Καμπανάκι κινδύνου από τα κράτη-μέλη: «Χωρίς επαρκή κονδύλια κινδυνεύει η βιωσιμότητα των Ευρωπαίων παραγωγών»

Αρχίζουν και ξεδιπλώνονται επισήμως οι ανησυχίες των κρατών-μελών σχετικά με την εφαρμογή των ειδικών στρατηγικών της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας «Από το Αγρόκτημα στο Πιάτο» και «Βιοποικιλότητα» στον αγροδιατροφικό τομέα. Ήδη, την περασμένη Δευτέρα 8 Ιουνίου, κατά τη διάρκεια του Συμβουλίου των υπουργών Γεωργίας, υπό τη σκέπη της κροατικής προεδρίας, οι αντιπροσωπείες των κρατών -μελών μίλησαν ανοιχτά για ανεπαρκή κονδύλια, τα οποία ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την οικονομική βιωσιμότητα των Ευρωπαίων αγροτών, τονίζοντας ότι τα προτεινόμενα κονδύλια του προϋπολογισμού της ΚΑΠ δεν συνάδουν με τους στόχους των στρατηγικών.

Την ίδια άποψη, εξάλλου, στήριξε και η ελληνική πλευρά, που μέσω του υφυπουργού, Κώστα Σκρέκα, επεσήμανε την ανάγκη εξασφάλισης επαρκών κονδυλίων.

Επιπλέον, οι υπουργοί εξέφρασαν την ανησυχία ότι οι προσπάθειες για την επίτευξη των στόχων που έχουν σχεδιαστεί για τον περιορισμό της χρήσης φυτοφαρμάκων και αντιβιοτικών μπορεί να μειώσουν την ανταγωνιστικότητα των αγροτών της ΕΕ στην παγκόσμια αγορά και ζήτησαν από την Επιτροπή να λάβει υπόψη τις ειδικές εθνικές περιστάσεις. Μάλιστα, κάποιοι τόνισαν ότι απαιτείται πρώτα να γίνει εκτίμηση των επιπτώσεων αυτών των πολιτικών, πριν εφαρμοστούν.

Άποψη την οποία συμμερίζονται και οι Copa – Cogeca, που εξηγούν ότι, πριν από οποιαδήποτε νομοθετική απόφαση, απαιτείται μια ολοκληρωμένη και ανεξάρτητη έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων. «Μια προσέγγιση με δεμένα μάτια θα θέσει σε κίνδυνο την επισιτιστική ασφάλεια, την ευρωπαϊκή γεωργική ανταγωνιστικότητα και το γεωργικό εισόδημα, τα οποία έχουν ήδη επηρεαστεί σημαντικά από την κρίση COVID-19», αναφέρουν χαρακτηριστικά.

Αφετηρία

Ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Γεωργίας της Σουηδίας, Περ Κάλενμπεργκ, τόνισε, για παράδειγμα, πως σε κάθε κράτος-μέλος κυριαρχούν διαφορετικές συνθήκες και, άρα, η αφετηρία για την επίτευξη των στόχων είναι διαφορετική. Με τη θέση του συντάχθηκαν και άλλοι υπουργοί, μεταξύ αυτών και η ελληνική πλευρά, που εξέφρασε τον προβληματισμό της σχετικά με την πρόθεση της Επιτροπής να θέσει οριζόντιες συστάσεις στα κράτη-μέλη για τη διασύνδεση των στόχων της ΚΑΠ και της Πράσινης Συμφωνίας, χωρίς ακριβώς να λαμβάνει υπόψη τις διαφορετικές αφετηρίες από τις οποίες ξεκινά κάθε χώρα.

Για παράδειγμα, σύμφωνα με τη Eurostat, οι πωλήσεις φυτοφαρμάκων ποικίλλουν σημαντικά μεταξύ των κρατών-μελών, με τη Γερμανία, την Ισπανία, τη Γαλλία και την Ιταλία να έχουν προμηθευτεί περίπου τα 2/3 των συνολικών φυτοφαρμάκων της ΕΕ την περίοδο από το 2011 έως και το 2018.

Από την πλευρά του, ο υπουργός Γεωργίας της Γαλλίας, Ντιντιέ Γκιγιόμ, εξέφρασε την υποστήριξή του στην Επιτροπή, λέγοντας ότι οι Ευρωπαίοι καταναλωτές θέλουν τα τρόφιμά τους να παράγονται με λιγότερα φυτοφάρμακα, αλλά τόνισε πως η στρατηγική πρέπει να προστατεύσει τους παραγωγούς της ΕΕ από τον κίνδυνο να υπονομευθούν από φθηνότερες εισαγωγές γεωργικών προϊόντων που δεν θα πληρούν τα ευρωπαϊκά πρότυπα.

«Η απουσία μιας ολοκληρωμένης ανάλυσης για τις επιπτώσεις του νέου μοντέλου παραγωγής τροφίμων ενέχει τον κίνδυνο να εφαρμόσει η ΕΕ στρατηγικές που θα αποδειχθούν μη βιώσιμες στην πράξη», πρόσθεσε από την πλευρά του και ο Έλληνας υφυπουργός. Στο πλαίσιο αυτό, η υπουργός Γεωργίας της Αυστρίας, Ελίζαμπεθ Κόστινγκερ, προειδοποίησε την Επιτροπή ότι εάν δεν λάβει τα απαραίτητα μέτρα, η Ευρώπη κινδυνεύει να «αναθέσει τη γεωργική της παραγωγή σε τρίτες χώρες», με χαμηλότερα περιβαλλοντικά και κοινωνικά πρότυπα.

Καθησυχαστικός ο επίτροπος Γεωργίας

Από την πλευρά του, ο επίτροπος Γεωργίας, Γιάνους Βοϊτσεχόφσκι, προσπαθεί να διαβεβαιώσει τα κράτη-μέλη ότι η στρατηγική «Από το Αγρόκτημα στο Πιάτο» θα βελτιώσει την κατάσταση για τους Ευρωπαίους παραγωγούς, υποστηρίζοντας βραχύτερες αλυσίδες εφοδιασμού και τοπικές αγορές υψηλότερης αξίας. Σημείωσε ακόμη ότι η Κομισιόν θα χρησιμοποιήσει, κατά κάποιον τρόπο, τη βιολογική γεωργία για τη μεταρρύθμιση της ΚΑΠ, καθώς, όπως είπε, θα αποτελέσει τον αποτελεσματικότερο τρόπο για την επίτευξη των στόχων της ειδικής στρατηγικής (λιγότερη χρήση φυτοφαρμάκων, αντιβιοτικών και λιπασμάτων).