Ο κύκλος της χαμένης βιοποικιλότητας

γράφει ο Νίκος Λάππας

Οι παραδοσιακοί κτηνοτρόφοι γνώριζαν ότι τα ζώα ελευθέρας βοσκής στην πλούσια ελληνική χλωρίδα, είναι πιο υγιή. Οι καταναλωτές γνώριζαν ότι τα ζώα αυτά παράγουν πιο εύγεστα και αγνά προϊόντα.

Αυτό το γνώρισε και η επιστήμη. Η απαγόρευση της χρήσης αυξητικών ορμονών πριν λίγα χρόνια και η αναζήτηση φυσικών υποκατάστατων, οδήγησε στην εξής αποκάλυψη: Αρωματικά φυτά όπως το δεντρολίβανο, το θυμάρι, η ρίγανη, ο γλυκάνισος, το μάραθο, περιέχουν δραστικές ουσίες που αποτελούν φυσικές αυξητικές ορμόνες και αυξάνουν το βάρος του ζώου, ενώ παράλληλα έχουν αντισηπτικές, αντιμικροβιακές, αντιοξειδωτικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες.

Έτσι, μερικές από τις μεγαλύτερες και πιο καινοτόμες διεθνείς επιχειρήσεις άρχισαν να παράγουν πρόσθετα ζωοτροφών, ιδιαίτερα υψηλής προστιθέμενης αξίας. Το προϊόντα αυτά εισάγονται και πωλούνται πλέον και στην Ελλάδα, σε ιδιαίτερα υψηλές τιμές, για την παραγωγή προϊόντων «ιδιαίτερα υψηλής θρεπτικής αξίας».
Πού είναι το παράδοξο;

Η Ελλάδα εξάγει αρωματικά φυτά σε χαμηλές τιμές για τις δραστικές ουσίες που περιέχουν. Από αυτές τις δραστικές ουσίες και αιθέρια έλαια, παράγονται ακριβά πρόσθετα ζωοτροφών, κάποια από τα οποία χρησιμοποιούνται και από Έλληνες κτηνοτρόφους.
Έτσι, αρχίζει να θεωρείται επιχειρηματική καινοτομία η προβολή της χρησιμοποίησης των ακριβών αυτών πρόσθετων, παρά ο εκτατικός χαρακτήρας μεγάλου μέρους της Ελληνικής κτηνοτροφίας.