Σπόροι κηπευτικών: Η εξάρτηση από τις εισαγωγές απειλεί ανταγωνιστικότητα και… γεύση

Τα κηπευτικά και οι πατάτες συμμετέχουν με 28% στη διαμόρφωση της αξίας της φυτικής παραγωγής. Η Ελλάδα είναι η 9η παραγωγός κηπευτικών στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένων των πεπονιών, καρπουζιών και φράουλας, με κριτήριο τις καλλιεργούμενες εκτάσεις, καθώς και η 18η στην καλλιέργεια πατάτας.

Η εξάρτηση από τις εισαγωγές απειλεί ανταγωνιστικότητα και… γεύση

Παρά το γεγονός ότι τα προϊόντα αυτά συγκαταλέγονται στα πιο εντατικά της γεωργίας και καλλιεργούνται σε χώρες όπου κυριαρχούν παρόμοιες παραγωγικές συνθήκες, η καλλιέργειά τους υποχωρεί με ετήσιους ρυθμούς 3% έως 4% την τελευταία δεκαετία στην Ελλάδα, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Ως αιτία της φθίνουσας ανταγωνιστικότητας των κλάδων αυτών θεωρείται κατ’ αρχήν η ελλιπέστατη οργάνωση των αγροτών και η περιορισμένη διαπραγματευτική τους θέση σε προϊόντα που είναι φθαρτά και σε μία περίοδο μεγάλων αυξομειώσεων των τιμών. Σημαντική επίπτωση έχουν οι ελληνοποιήσεις -ειδικά στις ντομάτες, που καλύπτουν το 1/4 περίπου των εκτάσεων με κηπευτικά, και στις πατάτες- και η κάμψη της εσωτερικής κατανάλωσης. Τέλος, καταλυτικό ρόλο έχει η ισχυροποίηση και οι εμπορικές πρακτικές των αλυσίδων λιανικής, οι οποίες πλέον ελέγχουν το 55% έως 60% των πωλήσεων οπωροκηπευτικών και μεγάλο μέρος της χονδρικής, ενώ αποτελούν και βασικά κανάλια εισαγωγής αντίστοιχων προϊόντων.

Στα παραπάνω πρέπει να προστεθεί και το επίπεδο παραγωγικότητας, που σχετίζεται και με τις χρησιμοποιούμενες εισροές, όπως τους σπόρους.

Η αγορά σπόρων

Το μέγεθος της αγοράς σπόρων είναι δύσκολο να προσδιοριστεί. Η Ένωση Ελλήνων Παραγωγών και Εμπόρων Σπόρων, υπολογίζει το συνολικό μέγεθος της αγοράς στα 180 εκατομμύρια ευρώ. Αντίθετα, το υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ, σε έκθεσή του για την Ελλάδα, υπολογίζει το μέγεθος αυτό στα 180 εκατομμύρια δολάρια, τα 67 εκατομμύρια εκ των οποίων αφορούν τα κηπευτικά και τις πατάτες (1).

Διεθνές εμπόριο σπόρων της Ελλάδας το 2014

 

Ποσότητες (τόνοι)

Αξία (εκατ. €)

 

Κηπευτικά

Σύνολο

Κηπευτικά

Σύνολο

Εξαγωγές

0

33.126

0

15

Εισαγωγές

2.133

29.860

21

77

Ισοζύγιο

(αξία εξαγωγών μείον εισαγωγών)

-21

-62

Πηγή: International Seed Federation, Επεξεργασία στοιχείων

Τα διαθέσιμα στοιχεία του εξωτερικού εμπορίου και των Εθνικών Λογαριασμών, αποσαφηνίζουν ως ένα βαθμό τα δεδομένα. Όπως προκύπτει από τον σχετικό πίνακα, οι εξαγωγές σπόρων κηπευτικών, σε αντίθεση με ό,τι ισχύει για τους σπόρους φυτών μεγάλης καλλιέργειας, είναι μηδενικές. Αντίθετα, οι εισαγωγές ανέρχονται σε 21 εκατομμύρια ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 27% της αξίας των συνολικών εισαγωγών όλων των σπόρων. Τα δεδομένα αυτά εξηγούν τον έντονα ελλειμματικό χαρακτήρα της αγοράς σπόρων, κατά 62 εκατομμύρια για το σύνολο του κλάδου και κατά 21 εκατομμύρια για τα κηπευτικά.

Τα στοιχεία του ΥΠΑΑΤ

Η ελλειμματικότητα αυτή καταγράφεται και από τα στοιχεία και την εικόνα που διαθέτουν τα στελέχη της Διεύθυνσης Φυτογενετικών Πόρων και Πολλαπλασιαστικού Υλικού του ΥΠΑΑΤ.

Ο σχετικός πίνακας αποτελεί την τελευταία διαθέσιμη επεξεργασία στοιχείων. Η καταγραφή αφορά το έτος 2012 και τις ποσότητες που εισήχθησαν, είτε σε βάρος, είτε σε αριθμούς σπόρων, που αποτελεί πλέον και την πιο επικρατούσα μορφή παράθεσης στοιχείων.

Εισαγωγές σπόρων κηπευτικών, 2012

ΦΥΤΙΚΟ ΕΙΔΟΣ

Τόνοι

Χιλιάδες σπόροι

Αγγούρι

 

7.610

Αντίδι

0,3

 

Αρακάς

86,7

 

Γογγυλοκράμβη

0,1

 

Καλαμπόκι γλυκό

0,5

 

Καρότο

0,3

5.561

Καρπούζι

0,1

8.908

Κολοκύθι

0,6

9.663

Κουκιά κηπευτικά

8,7

 

Κουνουπίδι

0,1

16.862

Κρεμμύδι (κοκκάρι)

31,2

 

Κρεμμύδι

2,9

 

Λάχανο

0,1

28.143

Μαϊντανός

1

 

Μαρούλι

1,4

200

Μπρόκολο

0

9.038

Παντζάρι

4,3

 

Πεπόνι

0,1

1.149

Πιπεριά

0

7.703

Πράσο

0,3

 

Ραδίκι

0,5

 

Ραπάνι

0,2

 

Ραπανάκι

0,1

 

Ρόκα

0,3

 

Σέλινο

0,4

 

Σέσκουλο

0,3

 

Σπανάκι

22,7

 

Ντομάτα

0,1

30.226

Βιομηχανική Ντομάτα

0,1

149.252

Φασόλι

172,1

 

Πατατόσπορος

25.498

 

Πηγή: ΥΠΑΑΤ, επεξεργασία στοιχείων

Το ειδικό βάρος των εισαγωγών συμβαδίζει με τις εκτάσεις των καλλιεργούμενων ειδών, δηλαδή της ντομάτας, λάχανου, κολοκυθιού, κουνουπιδιού, πιπεριάς, αγγουριού, καρότου, μπρόκολου, καρπουζιού, αρακά, φασολιού κ.λπ.

Ωστόσο, με βάση τα στοιχεία του πίνακα, η Ελλάδα εισάγει σπόρους ουσιαστικά για κάθε είδος κηπευτικού που καλλιεργεί.

Σύμφωνα με στελέχη του ΥΠΑΑΤ και της αγοράς, αρκετοί παραγωγοί συγκεκριμένων προϊόντων, όπως του φρέσκου φασολιού, της τσακώνικης μελιτζάνας και του κρεμμυδιού, χρησιμοποιούν μη πιστοποιημένους εγχώριους σπόρους. Ωστόσο, η συντριπτική πλειοψηφία των παραγωγών κηπευτικών χρησιμοποιεί εισαγόμενους σπόρους. Το συμπέρασμα αυτό τεκμηριώνεται και από τα στοιχεία των Εθνικών Λογαριασμών, όπου η αξία όλων των σπόρων που παράγονται ανέρχονται στα 9,5 εκατομμύρια ευρώ και ουσιαστικά αφορούν τους σπόρους των φυτών μεγάλης καλλιέργειας. Ενδεικτική της σημασίας των εισαγωγών είναι η περίπτωση του πατατόσπορου, όπου με βάση τα επίσημα στοιχεία του 2015, από το σύνολο των 20 χιλιάδων τόνων, η Ελλάδα εισάγει τους 19,5 χιλιάδες τόνους.

Τα παραπάνω αιτιολογούν και το μέγεθος του προβλήματος. Όπως προαναφέρθηκε, η αξία των εισαγωγών ανέρχεται σε 21 εκατομμύρια ευρώ, ενώ ο κύκλος εργασιών της αγοράς των σπόρων κηπευτικών και πατάτας στα 67 εκατομμύρια. Η απόκλιση αυτή επιβεβαιώνει την άποψη στελεχών του κλάδου ότι η τιμή διάθεσης των σπόρων στον καλλιεργητή είναι περίπου τριπλάσια της τιμής εισαγωγής.

Οι επιχειρήσεις προτιμούν να εισάγουν σπόρους παρά να αναλαμβάνουν το ρίσκο της σποροπαραγωγής. Ωστόσο, το φαινόμενο αυτό, εκτός του περιορισμού της προστιθέμενης αξίας στο εσωτερικό της χώρας, έχει και μία άλλη επίπτωση: Τον αφανισμό της γεύσης των κηπευτικών που αποτελεί ένα από τα μεγάλα τους πλεονεκτήματα.
(1)    USDA, 2015, Planting Seeds Market in Greece

Σε ομηρία οι αγρότες από τις βιομηχανίες λιπασμάτων

Εκστρατεία κατά του τρόπου λειτουργίας του ανταγωνισμού στην ευρωπαϊκή λιπασματοβιομηχανία ξεκινούν οι Ιρλανδοί αγρότες. Να σημειωθεί ότι παρόμοια εκστρατεία, πριν από δύο χρόνια, είχε οδηγήσει στις γνωστές παρεμβάσεις του Ευρωπαίου επιτρόπου Γεωργίας, Φιλ Χόγκαν, και σε μειώσεις των τιμών λιπασμάτων έως 25% σε πολλές χώρες, όχι βέβαια και στην Ελλάδα.

Η εξάρτηση από τις εισαγωγές  απειλεί ανταγωνιστικότητα και… γεύση

Οι ιρλανδικές οργανώσεις παρουσίασαν στοιχεία εναρμονισμένων πρακτικών και κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης στην αγορά των μεγάλων παγκόσμιων προμηθευτών λιπασμάτων, που οδηγούν σε αυξητικές τάσεις έως 20% τις τελευταίες εβδομάδες.

Επιπλέον, επανέρχεται και από άλλους φορείς των Ευρωπαίων αγροτών το θέμα της προνομιακής προστασίας της ευρωπαϊκής λιπασματοβιομηχανίας. Πιο συγκεκριμένα, το ισχύον δασμολογικό καθεστώς κρατά τεχνητά τις τιμές των εισαγόμενων λιπασμάτων σε υψηλά επίπεδα, που, όπως υποστηρίζεται, στην περίπτωση του αζώτου επιβαρύνει τους Ευρωπαίους αγρότες κατά 50 έως 60 ευρώ τον τόνο.

Οδικός χάρτης βελτίωσης της γεύσης της ντομάτας

Η υστέρηση της γεύσης των σύγχρονων ποικιλιών ντομάτας, σε σύγκριση με τις παλαιότερες παραδοσιακές, έχουν καθηλώσει την κατανάλωση του δημοφιλούς κηπευτικού. Ομάδα επιστημόνων από τις ΗΠΑ, την Κίνα, το Ισραήλ, την Ολλανδία και την Ισπανία «ξεκλείδωσαν» τους παράγοντες που προσδιορίζουν τη γεύση και προετοιμάζουν νέες ποικιλίες.

Η εξάρτηση από τις εισαγωγές  απειλεί ανταγωνιστικότητα και… γεύση

Η ντομάτα αποτελεί το βασικότερο λαχανικό της παγκόσμιας διατροφής. Τις τελευταίες δεκαετίες, οι εταιρείες παραγωγής σπόρων επικέντρωσαν το ενδιαφέρον τους στους παράγοντες που διαμορφώνουν τη στρεμματική απόδοση, την ανθεκτικότητα στις ασθένειες, τη διατήρηση της σκληρότητας, ειδικά για τη μεταφορά σε μεγάλες αποστάσεις, και στην ομοιόμορφη εμφάνιση. Αντίθετα, οι παράγοντες που σχετίζονται με τη γεύση είναι δύσκολο να εντοπιστούν, ακριβοί να μετρηθούν, και σε κάθε περίπτωση δεν αποτέλεσαν πεδίο ενδιαφέροντος.

Ομάδα επιστημόνων ανακοίνωσε τα συμπεράσματα πολυετούς έρευνας 398 σύγχρονων και παραδοσιακών ποικιλιών ντομάτας (1). Απομονώνοντας τα στοιχεία των σακχάρων, των οξέων και του αναδυόμενου αρώματος, προσδιόρισαν μία κλίμακα μέτρησής τους. Η ένταση πολλών συνδυασμών των στοιχείων αυτών αποτιμήθηκε από πολυάριθμα πάνελ γευσιγνωστών κριτών και απλών καταναλωτών. Στη συνέχεια, εντοπίστηκαν τα σημεία του γονιδιώματος της ντομάτας, που καθορίζουν την ένταση των στοιχείων αυτών. Όπως ήταν αναμενόμενο, τα στοιχεία αυτά, στις σύγχρονες ποικιλίες ντομάτας, ήταν ελάχιστα ή απουσίαζαν πλήρως.

Οι επιστήμονες είναι πλέον σε θέση να βελτιώσουν σύγχρονες αποδοτικές ποικιλίες, με γευστικά χαρακτηριστικά των παραδοσιακών ποικιλιών, χωρίς τη χρήση γενετικά τροποποιημένων οργανισμών.

Όπως τονίζουν, παρά το γεγονός ότι η ψύξη συχνά υποβαθμίζει σε μεγάλο βαθμό τη γεύση του προϊόντος, ο σπόρος μίας ποικιλίας είναι αυτός που προσδιορίζει τα γευστικά χαρακτηριστικά. Ο δρόμος που άνοιξε πλέον για τη ντομάτα θα συνεχιστεί και με πολλά άλλα κηπευτικά.

Ωστόσο, υπάρχει μία επιπλέον παράμετρος που δεν έχει ακόμη αποκωδικοποιηθεί, και συνεχίζει να προσθέτει ποιότητα σε πολλά προϊόντα, όπως αυτά της Ελλάδας. Όπως τονίζουν οι ερευνητές, οι τοπικές εδαφοκλιματολογικές συνθήκες συχνά ενισχύουν ή υποβαθμίζουν τη γεύση της ίδιας ποικιλίας ενός φυτικού είδους. Είναι αυτή η σύζευξη, του νέου με το παλιό και το ήπιο, που μπορεί να προσδώσει τεράστια οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική βιωσιμότητα στην ελληνική πρωτογενή παραγωγή.

(1)    D.Tieman, et.al, A chemical genetic roadmap to improved tomato flavor, Science Jan. 2017, vol 335, Issue 6323

Ανατρέπει τα δεδομένα ο νέος τρόπος φωτισμού στα θερμοκήπια

Ο καθολικός φωτισμός θερμοκηπίων με λαμπτήρες LED νέας γενιάς δημιουργεί νέα παραγωγικά δεδομένα. Μετά από πλήρη δωδεκάμηνη χρήση στη μεγαλύτερη θερμοκηπιακή υδροπονική μονάδα ντομάτας της Βρετανίας, οι αλλαγές που έχουν καταγραφεί οδηγούν στα εξής συμπεράσματα:

  • Μείωση του κόστους παραγωγής σε σύγκριση με το προηγούμενο υβριδικό σύστημα και συνολική μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά 2/3.
  • Σταθερή αποδοτικότητα και ίδιες ποιοτικές προδιαγραφές μεταξύ θερινής και χειμερινής περιόδου.
  • Αύξηση στρεμματικής απόδοσης κατά 30%.
  • Δωδεκάμηνη κλιμάκωση παραγωγικών κύκλων, σε αντίθεση με τη νεκρή περίοδο Δεκεμβρίου – Μαρτίου του παρελθόντος.

Μπορεί τα παραπάνω να βελτιώνουν σημαντικά την παραγωγικότητα, απειλούν όμως να ανατρέψουν παγιωμένες ισορροπίες πολλών ετών. Χώρες με μεγάλη ηλιοφάνεια, όπως για παράδειγμα η Ελλάδα, διέθεταν συγκριτικά πλεονάσματα, που κινδυνεύουν να τα χάσουν με τέτοιου είδους τεχνικές καινοτομίες.