Έφυγε γρήγορα φέτος το σκόρδο

Πληρώθηκαν με 1,50 ευρώ το κιλό οι παραγωγοί στη Νέα Βύσσα

Έφυγε γρήγορα φέτος το σκόρδο

Σχετικά λιγοστό, αλλά περιζήτητο, αποδείχτηκε φέτος στην αγορά το ελληνικό σκόρδο, με τον συνδυασμό μειωμένης συγκομιδής και υψηλής ζήτησης να λειτουργεί τελικά προς όφελος της τιμής παραγωγού, η οποία, για το νωπό προϊόν της Νέας Βύσσας Έβρου –που συνιστά και το μεγαλύτερο ποσοστό της εγχώριας παραγωγής–, «κλείδωσε» στα 1,50 ευρώ το κιλό.

Το ποσό αυτό, σημαντικά υψηλότερο από τα 1,10-1,20 ευρώ το κιλό που είχαν πληρωθεί για τη σοδειά του 2014, βοήθησε να αντισταθμιστεί ως ένα βαθμό το «χάντικαπ» από τις απώλειες πληθυσμών, εξαιτίας των καταστροφικών πλημμυρών που έπληξαν την περασμένη άνοιξη την περιοχή. Ενδεχόμενη επανάληψη του περσινού σκηνικού αποτελεί τον μεγαλύτερο φόβο των καλλιεργητών, ενόψει της τρέχουσας καλλιεργητικής σεζόν που, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, φαίνεται να εξελίσσεται ομαλά, με τον καιρό να αναδεικνύεται σε πολύτιμο σύμμαχο.

Οι φυτεύσεις έχουν ολοκληρωθεί από τον Οκτώβριο και η συγκομιδή θα πραγματοποιηθεί, όπως κάθε χρόνο, τον Ιούνιο. «Το σκόρδο έχει μεγάλο βιολογικό κύκλο και προς το παρόν όλα φαίνεται να βαίνουν καλώς. Ο χειμώνας ήταν σχετικά ήπιος, όμως η μεγαλύτερη ανησυχία μας αφορά την άνοιξη, οπότε και λιώνουν τα χιόνια στα βουνά της Βουλγαρίας, τα ποτάμια κατεβάζουν πολύ νερό και πλημμυρίζει ο κάμπος», λέει στην «ΥΧ» ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Νέας Βύσσας, Αναστάσιος Γιακμολίδης.

ΜΙΚΡΟΤΕΡΕΣ ΟΙ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ, ΥΨΗΛΟΤΕΡΕΣ ΟΙ ΤΙΜΕΣ

Έφυγε γρήγορα φέτος το σκόρδοΌσα συνέβησαν την περσινή σεζόν είχαν ως αποτέλεσμα η σοδειά του 2015 να είναι μειωμένη κατά 30%-40% σε σχέση με το 2014, με τις αποδόσεις να κυμαίνονται στα 800 κιλά ξερού σκόρδου ανά στρέμμα, από 1.000 κιλά ανά στρέμμα που είναι η τυπική απόδοση μιας ικανοποιητικής χρονιάς. «Η συνολική παραγωγή μας κινήθηκε στους 600 τόνους αντί για 900 τόνους που αναμέναμε αρχικά», σημειώνει ο κ. Γιακμολίδης.

Οι τελευταίες ποσότητες έφυγαν από τις αποθήκες του συνεταιρισμού στις αρχές Φεβρουαρίου, όταν, συνήθως, αυτό συμβαίνει τον Μάρτιο. «Ιδανικά, θα θέλαμε να έχουμε μεγαλύτερους όγκους, ώστε να κρατήσουμε περισσότερες αγορές», υπογραμμίζει, ωστόσο χαρακτηρίζει καλή τη χρονιά, αφού «μετά τη συσκευασία ο συνεταιρισμός μας πούλησε με 2,50 ευρώ το κιλό, ενώ ο παραγωγός εισέπραξε 1,50 ευρώ το κιλό».

Η τιμή αυτή δεν αποδείχτηκε αρκετή, όμως, για να αυξήσει τα καλλιεργούμενα στρέμματα. Η αιτία δεν είναι άλλη από το υψηλό κόστος παραγωγής, σε συνδυασμό με το «μούδιασμα» που προκάλεσαν οι περσινές πλημμύρες αλλά και οι προωθούμενες αλλαγές στη φορολογία και το ασφαλιστικό. «Τα έξοδα κινούνται μεταξύ 1.000 και 1.200 ευρώ ανά στρέμμα, το μεγαλύτερο μέρος τους αφορά τα εργατικά, αφού συλλογή, ξήρανση και επεξεργασία γίνονται με το χέρι. Έτσι, αν κάποιος θέλει να βάλει π.χ. επιπλέον 10 στρέμματα, χρειάζεται 12.000 ευρώ. Πρόκειται για χρήματα που δε διατίθενται εύκολα στις σημερινές συνθήκες», σχολιάζει ο συνομιλητής μας.

ΑΝΟΙΓΜΑΤΑ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ

Ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Βύσσας αριθμεί 20 μέλη και διαχειρίζεται περί τα 600 στρέμματα, ενώ με την καλλιέργεια σκόρδου απασχολούνται περίπου 100 ακόμα παραγωγοί από τον οικισμό, ανεβάζοντας τις συνολικές εκτάσεις σε πάνω από 2.500 στρέμματα. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής (άνω του 80%) διατίθεται στην ελληνική αγορά, ενώ τα τελευταία χρόνια γίνεται μια αξιόλογη προσπάθεια να ενισχυθούν και οι εξαγωγές. Σύμφωνα με τον κ. Γιακμολίδη, «όλο και περισσότερες χώρες που προμηθεύονταν σκόρδα από την Κίνα, στρέφονται σιγά-σιγά στα ευρωπαϊκά και δη στα ελληνικά, συνειδητοποιώντας την ποιοτική τους υπεροχή».

Από την άλλη, σχεδόν καθολική είναι η κυριαρχία του ελληνικού σκόρδου στην εγχώρια αγορά, για όσο διάστημα τουλάχιστον υπάρχει προϊόν, κάτι που συμβαίνει συνήθως μέχρι τον Μάρτιο. Το υπόλοιπο της σεζόν, η ζήτηση καλύπτεται κυρίως από εισαγωγές (κατά 80-90% από την Κίνα και λιγότερο από Ισπανία, Αργεντινή). «Η ψηλότερη τιμή του δικού μας σκόρδου δεν είναι πρόβλημα, καθώς μιλάμε για ένα προϊόν που δεν είναι μεγάλης κατανάλωσης, επομένως δεν επιβαρύνει τόσο πολύ τον οικογενειακό προϋπολογισμό», τονίζει ο πρόεδρος του συνεταιρισμού.

ΒΡΗΚΕ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΤΗΣ Η ΟΜΑΔΑ ΣΤΟΝ ΚΑΜΠΟ

Έφυγε γρήγορα φέτος το σκόρδοΜε ψυχραιμία αντιμετώπισαν τις περσινές πλημμύρες οι καλλιεργητές σκόρδου στον Πλατύκαμπο Λάρισας, όπου από το 2013 έχει ιδρυθεί μια νέα ομάδα παραγωγών, κάτω από την ομπρέλα του ιδιαίτερα δραστήριου συνεταιρισμού ΘΕΣΓΗ. Φέτος, σπάρθηκαν περί τα 150 στρέμματα από έξι παραγωγούς, ενώ του χρόνου αναμένεται ο αριθμός τους να αυξηθεί στους 15, όπως λέει στην «ΥΧ» ο υπεύθυνος της ομάδας, Στέφανος Ζαχαρούλας. «Θεωρούμε ότι είναι ένα παραδοσιακό προϊόν με προοπτική. Έχει, βέβαια, αρκετά μυστικά, όμως πιστεύουμε ότι έχουμε μάθει πλέον την καλλιέργεια, έχοντας τη στήριξη του συνεταιρισμού της Νέας Βύσσας, μέσω του οποίου έγινε και η διάθεση της σοδειάς», εξηγεί.

Το λευκό σκόρδο δείχνει να έχει εγκλιματιστεί για τα καλά στον θεσσαλικό κάμπο, ενώ οι υψηλότερες –σε σχέση με τον Έβρο– θερμοκρασίες, καθιστούν μεν αναγκαία τα περισσότερα ποτίσματα (από 5 έως 7 συνολικά, σύμφωνα με τον ίδιο), ταυτόχρονα όμως δρουν ευεργετικά στις αποδόσεις, οι οποίες την περσινή σεζόν «έπιασαν» τα 980 κιλά ανά στρέμμα, με αποτέλεσμα η συνολική παραγωγή της ομάδας να φτάσει τους 130 τόνους. Σύμφωνα με τον κ. Ζαχαρούλα, υπάρχει έντονο ενδιαφέρον των ντόπιων καλλιεργητών για το σκόρδο, ενώ στα σχέδια της ομάδας είναι μακροπρόθεσμα και η διάθεση επώνυμου προϊόντος.

ΕΜΠΟΔΙΟ ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ, ΟΠΛΟ Η ΑΝΤΟΧΗ

Το μεγαλύτερο «εμπόδιο» για την ενασχόληση με το σκόρδο έχει να κάνει με το κοστολόγιο, το οποίο, όπως προαναφέραμε, μπορεί να αγγίξει και τα 1.200 ευρώ ανά στρέμμα. Πρόκειται για μια υπαίθρια καλλιέργεια, κάτι που σημαίνει ότι είναι εκτεθειμένη στις καιρικές αντιξοότητες, όπως την υπερβολική υγρασία, τον παγετό, τις χαλαζοπτώσεις και τους μύκητες. Στους «εχθρούς» του συγκαταλέγονται οι νηματώδεις σκώληκες, ο περονόσπορος, η σκωρίαση κ.ά. Από την άλλη, το λευκό σκόρδο, που καλλιεργείται στη Νέα Βύσσα, εκτός από την πλούσια γεύση και το μεγάλο μέγεθος, παρουσιάζει εξαιρετική αντοχή στον χρόνο (έως επτά μήνες).

Γιάννης Τσατσάκης