Τα ακριβότερα καύσιμα στην Ευρώπη, πληρώνει ο Έλληνας αγρότης

Πριν 10 χρόνια, η Ελλάδα ήταν στην 6η θέση της Ευρώπη. Η ελληνική γεωργία κατανάλωνε ενέργεια που ισοδυναμούσε με 1.254 χιλιάδες τόνους πετρελαίου. Αντίθετα, το 2013, κατανάλωσε 293 χιλιάδες τόνους και βρίσκεται πλέον στην 16η θέση.

ta-akrivotera-kausima-plironei-o-ellinas-agrotis

Εφιάλτη αποτελούν οι τιμές των καυσίμων για τον Έλληνα αγρότη, ο οποίος υποχρεώνεται να πληρώνει τις ακριβότερες τιμές από τους συναδέλφους του σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, προκειμένου να πετύχει μια αξιοπρεπή και ανταγωνιστική παραγωγή. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποιεί η «ΥΧ», η Ελλάδα διαθέτει το πιο ακριβό καύσιμο κίνησης, αλλά και το πιο ακριβό ντίζελ, από αγροτικά «ισοδύναμες» χώρες, όπως η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Βουλγαρία και η Ρουμανία.

Αναμφισβήτητα οι Έλληνες αγρότες επωμίζονται ένα ακόμη βαρύ φορτίο, το οποίο αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στις φιλότιμες προσπάθειες που καταβάλλουν για να αυξήσουν αλλά και να βελτιώσουν την παραγωγή τους. Κι αυτό, διότι ουδείς μπορεί να διαφωνήσει ως προς το ότι η ενέργεια και τα λιπαντικά κατέχουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του κόστους παραγωγής. Το 22% περίπου της αξίας της ενδιάμεσης κατανάλωσης, των αγροτικών εισροών, αφορά την άμεση χρήση ενέργειας. Στο ποσοστό αυτό δεν συμπεριλαμβάνεται η έμμεση κατανάλωση ενέργειας του αγροτικού τομέα, που χρησιμοποιείται για την παραγωγή άλλων ενεργοβόρων εισροών, όπως τα λιπάσματα.

Η σημασία της ενέργειας στη διαμόρφωση του κόστους παραγωγής διαφέρει σημαντικά από κλάδο σε κλάδο, αλλά και από χώρα σε χώρα. Στην ΕΕ, για παράδειγμα, η συμβολή της ενέργειας στη διαμόρφωση του κόστους παραγωγής κυμαίνεται από 10% στη Δανία, έως 25% περίπου στη Βουλγαρία. Σε γενικές γραμμές, ωστόσο, ο αγροτικός τομέας θεωρείται τομέας υψηλών ενεργειακών αναγκών.

Διαφοροποιήσεις επίσης παρατηρούνται ως προς τη σύνθεση των τύπων ενέργειας που χρησιμοποιούνται. Με βάση τα πορίσματα ευρωπαϊκής έρευνας, το 73% περίπου της ενέργειας που καταναλώνεται στην ελληνική γεωργία αφορά καύσιμα κίνησης και λιπαντικά, το 18% ηλεκτρική ενέργεια και το 9% περίπου καύσιμα θέρμανσης. Να τονιστεί ότι τα καύσιμα κίνησης και τα λιπαντικά αποτελούν την κύρια μορφή ενέργειας και στην υπόλοιπη ΕΕ.

Η δομή της αγοράς

Τη δεκαετία του 1990, η Ευρωπαϊκή Ένωση άρχισε να εφαρμόζει πολιτικές σταδιακής απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας. Η αγορά διαχωρίστηκε στο ανταγωνιστικό τμήμα, που αφορά για παράδειγμα την παραγωγή και προσφορά ενέργειας, και το μη ανταγωνιστικό, που αφορά τη λειτουργία δικτύων.
Στην Ελλάδα υφίσταται ιδιαίτερα υψηλή συγκέντρωση των επιχειρήσεων όλων των τύπων ενέργειας -δηλαδή των καυσίμων, της ηλεκτρικής, αλλά και του φυσικού αερίου. Το κόστος που διαμορφώνεται από τις εταιρείες παραγωγής καυσίμων αλλά και λιπαντικών είναι υψηλότερο από το αντίστοιχο πολλών άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Ωστόσο, είναι η φορολόγηση των καυσίμων την περίοδο της κρίσης που έχει δημιουργήσει ανυπέρβλητα προβλήματα.

Επιπτώσεις στο κόστος παραγωγής

Από την έναρξη της οικονομικής κρίσης, επήλθε μια πλήρης ανατροπή των όσων ίσχυαν για τη χρήση και το κόστος ενέργειας.
Πριν 10 χρόνια, η Ελλάδα ήταν στην 6η θέση της Ευρώπη, με κριτήριο τη συνολική κατανάλωση ενέργειας σε ισοδύναμα πετρελαίου. Πιο συγκεκριμένα, η ελληνική γεωργία κατανάλωνε ενέργεια που ισοδυναμούσε με 1.254 χιλιάδες τόνους πετρελαίου. Αντίθετα, το 2013, κατανάλωσε 293 χιλιάδες τόνους και βρίσκεται πλέον στην 16η θέση. Αυτή η τεράστια μείωση του όγκου χρησιμοποιούμενης ενέργειας δεν συνοδεύτηκε από αντίστοιχη μείωση στο κόστος παραγωγής. Η μεγάλη αύξηση τιμών που μεσολάβησε, τις οποίες καταβάλλει ο αγρότης, δημιούργησαν ένα νέο δεδομένο: Ενώ η χρησιμοποιούμενη ενέργεια μειώνεται, η συμβολή της στο κόστος παραγωγής ενισχύεται.

Στο παρακάτω διάγραμμα φαίνεται το κόστος που κατέβαλε ο αγρότης για την προμήθεια διαφόρων τύπων ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση το έτος 2014.

Ο Έλληνας αγρότης πλήρωσε με διαφορά την πιο υψηλή τιμή της Ευρώπης στα καύσιμα κίνησης, δηλαδή στη βασική μορφή ενέργειας που χρησιμοποιεί. Επιπλέον, κατέβαλε την υψηλότερη τιμή της Ευρώπης στα καύσιμα ντίζελ και τη δεύτερη υψηλότερη (μετά τη Βουλγαρία) στην κατηγορία αέριο θέρμανσης. Αισθητή διαφορά υπάρχει μόνο στο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας. Αν και την περίοδο 2010-2014 το κόστος του αγροτικού ηλεκτρικού ρεύματος σχεδόν διπλασιάστηκε, από τα 4,43 στα 8,04 ευρώ/100kwh, η τιμή του παραμένει χαμηλή σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Η εξέλιξη αυτή έχει εμφανείς παραγωγικές επιπτώσεις. Ο βαθμός άρδευσης, που συχνά απαιτεί υψηλή κατανάλωση καυσίμων, περιορίζεται. Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις των πιο εντατικών προϊόντων, όπως για παράδειγμα των βιομηχανικών φυτών, μειώνονται και τη θέση τους παίρνουν τα πιο εκτατικά σιτηρά, για παράδειγμα. Συχνά, καλλιεργητικές φροντίδες υποβαθμίζονται.

Τους τελευταίους μήνες, παρατηρείται μια αποκλιμάκωση των τιμών, που σχετίζεται με την πτώση της διεθνούς τιμής του πετρελαίου. Αξίζει, ωστόσο, να σημειωθεί, ότι οι μειώσεις αυτές, τόσο στα καύσιμα όσο και στα λιπαντικά, υπολείπονται σημαντικά των μειώσεων των διεθνών τιμών και περνούν στην αγορά με μεγάλη χρονική υστέρηση. Σε κάθε περίπτωση, οι μειώσεις αυτές, αν παραμείνουν, θα αντισταθμιστούν άμεσα από την κατάργηση της επιστροφής του ΕΦΚ καυσίμων.

Τα ακριβότερα καύσιμα στην Ευρώπη, πληρώνει ο Έλληνας αγρότης

Η μεγάλη μείωση του όγκου της χρησιμοποιούμενης ενέργειας και η αύξηση του κόστους αυτής που τελικά χρησιμοποιείται, είναι ένας ακόμη δείκτης της φθίνουσας παραγωγικότητας του αγροτικού τομέα και της απώλειας του δυναμισμού του.

Χάνονται οριστικά 160 εκάτ. ευρώ

Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης του πετρελαίου θα αυξηθεί από τα 66 ευρώ στα 200 ευρώ ανά χιλιόλιτρο

Η επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης Kαυσίμων αποτέλεσε έναν έμμεσο τρόπο στήριξης της συνέχισης της αγροτικής παραγωγής. Κάθε χρόνο, 160 περίπου εκατομμύρια ευρώ καταβάλλονται στους αγρότες μέσω της επιστροφής του ΕΦΚ πετρελαίου.

Με την πρόσφατη ψήφιση των προαπαιτούμενων, ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης του πετρελαίου θα αυξηθεί από τα 66 ευρώ στα 200 ευρώ ανά χιλιόλιτρο. Το μέτρο έχει αναδρομική ισχύ, από την 1-10-2015 έως 30-09-2016, ενώ ακολουθεί η πλήρης κατάργηση και εξίσωση του φόρου με εκείνον του πετρελαίου που χρησιμοποιούν οι υπόλοιποι επαγγελματίες.

Τα 160 εκατομμύρια περίπου ευρώ, που επιστρέφονταν στους αγρότες, κάλυπταν μέρος του υψηλού κόστους παραγωγής, των ακριβών ζωοτροφών, φαρμάκων, λιπασμάτων, αλλά και ενέργειας και λιπαντικών. Δεν είναι τυχαίο ότι συχνά, κατά τη διάρκεια διαβουλεύσεων αγροτών και κυβερνήσεων ή πολιτικών δυνάμεων, οι πρώτοι ζητούσαν και οι δεύτεροι υπόσχονταν περαιτέρω αύξηση της επιστροφής του ΕΦΚ πετρελαίου, ώστε να μειωθεί το υψηλό κόστος παραγωγής.

Αν δεχθούμε ότι η κατάργηση αυτής της στήριξης ήταν αναπόφευκτη, πρέπει επίσης να δεχθούμε και μια άλλη αναγκαιότητα: Ας ληφθούν, επιτέλους, κάποια μέτρα, ώστε να μειωθεί άμεσα και δραστικά το μεγάλο κόστος των αγροτικών εφοδίων που αντιμετωπίζει ο Έλληνας αγρότης.