Η βραβευμένη εφαρμογή του ΑΠΘ για τη χαρτογράφηση των καμένων εκτάσεων και την αξιοποίηση των δασών
Μια εφαρμογή που αξιοποιεί στον μέγιστο βαθμό δεδομένα από όλους τους ελεύθερους ευρωπαϊκούς δορυφόρους και μπορεί να καταγράψει με μεγάλη ακρίβεια κατεστραμμένες ή καμένες εκτάσεις στη χώρα δημιούργησαν οι επιστήμονες του Εργαστηρίου Δασικής Διαχειριστικής και Τηλεσκοπικής του ΑΠΘ.
Πρόκειται για μια βραβευμένη από την ΕΕ εφαρμογή που σχεδιάστηκε με βάση τις πραγματικές ανάγκες της κεντρικής δασικής υπηρεσίας της χώρας μας, εξυπηρετώντας στην πράξη τους δασολόγους, που εργάζονται στα τοπικά δασαρχεία. Ουσιαστικά, αποτελεί ένα εργαλείο, με το οποίο οι δασολόγοι μπορούν να οριοθετήσουν μια κατεστραμμένη ή καμένη έκταση και να μπορούν στη συνέχεια να την προστατέψουν από οικοδομικές δραστηριότητες ή και βόσκηση, αλλά και να την αναπλάσουν. Μια άλλη ανάγκη που καλύπτει είναι η δημιουργία στατιστικών στοιχείων σε ανώτατο επίπεδο, ώστε να μπορεί η χώρα μας να παρέχει στοιχεία σε διεθνείς οργανισμούς, όπως π.χ. στη Eurostat. Όπως επισημαίνει ο διευθυντής του Εργαστηρίου, Ιωάννης Γήτας, η χρησιμότητα της εφαρμογής, εκτός των άλλων, έγκειται στο ότι εφόσον οι περιοχές που αποτυπώνονται έχουν χαρτογραφηθεί με μεγάλη ακρίβεια, αυτόματα μπορούν να ενσωματωθούν σε οποιοδήποτε τρέχον διαχειριστικό σχέδιο αφορά τα δάση.
Η διαχείριση των δασών
Σημειώνεται πως το Εργαστήριο και ο καθηγητής κ. Γήτας συμμετέχουν στην κεντρική στρατηγική για τα δάση και στην επιτροπή που ορίζει τις προδιαγραφές των καινούργιων διαχειριστικών δασικών μελετών. «Αν υποθέσουμε ότι σε μια περιοχή της χώρας συνέβησαν τρεις πυρκαγιές και προφανώς γνωρίζουμε ποιες περιοχές κάηκαν, τότε απευθείας το συνδυάζουμε με τον δασικό χάρτη βλάστησης που έχει κάθε δασαρχείο και γνωρίζουμε τι έχει καεί. Δηλαδή, εάν είναι χαμηλό δάσος, βοσκότοπος, θαμνότοπος κ.λπ. Μπορούμε να παρακολουθήσουμε αργότερα την έκταση που κάηκε διαχρονικά και να δούμε πώς αναπτύσσεται ή αν δεν αναπτύσσεται η βλάστηση που έχει καεί» εξηγεί ο κ. Γήτας.
Ταυτόχρονα, από τη στιγμή που είναι γνωστές οι περιοχές που έχουν καεί ή καταστραφεί και έχουν αποτυπωθεί και χαρτογραφηθεί, η εφαρμογή είναι δυνατόν να τις ενσωματώνει πάνω στο διαχειριστικό σχέδιο και να επικαιροποιεί τα στοιχεία και τους χάρτες. «Κατά αυτόν τον τρόπο, το σχέδιο μπορεί να επεξεργάζεται, να μετατρέπεται ή να βελτιώνεται», υπογραμμίζει ο διευθυντής του Εργαστηρίου Τηλεσκοπικής. Για τη χρήση της εφαρμογής, υπάρχει ένα δίκτυο από δασολόγους που έχουν υπογράψει συνεργασία με το Εργαστήριο, μετά από παρότρυνση της Κεντρικής Δασικής Υπηρεσίας. Για οτιδήποτε προκύπτει, το Εργαστήριο παρέχει αποτελέσματα αναλύσεων, τα οποία, στη συνέχεια, διανέμονται τόσο στην κεντρική υπηρεσία και στα τοπικά δασαρχεία προς αξιοποίηση των στοιχείων, με στόχο όλα αυτά να ενοποιηθούν και να ενσωματωθούν και να αποτελέσουν την ετήσια στατιστική αναφορά που πρέπει να ετοιμάζει κάθε ευρωπαϊκή χώρα.
«Έχουμε πάρα πολλά παραδείγματα συνεργασίας με τοπικά δασαρχεία. Οι δασολόγοι που εργάζονται στο πεδίο, εκτός του ότι παίρνουν από εμάς το τελικό προϊόν, μας βοηθούν να βελτιώνουμε και την ακρίβεια αυτού, επειδή πηγαίνουν κατά περίπτωση τοπικά και ελέγχουν κατά πόσο είναι ακριβές αυτό που του στέλνουμε», καταλήγει ο κ. Γήτας.
Απομακρυσμένη Καταγραφή
Η εφαρμογή έχει αναπτυχθεί στο πλαίσιο του Εθνικού Παρατηρητηρίου για τις Δασικές Πυρκαγιές (ΕπαΔαΠ). Ακόμη μια ενέργεια που μπορεί να κάνει, συνδυαστικά, αφορά τις διαχειριστικές δασικές μελέτες. Πρόκειται για τον συνδυασμό του χάρτη με προηγούμενη δορυφορική εικόνα, που δίνει τη δυνατότητα πλήρους επίγνωσης σχετικά με το είδος της βλάστησης που υπήρχε εκεί και έτσι να τεθούν σε εφαρμογή διαχειριστικά μέτρα. Από τα πλεονεκτήματά της είναι η ακρίβεια των δεδομένων που παρέχει, σε ποσοστό που ξεπερνά το 99%, αλλά και ότι δεν είναι απαραίτητη η επιτόπια επίσκεψη και καταγραφή της κατεστραμμένης ή καμένης έκτασης. Αυτό σημαίνει περιορισμός εξόδων για το Δημόσιο από μετακινήσεις υπάλληλων και από χρονοβόρες διαδικασίες.