Νέο τοπίο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση – προβληματισμοί και προκλήσεις

Νέο τοπίο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση - προβληματισμοί και προκλήσεις

Οι πρόσφατες μεταβολές στο τοπίο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με τις απορροφήσεις των ΤΕΙ από τα Πανεπιστήμια, επέφεραν σημαντικές αλλαγές στο χώρο, δημιούργησαν μεγάλες προσδοκίες αλλά το αποτέλεσμα των εισαγωγικών εξετάσεων θα καταγράψει τα υπέρ και τα κατά των  μεταρρυθμίσεων, όπως αυτές υλοποιήθηκαν με αποκλειστική ευθύνη του απελθόντος υπουργού κ. Γαβρόγλου, μιας στενής ομάδας συνεργατών του και σε καμία περίπτωση του συνόλου των Πανεπιστημιακών λειτουργών, οι περισσότεροι από τους οποίους εξέφρασαν σοβαρότατες αντιρρήσεις για τον τρόπο υλοποίησης των συγχωνεύσεων.

Οι ακαδημαϊκοί λειτουργοί των ΤΕΙ στην ουσία αποκλείστηκαν από κάθε διαδικασία ουσιαστικού διαλόγου, εκτός αν συμφωνούσαν τυφλά με τις επιλογές της ηγεσίας του Υπουργείου.

Έτσι ενώ:

Κεντρικός στόχος ήταν η βελτίωση του επιπέδου εκπαίδευσης και έρευνας και η καλύτερη αξιοποίηση του διαθέσιμου ανθρώπινου κεφαλαίου και των διαθέσιμων υποδομών σε επιστημονικά πεδία τα οποία θα συμβάλουν στην ανάπτυξη και στον παραγωγικό εκσυγχρονισμό της περιφέρειας και της χώρας και για τα οποία δημιουργούνται ευνοϊκές ευκαιρίες επαγγελματικής αποκατάστασης στους πτυχιούχους, τα αποτελέσματα ελάχιστα κινήθηκαν προς την κατεύθυνση αυτή. Το παράδειγμα της συνένωσης του Πανεπιστημίου με το ΤΕΙ Θεσσαλίας είναι χαρακτηριστικό του τρόπου με τον οποίο πραγματοποιήθηκαν οι συνενώσεις:

Υιοθετήθηκαν πλήρως οι θέσεις της ηγεσίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (προνομιακός συνομιλητής του Υπουργού), χωρίς να δεχθούν κριτική από κανένα άλλο φορέα.

Αγνοήθηκαν τελείως οι προτάσεις του ΤΕΙ Θεσσαλίας. Οι προτάσεις με ομόφωνες αποφάσεις της τότε Συγκλήτου του Ιδρύματος, πρότειναν την εκμετάλλευση όλων των συγκριτικών πλεονεκτημάτων του ΤΕΙ Θεσσαλίας, ώστε το αποτέλεσμα της συνένωσης να δημιουργεί ασφαλείς προϋποθέσεις δημιουργίας ενός μεγάλου Πανεπιστημίου, όχι στα χαρτιά αλλά στην πράξη.

Συγκεκριμένα:

  • Προτάθηκε η δημιουργία μιας μεγάλης Γεωπονικής Σχολής στη Λάρισα με μεταφορά στη Λάρισα των 2 Τμημάτων που ήδη λειτουργούσαν στο Βόλο και δημιουργία και άλλων Τμημάτων συναφών προς τη Γεωπονική Επιστήμη, δεδομένων των τεράστιων υποδομών που διατίθενται εκεί (1.500 στρέμματα, που είναι τα μισά από το συνολικό ενιαίο κληροδότημα των 3.000 στρεμμάτων της Αβερωφείου Γεωργικής Σχολής, με την οποία γειτνιάζουν), με εργαστήρια, εξοπλισμούς εκατομμυρίων και κτιριακές υποδομές. Με τον τρόπο αυτό το νέο Πανεπιστήμιο θα αποκτούσε σύντομα έναν ισχυρότατο ερευνητικό και εκπαιδευτικό πόλο με έδρα τη Λάρισα, όπως ακριβώς συνέβη και με τον Ιατρικό τομέα και με πόλο το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο. Ο κ. Υπουργός παρ’ ότι ακαδημαϊκός, επέλεξε αμφισβητούμενη λύση, διατηρώντας αυτά τα δύο Γεωπονικά τμήματα στο Βόλο και δημιουργώντας δύο νέα τμήματα στη Λάρισα με προγράμματα σπουδών που ειδικά για το ένα τμήμα, είναι συζητήσιμο ως προς την ποιότητα της εκπαίδευσης που θα παρέχει, μιας και αμφισβητείται απ’όλους, το κατά πόσο είναι κοντά στην επιστήμη της Γεωπονίας (σύμφωνα πάντα με το πρόγραμμα σπουδών που του επιβλήθηκε). Ενώ με όλη αυτή την μεθόδευση, επιχειρείται και στραγγαλισμός στις τεράστιες δυνατότητες για έρευνα που μπορούσαν και μπορούν να παράξουν. Σε κάθε περίπτωση θα αξιολογηθούν σε πρώτη φάση από τις προτιμήσεις των υποψηφίων.
  • Προτάθηκε η δημιουργία 2 Τμημάτων επιπέδου Πολυτεχνείου, στη θέση των παλαιών Τμημάτων Μηχανικών που λειτουργούσαν στο ΤΕΙ με δεδομένα τον μεγάλο αριθμό Μηχανικών, και όχι μόνο, που απασχολούνταν σ’ αυτά αλλά και των μεγάλων κτιριακών και εργαστηριακών υποδομών που διατίθενται στη Λάρισα. Ο κ. Υπουργός υιοθέτησε αντί αυτού 2 Τμήματα τετραετούς φοίτησης που δεν είναι Τμήματα Μηχανικών, με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει για τις προτιμήσεις των υποψηφίων και το επίπεδο και την ποιότητα των επιτυχόντων (Τμήματα χαμηλής προτίμησης). Πρέπει να σημειωθεί ότι η περίπτωση της Θεσσαλίας είναι μοναδική, καθ’ όσον σε όλες τις άλλες συνενώσεις ανά την Ελλάδα, τα παλαιά Τμήματα Μηχανικών των ΤΕΙ (4ετούς φοίτησης) έχουν μετατραπεί σε Πολυτεχνικά Τμήματα πενταετούς φοίτησης.

Συμπερασματικά μπορεί να λεχθεί ότι και η τελευταία μεταρρύθμιση, όπως άλλωστε και όλες οι προηγούμενες, χαρακτηρίστηκαν από μεγάλο βαθμό προχειρότητας. Το αποτέλεσμα κάθε φορά είναι να επιδιώκονται εκ των υστέρων διορθωτικές κινήσεις, με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει για τη γρήγορη και αποτελεσματική εξέλιξη του Πανεπιστημίου προς ένα φορέα που θα συμβάλλει στην ακαδημαϊκή και ερευνητική διάκρισή του, την αναδιοργάνωση της χώρας και την οικονομική ευημερία.

Για την περίπτωση του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, οι λάθος επιλογές ως προς τη λειτουργία των Τμημάτων και της Σχολής Γεωπονίας, δεν συμβάλλουν στην υγιή ανάπτυξη του Ιδρύματος και φυσικά η όποια ηγεσία του θα κληθεί να κάνει διορθωτικές κινήσεις προς τη σωστή κατεύθυνση. Η συμβολή προς αυτή την κατεύθυνση και η προτροπή για αλλαγές προς τη σωστή κατεύθυνση από την νέα ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας θα είναι καθοριστική.