Στα «ψιλά» η ενίσχυση αγροτών για τη µείωση των εκποµπών αερίων του θερµοκηπίου

✱ Τσάι του βουνού και ενεργειακές καλλιέργειες στον σχεδιασμό της χώρας, όταν η Κομισιόν ζητά επιπλέον δραστικά μέτρα
✱ Πιέσεις από τον παραγωγικό κόσμο για βιώσιμες λύσεις

Την επιτάχυνση και επέκταση των μέτρων που πρέπει να λάβουν τα κράτη-μέλη για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά τη νέα δεκαετία υποδεικνύει η έκθεση προόδου της ΕΕ σχετικά με τη δράση για το κλίμα, που δημοσιεύτηκε από την Κομισιόν πριν από λίγες ημέρες.

Αν και στην έκθεση καταγράφεται πως στην ΕΕ σημειώθηκε πέρσι σημαντική πρόοδος στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, εντούτοις αποκαλύπτει ότι εάν συνεχιστούν τα υφιστάμενα μέτρα περιβαλλοντικής πολιτικής, όχι μόνο δεν θα επιτευχθεί ο φιλόδοξος στόχος της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050, αλλά ούτε και ο αναθεωρημένος προς τα πάνω στόχος για μείωση 55% των εκπομπών έως το 2030.

Σύμφωνα με την έκθεση, το 2019, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ των 27 μειώθηκαν κατά 3,7% σε σχέση με το 2018 και κατά 24% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. Μάλιστα, εάν ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα από το LULUCF, δηλαδή τον κανονισμό για τις «χρήσεις γης, αλλαγές χρήσεων γης και δασοπονία», η καθαρή μείωση των εκπομπών ανέρχεται στο 25%.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η μείωση (24%) είναι υψηλότερη από τον στόχο του 20% που είχε συμφωνηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση για το 2020, και σε αυτό έχει συμβάλει φέτος η κρίση της πανδημίας του COVID-19, καθώς μειώθηκε σημαντικά η συνολική κατανάλωση ενέργειας και οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, ειδικά στον τομέα των μεταφορών.

Ειδικότερα για την Ελλάδα, το έτος 2018, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (χωρίς LULUCF) ανήλθαν σε 92,21 Mt CO2 παρουσιάζοντας μείωση κατά 10,73% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. Εάν συμπεριληφθούν οι εκπομπές / αφαιρέσεις από το LULUCF, τότε η μείωση ανέρχεται σε 11,82%, ενώ για το έτος 2019 έφτασε στο 16% σε σχέση με το 1990.

Αν και τα αποτελέσματα σε γενικές γραμμές είναι ενθαρρυντικά, στην έκθεση υπογραμμίζεται ότι δεν είναι αρκετά, καθώς με τις υπάρχουσες πολιτικές που εφαρμόζονται, οι συνολικές εκπομπές στην ΕΕ των 27 προβλέπεται να μειωθούν κατά 30% έως το 2030. Με τα προγραμματισμένα εθνικά μέτρα, τα κράτη-μέλη αναμένεται να φέρουν αυτές τις μειώσεις σε περίπου 41% έως το τέλος της δεκαετίας. Αυτό όμως υπολείπεται σημαντικά από τη μείωση των εκπομπών κατά 55%, που προτείνεται από την Κομισιόν.

Ελλάδα

Η Ελλάδα έχει τοποθετηθεί υπέρ αυτού του φιλόδοξου στόχου, αναθεωρώντας η ίδια προς τα πάνω τον εθνικό της στόχο για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2030. Σύμφωνα με την Εθνική Στρατηγική για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), στόχος είναι η μείωση να ανέλθει στο 42% σε σχέση με τις εκπομπές του έτους 1990 και πάνω από 56% σε σχέση με το έτος 2005, «επιτυγχάνοντας να ξεπεράσει ακόμη και τους ευρωπαϊκούς στόχους», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά. Οι προτεραιότητες της Ελλάδας για την επίτευξη αυτών των φιλόδοξων στόχων επικεντρώνονται:

 Στην αύξηση της συμμετοχής των ΑΠΕ στην κατανάλωση ενέργειας. Η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να αυξήσει σε τουλάχιστον 35% τη συμμετοχή τους μέχρι το τέλος του 2030.

Στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης (ενεργειακή αναβάθμιση κτηρίων, χρήση φυσικού αερίου κ.ά.).

Στην απολιγνιτοποίηση (απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων έως το 2028).

Αν και ιδιαίτερα φιλόδοξο ως προς τους στόχους του, το Εθνικό Σχέδιο υποβαθμίζει τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει ο πρωτογενής τομέας στη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, προκαλώντας, κατά συνέπεια, πολλά ερωτήματα για το όφελος που τελικά θα έχει ο Έλληνας αγρότης κατά τη νέα δεκαετία. Για την ελληνική κυβέρνηση, ο σχεδιασμός για τα επόμενα δέκα χρόνια αφορά:

Προώθηση της βιομάζας για την παραγωγή ενέργειας, μέσα από μέτρα, όπως: α) αποφυγή ή μείωση αποβλήτων γεωργικών/δασικών βιομηχανιών, κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων, ανακύκλωση αποβλήτων, β) διατήρηση και επέκταση του καθεστώτος πιστοποίησης αειφορίας βιοκαυσίμων και στερεών καυσίμων, γ) αύξηση δασώσεων, ορθολογική υλοτόμηση δασών, δ) προώθηση των ενεργειακών καλλιεργειών και ε) δημιουργία και ενίσχυση εγχώριας αγοράς βιαιθανόλης με ενίσχυση της συμβατικής, η οποία προέρχεται από την επεξεργασία καλαμποκιού, σιτηρών και τεύτλων.

Αύξηση των βιολογικών καλλιεργειών.

Εγκατάσταση μονάδων ΑΠΕ, κυρίως φωτοβολταϊκών, στον αγροτικό τομέα και δη σε γαίες υψηλής παραγωγικότητας.

Αντικατάσταση των υφιστάμενων μηχανημάτων και εγκαταστάσεων με νέα υψηλής ενεργειακής απόδοσης. Προτεραιότητα σε ελκυστήρες, θεριστικές και αλωνιστικές μηχανές.

Αντλιοστάσια – συστήματα άρδευσης καλλιεργειών.

Πάντως, στον σχεδιασμό της, η κυβέρνηση αναφέρει πως προτίθεται να στηρίξει και τοπικές καλλιέργειες, όπως κρόκος, τριανταφυλλιά, ρίγανη, τσάι του βουνού.

Φτωχός συγγενής

Κρίσιμα, λοιπόν, αναμένονται τα μέτρα που θα πλαισιώσουν τόσο το ΠΑΑ της μεταβατικής περιόδου, όσο και το εθνικό στρατηγικό σχέδιο της νέας ΚΑΠ, ώστε να εξασφαλιστεί ισορροπία ανάμεσα στους κλιματικούς στόχους και τη βιωσιμότητα και ανταγωνιστικότητα των εκμεταλλεύσεων. Κι αυτό είναι το μεγάλο διακύβευμα της δεκαετίας που έρχεται, καθώς τα εργαλεία που προτείνονται από την Επιτροπή, όπως η γεωργία δέσμευσης άνθρακα, πρέπει να αξιοποιηθούν από τη χώρα, ώστε οι αγρότες να μην τεθούν εκτός οικονομικής τροχιάς.

Με δεδομένο ότι το ΕΣΕΚ επικαλείται την ΚΑΠ στο πλαίσιο των προτεραιοτήτων της, είναι ανάγκη ο διάλογος για το στρατηγικό σχέδιο να διευρυνθεί και να ξεκινήσει επί της ουσίας με τους πραγματικούς αποδέκτες των πολιτικών, τους αγρότες, προκειμένου να μη χαθεί άλλη μία ευκαιρία.

Μείωση εκπομπών στην ΕΕ

Ο στόχος μείωσης των αερίων θερμοκηπίου κατά 20% έως το 2020, σε σύγκριση με το 1990, εφαρμόζεται μέσω του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου της ΕΕ (ΣΕΔΕ) και της απόφασης για τον επιμερισμό των προσπαθειών, στην οποία καθορίζονται στόχοι μείωσης για τους τομείς που δεν υπάγονται στο ΣΕΔΕ, και δεν καλύπτει τους τομείς «Χρήσεις Γης, Αλλαγές Χρήσεων Γης και Δασοπονία» (Land Use, Land Use Change and Forestry/LULUCF). Η απόφαση περί επιμερισμού των προσπαθειών (ESD) θέτει εθνικούς στόχους εκπομπών, οι οποίοι εκφράζονται ως ποσοστιαία μεταβολή από τα επίπεδα του 2005.

Σύμφωνα με την έκθεση, οι εκπομπές που καλύπτονται από το ΣΕΔΕ παρουσίασαν τη μεγαλύτερη μείωση το 2019, κατά 9,1%, δηλαδή κατά περίπου 152 εκατ. τόνους ισοδυνάμου διοξειδίου του άνθρακα (CO2) σε σύγκριση με το 2018.

Όσο για τις εκπομπές που δεν καλύπτονται από το ΣΕΔΕ, δεν παρουσίασαν σημαντικές αλλαγές σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2018. Η Μάλτα, για παράδειγμα, εξέπεμψε όλα αυτά τα χρόνια περισσότερο από τα ετήσια δικαιώματα εκπομπής της (ΕΔΕ), αλλά κάλυψε το έλλειμμα με αγορά ΕΔΕ από τη Βουλγαρία. Αντίθετα, Γαλλία, Σουηδία και Ηνωμένο Βασίλειο ακύρωσαν το πλεόνασμα ΕΔΕ από το 2013 έως το 2017, για να ενισχύσουν την περιβαλλοντική ακεραιότητα του συστήματος.

Το υψηλότερο σωρευτικό πλεόνασμα ΕΔΕ ως ποσοστό των εκπομπών του έτους αναφοράς 2005, 2013-2018, έχει η Κύπρος, με 180%, και ακολουθεί η Ελλάδα με 140%. Στη χειρότερη θέση είναι η Μάλτα, η οποία όχι μόνο δεν διαθέτει πλεόνασμα, αλλά υπολείπεται κατά 87% από το μηδενικό σημείο ορισμού του πλεονάσματος στην ΕΕ. Περισσότερο από το 1/3 των εκπομπών από τον επιμερισμό των προσπαθειών προέρχεται από τις μεταφορές. Οι εκπομπές από τη γεωργία (εκτός από CO2) παρέμειναν το 2019 σε παρόμοια επίπεδα με το 2005, και αντιστοιχούν στο 10% των συνολικών εκπομπών.