Πετρέλαιο, δολάριο και μειωμένη ζήτηση οδήγησαν σε κατάρρευση τα εμπορεύματα

ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΠΗΡΑΝ ΤΗΝ ΚΑΤΗΦΟΡΑ

Πετρέλαιο, δολάριο και μειωμένη ζήτηση οδήγησαν σε κατάρρευση τα εμπορεύματα

H χρονιά που αποχαιρετήσαμε σίγουρα δεν ήταν η καλύτερη για τα αγροτικά εμπορεύματα. Για την ακρίβεια, ήταν από τις χειρότερες της τελευταίας δεκαετίας, με τις χρηματιστηριακές αλλά -στις περισσότερες των περιπτώσεων- και τις πραγματικές τιμές, αυτές δηλαδή που εισπράττουν οι παραγωγοί, να συμπαρασύρονται από την κατηφορική πορεία που ακολούθησε σύσσωμος ο κλάδος των εμπορευμάτων.

Οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί: O σταθμισμένος δείκτης του Bloomberg (BCOM), με τις τιμές όλων των εμπορευμάτων, βρέθηκε στα τέλη Νοεμβρίου στην περιοχή των 85 μονάδων, σχεδόν 66% χαμηλότερα, ή, για να το πούμε αλλιώς, κοντά στο 1/3 των υψηλών του 2007 (240 μονάδες).

Για να έχουμε ένα ακόμα μέτρο σύγκρισης, αρκεί να πούμε ότι αντίστοιχη επίδοση είχε να καταγραφεί από το 1999, δηλαδή από τον… προηγούμενο αιώνα. Σε ετήσια βάση, σύμφωνα με το σχετικό δείκτη της Standard & Poor’s (S&P GSCI), οι απώλειες των εμπορευμάτων ξεπέρασαν το 20%. Το πετρέλαιο αποτελεί την πλέον χαρακτηριστική περίπτωση, με το αργό να χάνει μέσα σε 18 μήνες το 68% της αξίας του, πέφτοντας πρόσφατα ακόμα και κάτω από τα 34,50 δολάρια το βαρέλι.

Τα γεωργικά προϊόντα δεν ξέφυγαν από το παραπάνω μοτίβο: Αρκεί να πούμε ότι ο δείκτης αγροτικών εμπορευμάτων της S&P υποχώρησε, από τις 662,22 μονάδες της 21ης Δεκεμβρίου 2014, στις 456,54 μονάδες, την Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2015, δηλαδή 18,92% χαμηλότερα.

Τα τρία «βαρίδια»

Αναζητώντας τις αιτίες της πτώσης στις τιμές των εμπορευμάτων το 2015 (σ.σ. ορισμένοι μιλούν ακόμα και για «κατάρρευση»), πρέπει να σταθούμε σε τρεις κυρίως παράγοντες:

-Την άνοδο του δολαρίου: Η ισχυροποίηση του αμερικανικού νομίσματος και, την ίδια στιγμή, οι υποτιμήσεις, στις οποίες προχώρησαν πολλές μεγάλες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη (σ.σ. με μια διασταλτική ερμηνεία, ως έμμεση υποτίμηση μπορεί να ειδωθεί και η ποσοτική χαλάρωση που υλοποιεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα), αποδυναμώνουν τις τιμές των εμπορευμάτων, τα οποία ως επί το πλείστον διαπραγματεύονται σε δολαριακές τιμές και μειώνουν την αγοραστική δύναμη όσων τα αγοράζουν παγκοσμίως.

-Η εξάρτηση των εμπορευμάτων από το πετρέλαιο: Οι τιμές των περισσότερων εμπορευμάτων συνδέονται, άμεσα ή έμμεσα, με εκείνες του πετρελαίου. Καταρχήν, γιατί αυτό αποτελεί μια από τις σημαντικότερες μεταβλητές κόστους, άρα όταν υποχωρεί το πετρέλαιο, μειώνεται και το κόστος παραγωγής και επομένως και η τιμή των εμπορευματικών προϊόντων.

Βεβαίως, εδώ θα μπορούσε να πει κανείς ότι έχουμε να κάνουμε με ένα είδος αυτοτροφοδοτούμενου κύκλου, καθώς το πετρέλαιο ούτως ή άλλως ανήκει στα εμπορεύματα. Επιπλέον, η θεωρία αυτή δεν εξηγεί την πτώση του ίδιου του πετρελαίου.

Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι, όταν μιλάμε για χρηματιστηριακές τιμές, αυτές καθορίζονται κυρίως από τις κινήσεις των επενδυτικών κεφαλαίων. Τα εν λόγω κεφάλαια επενδύουν συνήθως σε ένα «καλάθι» προϊόντων με μεγαλύτερη ή μικρότερη, ανάλογα με την περίπτωση, έκθεση στα τρόφιμα, τα χημικά και τα μέταλλα. Άρα, όταν ένα επενδυτικό κεφάλαιο αποφασίσει να αποσυρθεί, ως ένα βαθμό έστω, από τα εμπορεύματα, τότε συμπαρασύρει ολόκληρο το «καλάθι».

-Η τρίτη παράμετρος αφορά τον θεμελιώδη νόμο της προσφοράς και της ζήτησης, που κινεί κάθε αγορά. Κι ενώ στην προσφορά δεν είχαμε φέτος κάποια σημαντική επί τω χείρω μεταβολή (τουναντίον, μάλλον για αύξηση μιλάμε), η ζήτηση παραμένει ασθενής.

Η παγκόσμια οικονομία δεν έχει συνέλθει ακόμα από το σοκ της κρίσης, οι ρυθμοί ανάπτυξης της Κίνας -από την οποία εξαρτάται κατά κύριο λόγο το παγκόσμιο ΑΕΠ- επιβραδύνονται, ενώ τα μηνύματα που έρχονται από την Αγγλία, τις ΗΠΑ ακόμα και τη Γερμανία δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά και σε καμιά περίπτωση δεν αρκούν για να καλύψουν το κενό το οποίο αφήνει το Πεκίνο.

Τα αγροτικά προϊόντα υποτίθεται ότι διαφέρουν…

Αν και υπάρχει άμεση συσχέτιση, θα ήταν λάθος να βάλει κανείς τα γεωργοκτηνοτροφικά προϊόντα στο ίδιο τσουβάλι με τα υπόλοιπα εμπορεύματα. Κυρίως γιατί, σε αντίθεση π.χ. με κάποια μέταλλα, εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα είδος πρώτης ανάγκης (διατροφή) που απευθύνεται σε έναν παγκόσμιο πληθυσμό που ολοένα αυξάνεται.

Γι’ αυτό και ορισμένοι αναλυτές δυσκολεύονται να βρουν επαρκείς λόγους για την αποκλιμάκωση των τιμών τους. «Είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς την πτώση των αγροτικών εμπορευμάτων» σημείωνε ο αρθογράφος του Bloomberg, Leonid Bershidsky και πρόσθετε: «O αυξανόμενος παγκόσμιος πληθυσμός παρέχει άφθονη ζήτηση. Ούτε υπάρχει καμία σημαντική τεχνολογική αναστάτωση.

Το 2011, το Τμήμα Οικονομικής και Κοινωνικής Πολιτικής των Ηνωμένων Εθνών προέβλεψε ότι οι πραγματικές τιμές των σιτηρών και του κρέατος θα αυξηθούν κατά 20% έως 30% κατά την επόμενη δεκαετία. Εάν η πτωτική τάση συνεχιστεί, το φθηνότερο πετρέλαιο -το οποίο μειώνει το κόστος παραγωγής- θα είναι η μόνη λογική εξήγηση».

Γιάννης Τσατσάκης