Στα 65 σεντς τα συμβόλαια Δεκεμβρίου για το βαμβάκι

Σύμμαχος το χρηματιστήριο, βαρίδι η "καθισμένη" αγορά

Δύσκολη εξίσωση με πολλές μεταβλητές θυμίζει η φετινή σεζόν στο βαμβάκι λίγες μόλις εβδομάδες προτού ξεκινήσει η διαδικασία της συλλογής κι ενώ σε καλλιεργητικό επίπεδο τα πράγματα έχουν κυλήσει έως τώρα απροβλημάτιστα, δημιουργώντας προσδοκίες για υψηλές αποδόσεις τόσο σε ίνα όσο και σε κιλά/στρέμμα.

Αναλυτές μιλούν για ένα πρωτόγνωρο σκηνικό στην παγκόσμια αγορά, στεκόμενοι κατά κύριο λόγο στο καίριο πλήγμα που έχει επιφέρει στην κατανάλωση (παρά τα αχνά σημάδια ανάκαμψης του τελευταίου διαστήματος) η πανδημία. Σε αυτό έρχεται να προστεθεί η αναζωπύρωση εσχάτως των εμπορικών εντάσεων μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, εξέλιξη που δεν αποκλείεται να συνδέεται με τις επερχόμενες αμερικανικές εκλογές (και, ως εκ τούτου, να μην έχει βαθύ χρονικό ορίζοντα), προσώρας όμως ρίχνει ακόμα περισσότερο νερό στον μύλο της αβεβαιότητας.

Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, προβληματισμό προκαλεί και το ανεβασμένο θερμόμετρο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις στον βαθμό που τα κλωστήρια της γειτονικής χώρας παραμένουν ο βασικός πελάτης του ελληνικού βαμβακιού. Πέρα από αυτό το ενδεχόμενο στρατιωτικής εμπλοκής, η σχέση αυτή δεν αποκλείεται να δοκιμαστεί και στην περίπτωση που η ΕΕ προχωρήσει στην επιβολή οικονομικών και εμπορικών κυρώσεων στην Άγκυρα.

Με στοκ ξεκινά η νέα σεζόν

Ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος, βεβαίως, για το σύνολο της αλυσίδας αξίας του προϊόντος, δεν είναι άλλος από την υποτονική ζήτηση εκ μέρους της φυσικής αγοράς. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα ετοιμάζεται να μπει στην καινούργια σεζόν με αποθέματα, τα οποία κάποιοι εκκοκκιστες προσδιορίζουν στους 30.000 τόνους, δεδομένου ότι από τον Φεβρουάριο και μετά οι δουλειές που έχουν πραγματοποιηθεί είναι ελάχιστες. Παράλληλα, φαίνεται ότι υπάρχουν και άλλοι 10.000 τόνοι εμπορεύματος, οι οποίοι έχουν μεν πουληθεί, αλλά δεν έχουν φορτωθεί.

Σε απόλυτα μεγέθη, τα νούμερα αυτά μπορεί να μη φαντάζουν ιδιαίτερα υψηλά, είναι ωστόσο ασυνήθιστα για την εποχή και σε κάθε περίπτωση ενδεικτικά της έλλειψης κινητικότητας που παρουσιάζει η φυσική αγορά. Το ίδιο ισχύει και για τις προπωλήσεις της νέας παραγωγής, οι οποίες, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, δεν ξεπερνούν το 15%, όταν το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι άγγιζαν το 35%.

Πιέζεται το premium

Η χαμηλή ζήτηση αντανακλάται και στη συμπίεση έως και… εξαφάνιση του premium, δηλαδή του πριμ επί της χρηματιστηριακής τιμής που λαμβάνει το ελληνικό βαμβάκι. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά επικεφαλής μεγάλης εκκοκκιστικής επιχείρησης στην «ΥΧ», «πλέον έχουμε φτάσει να μιλάμε σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και για… discount (έκπτωση επί της χρηματιστηριακής τιμής)», κάτι που σαφώς έχει να κάνει με το γεγονός ότι υπάρχει αρκετό βαμβάκι απούλητο στη διεθνή αγορά, το οποίο μάλιστα ήδη διατίθεται σε «ανταγωνιστικές» τιμές. Εξάλλου, την εγχώρια παραγωγή δεν βοηθά αυτήν τη στιγμή ούτε το αδύναμο δολάριο, το οποίο, ως γνωστόν, «μεταφράζεται» για τα ελληνικά εκκοκκιστήρια σε χαμηλότερες τιμές σε ευρώ.

Το ενθαρρυντικό, πάντως, είναι ότι καθώς πλησιάζουμε προς τη συγκομιδή, το χρηματιστήριο επιδεικνύει μια αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα και μοιάζει να έχει ανακτήσει τον βηματισμό του. Αν και η τρέχουσα εβδομάδα ξεκίνησε με μια ελαφρά πτώση στα 64 σεντς/λίμπρα για τα συμβόλαια Δεκεμβρίου (κυρίως λόγω της γνωστοποίησης πρόθεσης των ΗΠΑ να μπλοκάρουν τις εισαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων από την κινεζική επαρχία Xinjiang), είναι γεγονός ότι οι τιμές το τελευταίο διάστημα κινούνται στα πέριξ των 65 σεντς, επίπεδα που η αγορά είχε να «δει» σχεδόν ένα εξάμηνο.

Παράλληλα, έγιναν και δύο απόπειρες για να «σπάσει» προς τα πάνω το φράγμα των 66 σεντς, δίχως, ωστόσο, να έχουν συνέχεια. Σε κάθε περίπτωση, κινούμενη στο μοτίβο «δυο βήματα εμπρός, ένα πίσω», η χρηματιστηριακή αγορά έχει καταφέρει να ανακάμψει σε ένα ποσοστό 30% σε σύγκριση με τα χαμηλά του Απριλίου.

Όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, βέβαια, αυτό περισσότερο έχει να κάνει με τα προγράμματα στήριξης που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις των μεγάλων οικονομικών (και μέσω των οποίων, πέρα από τις μετοχές, επωφελούνται και τα εμπορεύματα), καθώς και με τις τοποθετήσεις κερδοσκοπικών κεφαλαίων και λιγότερο με τη φυσική αγορά, η οποία, όπως προαναφέραμε, παραμένει αναιμική. Συν τοις άλλοις, η έλλειψη αγοραστικού ενδιαφέροντος δεν επιτρέπει προς το παρόν στα ελληνικά εκκοκκιστήρια να επωφεληθούν από την ευνοϊκή χρηματιστηριακή συγκυρία.

Μέσα σε αυτό το κλίμα φαίνεται ότι θα πρέπει να ετοιμαζόμαστε για μια σεζόν που θα θέσει σε δοκιμασία την υπομονή και, ενδεχομένως, τις αντοχές των συντελεστών του κλάδου. Οποιαδήποτε θετική εξέλιξη στο μέτωπο της αντιμετώπισης της πανδημίας μπορεί φυσικά να αλλάξει άρδην το σκηνικό, ενώ τον ρόλο τους μπορούν να παίξουν και μεταβολές γύρω από τα θεμελιώδη (όπως π.χ. μια υποβάθμιση των εκτιμήσεων για την αμερικανική παραγωγή).