Βάση για την καλλιέργεια και άλλων κηπευτικών το μαρούλι

Τη βάση καλλιέργειας λαχανικών αποτελεί –σύμφωνα με το ρεπορτάζ της «ΥΧ»- η καλλιέργεια μαρουλιού, η οποία χαρακτηρίζεται από τους παραγωγούς ως «εύκολη και σύντομου κύκλου». Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα οι περισσότεροι καλλιεργητές να επιλέγουν το προϊόν αυτό σαν συμπληρωματική καλλιέργεια, είτε σε εναλλαγή με άλλα φυλλώδη λαχανικά, είτε στα κενά διαστήματα της κύριας καλλιέργειας.

Βάση για την καλλιέργεια και άλλων κηπευτικών το μαρούλι

Στη χώρα μας, αν και είμαστε αυτάρκεις το μεγαλύτερο διάστημα, δεν αποφεύγουμε τις εισαγωγές από Ιταλία και Βουλγαρία σε περιόδους που η παραγωγή σημειώνει κάμψη (στα μεσοδιαστήματα των φυτεύσεων). Στα θετικά της καλλιέργειας προσμετράται το γεγονός ότι δεν απαιτούνται μεγάλες εκτάσεις για αυτήν, αφού –όπως μας εξηγούν- σε δύο στρέμματα μπορείς να καλλιεργήσεις περίπου 15.000 μαρούλια.

Ο Μανώλης Χωριανόπουλος, παραγωγός και γεωπόνος από τον Μαραθώνα, μας ανέφερε σχετικά: «Μαζί με το μαρούλι (κατηγορία Romana) καλλιεργούμε και άλλα κηπευτικά. Αυτό που θα πρέπει να πούμε είναι ότι το συγκεκριμένο προϊόν αποτελεί ουσιαστικά τη βάση για την καλλιέργεια και άλλων κηπευτικών, όπως άνηθο, μαϊντανό, ρόκα, φρέσκα κρεμμυδάκια κ.α. Το κοστολόγιό του είναι χαμηλό (5 – 7 λεπτά το μαρούλι)».
Και συμπληρώνει: «Κατά μέσο όρο φυτεύουμε 15.000 μαρούλια (2 στρ.) κάθε 15 ημέρες περίπου. Η συγκομιδή γίνεται μετά από 45 έως 60 ημέρες. Έχουμε, λοιπόν, μαρούλι όλο τον χρόνο. Ο μεγαλύτερος όγκος της παραγωγής καταναλώνεται τον χειμώνα. Είναι εύκολο στην καλλιέργεια, αλλά δεν είναι προϊόν στο οποίο θα στηριχθεί κάποιος για να ξεκινήσει την αγροτική παραγωγή. Πρέπει να συνδυάζεται με άλλα λαχανικά».

Από την πλευρά του, ο παραγωγός από την Πρέβεζα, Γιάννης Σολδάτος, τονίζει στην «ΥΧ»: «Στην ευρύτερη περιοχή, τα τελευταία χρόνια η καλλιέργεια έχει μειωθεί, παρά το γεγονός ότι παλαιότερα αποτελούσε βασική καλλιέργεια στα κηπευτικά. Εκτός από τις χαμηλές τιμές, ένας ακόμα λόγος της μείωσης είναι ότι έχουν αναπτυχθεί μεγάλες καλλιέργειες σε άλλες περιοχές που τροφοδοτούν τόσο την αγορά Ιωαννίνων όσο και των νησιών του Ιονίου, τις οποίες τροφοδοτούσαμε εμείς».

Τέλος, η παραγωγός από τα Ιωάννινα, Ελπίδα Κιτσάκη, μας εξηγεί: «Το μεγάλο πρόβλημα των τελευταίων ετών έγκειται στο γεγονός ότι χάνουμε σημαντικό όγκο της παραγωγής από το σάπισμα. Η παραγωγή μας καλύπτει τις ανάγκες της αγοράς των Ιωαννίνων. Για να αποκτήσει υπεραξία το μαρούλι θα πρέπει να περάσουμε στην τυποποίηση και το θετικό είναι ότι δεν είναι δύσκολη καλλιέργεια με την έννοια ότι δεν απαιτούνται πολλές εργατοώρες».

Βάση για την καλλιέργεια και άλλων κηπευτικών το μαρούλι

Τεχνικές και συντήρηση

Στη χώρα μας η σπορά γίνεται με το χέρι πεταχτά, με ποσότητες σπόρου γύρω στα 100-200 γραμμάρια/στρέμμα. Μετά την εμφάνιση των πρώτων πραγματικών φύλλων, το αραίωμα των φυτών είναι απαραίτητο ώστε να επιτυγχάνεται ομοιομορφία στην παραγωγή.
Η χρησιμοποίηση μηχανών σποράς ακριβείας και η εφαρμογή της νέας τεχνολογίας του σπόρου (κουφετοποίηση, προφύτρωμα, ελεγχόμενη ενυδάτωση) έχει βελτιώσει σημαντικά τη βλαστικότητα του σπόρου, με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτή η ομοιομορφία της παραγωγής με την απευθείας σπορά. Αυτά έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση της ποσότητας του σπόρου στα 30-60 γραμμάρια/στρέμμα και την εξάλειψη της απαραίτητης για αραίωμα.

Το προϊόν, αμέσως μετά τη συγκομιδή και τη συσκευασία, ψύχεται σε μεγάλα ψυγεία κενού, ώστε να πραγματοποιείται η διαδικασία ψύξης όσο το δυνατόν πιο σύντομα στη θερμοκρασία 1oC και να εξασφαλίζεται η διατήρηση της ποιότητας του προϊόντος.

Η δε μεταφορά στους τόπους κατανάλωσης, γίνεται πάλι με αυτοκίνητα – ψυγεία. Το μαρούλι είναι πολύ ευπαθές λαχανικό, αποτέλεσμα της υψηλής περιεκτικότητάς του σε νερό, και δεν διατηρείται για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά τη συγκομιδή. Η υποβάθμιση της ποιότητας αυξάνεται με την αύξηση της θερμοκρασίας αποθήκευσης. Διατηρεί την ποιότητά του καλή για 10-14 ημέρες σε θερμοκρασία αποθήκευσης 1oC και 95-97% σχετική υγρασία.

Έντομα εδάφους

νηματώδεις, αφίδες, ιοί και μύκητες προσβάλλουν την καλλιέργεια. Σοβαρές ζημιές μπορεί να προκαλέσουν διάφοροι μύκητες, μεταξύ των οποίων οι σημαντικότεροι είναι ο περονόσπορος (Bremia lactucue), η σκλεροτίνια (Sclerotinia sclerotorium) η ριζοκτόνια (Rizoctonia solani), η ανθράκωση (Marssoninia panattoniana) κ.α.

1Το μαρούλι χαρακτηρίζεται

από την υψηλή περιεκτικότητα σε νερό (94-96%). Σε σύγκριση με άλλα λαχανικά, είναι πηγή ασβεστίου, σιδήρου και βιταμίνης Α, ενώ έχει χαμηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη, ασκορβικό οξύ, θειαμίνη, ριβοφλαβίνη και νιασίνη.
Με βάση την περιεκτικότητα σε βιταμίνες και ανόργανα άλατα, το μαρούλι κατατάσσεται στην 26η θέση μεταξύ όλων των φρούτων και των λαχανικών.

2Στη χώρα μας

στις υπαίθριες καλλιέργειες η απόδοση κυμαίνεται στο εύρος των 1.000-3.000 κιλών/στρέμμα και επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, μεταξύ των οποίων οι κυριότεροι είναι η εποχή καλλιέργειας και ο τρόπος εγκατάστασης.

Η συγκομιδή

γίνεται όταν τα φυτά αποκτήσουν εμπορεύσιμο μέγεθος, ανάλογα με τον τύπο του μαρουλιού και την ποικιλία. Η συγκομιδή γίνεται 2-4 μήνες μετά τη σπορά και εξαρτάται σημαντικά από τις συνθήκες, την εποχή καλλιέργειας, την καλλιεργητική τεχνική (υπαίθριες ή θερμοκηπιακές καλλιέργειες, καλλιέργεια εκτός εδάφους) και την ποικιλία.