρχουν 47.000 στρέμματα βοσκότοπων, τους οποίους χρησιμοποιούν για να καλύπτουν τις διατροφικές τους ανάγκες τα βοοειδή.

Το υπόλοιπο διάστημα τα ζώα μεταφέρονται για να ξεχειμωνιάσουν στην Καλαμπάκα, σε μία έκταση 6.500 στρεμμάτων, όπου βόσκουν μόνιμα και εκτρέφονται ακόμη περίπου 1.000 αιγοπρόβατα. Για να μπορέσει να καλύψει στο σύνολο τις διατροφικές ανάγκες των ζώων τη χειμερινή περίοδο, ο κ. Μαγειρίας καλλιεργεί περίπου 300 στρέμματα με μηδική και βρώμη.

Όπως αναφέρει ο ίδιος, η διατροφή είναι παραδοσιακή, δηλαδή αυτή που έχει γνωρίσει από τους γονείς του, χωρίς να γίνεται προσθήκη στο σιτηρέσιο άλλων ζωοτροφών. Η κατεύθυνση της εκμετάλλευσης είναι καθαρά κρεοπαραγωγική και οι τιμές πώλησης του μοσχαρίσιου κρέατος κυμαίνονται στα 4,6 με 4,9 ευρώ το κιλό χονδρική.

Το επόμενο βήμα είναι η δημιουργία ενός κρεοπωλείου στην πόλη της Καλαμπάκας, ώστε να κερδίσει μέρος της προστιθέμενης αξίας και παράλληλα να αναδείξει το προϊόν και τις αξίες του.