COVID-19: Στην εποχή του κορωνοϊού, οι μεγάλοι των τροφίμων συνεχίζουν να αποκομίζουν τεράστια ποσά

Υπό την κάλυψη της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης, οι «ελίτ» αξιοποιούν την επιρροή τους και προωθούν με αθέμιτα μέσα τα συμφέροντά τους

Τους τελευταίους μήνες, η παγκόσμια κοινότητα έχει έρθει αντιμέτωπη με το σκληρό πρόσωπο μιας από τις μεγαλύτερες υγειονομικές κρίσεις στα χρονικά, καταγράφοντας δυσβάσταχτες απώλειες στο σύνολο των τομέων της οικονομίας. Όμως, η πανδημία του κορωνοϊού δεν είναι απαραίτητα ζημιογόνος για όλους. Aντιθέτως, μπορεί να είναι μια ευκαιρία πλουτισμού για τους ισχυρούς της βιομηχανίας τροφίμων.

Στις 23 Απριλίου του 2020, σύμφωνα με αποκαλυπτικό δημοσίευμα της διεθνούς οργάνωσης GRAIN, οι μέτοχοι και τα στελέχη της γνωστής πολυεθνικής εταιρείας Nestle διένειμαν στους εαυτούς τους ένα μέρισμα-ρεκόρ της τάξης των 7 δισ. ευρώ. Τη στιγμή που ο κορωνοϊός βρισκόταν στην κορύφωσή του και με την προειδοποίηση του FAO για μια επικείμενη παγκόσμια επισιτιστική κρίση να είναι νωπή, το συγκεκριμένο ποσό υπερέβαινε τον ετήσιο προϋπολογισμό για το Παγκόσμιο Πρόγραμμα Σίτισης του ΟΗΕ και –ενδεικτικά– θα ήταν αρκετό για να καλύψει τις μέσες ετήσιες δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη περισσότερων από 100 εκατομμύρια ανθρώπων στην Αφρική.

Το ύψος των κερδών της Nestle, που διανεμήθηκαν ως μερίσματα για το 2020, ήταν, στην πραγματικότητα, λίγο μεγαλύτερο από πέρσι. Τέτοιες μεγάλες πληρωμές για μετόχους και στελέχη είναι συνήθης πρακτική, όπως ισχύει για όλες τις μεγάλες πολυεθνικές τροφίμων και τις επιχειρήσεις του αγροβιομηχανικού συμπλέγματος, ακόμη και σε περιόδους πανδημίας.

Άλλα αξιοσημείωτα μερίσματα μετόχων που ανακοινώθηκαν τον Απρίλιο του τρέχοντος έτους περιλαμβάνουν την πληρωμή 2,5 δισ. ευρώ από τη μεγαλύτερη εταιρεία σπόρων και αγροχημικών Bayer AG, 525 εκατ. ευρώ από τη μεγαλύτερη παραγωγό εταιρεία πουλερικών, Tyson, και 438 εκατ. ευρώ από τον Όμιλο WH, μεγαλύτερο παίκτη χοιρινού κρέατος στην παγκόσμια σφαίρα. Η επιχείρηση Cargill, με το κολοσσιαίο εκτόπισμα στον διεθνή χώρο των αγροτικών εμπορευμάτων, βρίσκεται σε καλό δρόμο για να ξεπεράσει την περσινή πληρωμή ρεκόρ, ύψους 560 εκατ. ευρώ, ποσό το οποίο θα διανεμηθεί σε έναν μικρό αριθμό μελών της οικογένειας Cargill. Τέλος, η κατακόρυφη άνοδος των κατ’ οίκον παραγγελιών κατά τη διάρκεια της κρίσης, ιδίως στα τρόφιμα, αύξησε την καθαρή περιουσία του Jeff Bezos, ιδρυτή της εταιρείας ηλεκτρονικού εμπορίου Amazon, κατά 21 δισ. ευρώ.

Υφαρπαγές γης και καταπάτηση των περιβαλλοντικών προτύπων

Μπορεί, λοιπόν, ο κορωνοϊός να είναι ένας επικίνδυνος εχθρός, όταν πρόκειται για την υγεία των ευπαθών ομάδων ή των εκτεθειμένων σε ακατάλληλες συνθήκες αγρεργατών και εργαζομένων σε μεγάλες μονάδες επεξεργασίας τροφίμων, είναι όμως μια επικερδής συγκυρία για τους άμεσα εμπλεκόμενους στις μεγαλύτερες αγροτικές επιχειρήσεις και εταιρείες τροφίμων στον κόσμο.

Αυτά τα πρόσωπα είναι κύριοι ωφελούμενοι μιας πανίσχυρης βιομηχανίας με άφθονα κεφάλαια και πολιτικές διασυνδέσεις, που δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα κάνει ό,τι περνά από το χέρι της για να προωθήσει τα συμφέροντά της εν μέσω μιας τόσο κρίσιμης περιόδου. Όπως επισημαίνει η Grain, κάτι τέτοιο έχει γίνει ήδη φανερό σε κινήσεις όπως το εκτελεστικό διάταγµα που εξέδωσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, κατόπιν αιτήματος των JBS, Tyson, Cargill και άλλων εταιρειών κρέατος, προκειμένου να διατηρήσουν σε λειτουργία τις εργοστασιακές μονάδες τους που έχουν μολυνθεί από τον κορωνοϊό.

Το έχουμε δει, επίσης, στη Βραζιλία, όπου η κυβέρνηση του Ζαΐρ Μπολσονάρο ενέκρινε 96 νέα φυτοφάρμακα κατά τους πρώτους μήνες του 2020, δηλαδή περισσότερα από όλες τις εγκρίσεις για το 2019. Η ίδια κυβέρνηση χρησιμοποίησε σκόπιμα το πρόσχημα της πανδημίας για να περάσει έναν νόμο που θα νομιμοποιήσει τις υφαρπαγές γης και την αποψίλωση εκτάσεων που καλύπτουν 800 εκατομμύρια στρέμματα στις περιοχές του Αμαζονίου και της σαβάνας του Σεράντο.

Η πανδημία έχει, επίσης, χρησιμοποιηθεί ως ευκαιρία να επεκταθεί γρήγορα το ηλεκτρονικό εμπόριο στο λιανικό εμπόριο τροφίμων και να προωθηθούν οι Γενετικά Τροποποιημένοι Οργανισμοί στην Αιθιοπία και στη Βολιβία, όπου η κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι η κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω της COVID-19 κατέστησε τους μεταλλαγμένους σπόρους «επιβεβλημένη ανάγκη» για τη χώρα.